Με ένα απλό διάγγελμα από ένα άγνωστο ακόμη σημείο της ελληνικής επικράτειας -αν και γίνεται λόγος για την Ιθάκη- αναμένεται να κηρύξει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας την λήξη -την τυπική τουλάχιστον- των μνημονίων.
Ο πρωθυπουργός, αύριο Τρίτη, αναμένεται να αλλάξει την ατζέντα του φετινού καλοκαιρίου που μόνο θετική δεν ήταν για τον ίδιο και την κυβέρνησή του.
Έτσι, τόσο ο ίδιος όσο και τα υπόλοιπα κυβερνητικά στελέχη θα κινηθούν τόσο στο επίπεδο της«θριαμβολογίας» όσο και σε οξύτατους τόνους κατά της Νέας Δημοκρατίας.
Μοιρασμένες οι απόψεις στην Ευρώπη
Την ίδια ώρα οι εταίροι και δανειστές μας επισήμως δείχνουν ανακουφισμένοι καθώς φεύγει από πάνω τους το βάρος να ζητούν κάθε τόσο από τα εθνικά κοινοβούλια εγκρίσεις για δόσεις και διασώσεις.
«Η Ελλάδα όχι μόνο διέκοψε αλλά και αντέστρεψε τις μεταρρυθμίσεις κατά το πρώτο μισό του 2015, επεισόδιο που κοστολογείται έως 200 δισεκατομμύρια ευρώ», σημειώνει σε άρθρο του στην «Καθημερινή της Κυριακής» ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας Κλάους Ρέγκλινγκ.
Ενόψει της ολοκλήρωσης του τρίτου Μνημονίου ο κ. Ρέγκλινγκ εκτιμά πως η Ελλάδα βρίσκεται σε «καλό δρόμο» ώστε να γίνει βιώσιμη και ανταγωνιστική οικονομία, αλλά με προϋπόθεση ότι θα συνεχίσει να εκσυγχρονίζεται και να ανοίγει. «Πιστεύω ότι αυτό θα συμβεί», προσθέτει, σημειώνοντας πως τόσο ο Αλέξης Τσίπρας όσο και ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι «μεταρρυθμιστές» που τον έχουν διαβεβαιώσει ότι υποστηρίζουν τους μακροπρόθεσμους στόχους που έχει θέσει το πρόγραμμα στήριξης.
Σε μια έμμεση αιχμή δε για την εποχή Βαρουφάκη, ο διευθυντής του ESM αναφέρει πως μετά τα γεγονότα του πρώτου εξαμήνου του 2015 οι Ευρωπαίοι έμαθαν εμπειρικά ότι μπορούσαν να βασίζονται στους «πιο σημαντικούς Έλληνες συνομιλητές» τους, τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο και τον αναπληρωτή του Γιώργο Χουλιαράκη.
Συνολικά πάντως, ο επικεφαλής του ESM υπογραμμίζει το εύρος και το μέγεθος της στήριξης που προσέφεραν οι εταίροι στην Ελλάδα, που συμπληρώθηκαν από την συμφωνία για ελάφρυνση του χρέους στο Eurogroup του Ιουνίου. Η βοήθεια δεν ήλθε μόνο από τις χώρες της ευρωζώνης, αλλά και από ιδιώτες που κούρεψαν το ελληνικό χρέος κατά 100 δισεκατομμύρια ευρώ το 2012, υπενθυμίζει. «Νομίζω είναι δικαιολογημένο να πούμε ότι η Ευρώπη συμμετείχε στην μεγαλύτερη πράξη αλληλεγγύης που έχει δει ποτέ ο κόσμος», κλείνει ο κ. Ρέγκλινγκ.
Σολτς: Επιτυχημένη η ολοκλήρωση
«Η ολοκλήρωση του προγράμματος της Ελλάδας είναι επιτυχημένη», δήλωσε ο ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Όλαφ Σολτς, στην εφημερίδα «Handelsblatt», αναφερόμενος στην έξοδο της Ελλάδας από τα μνημόνια.
«Δεν συνέβησαν οι σκοτεινές προφητείες των προφητών της καταστροφής. Αυτό είναι καλό», συμπλήρωσε ο κ. Σολτς για το ίδιο θέμα.
Οι Ελληνες πολίτες έχουν καταβάλει μεγάλες προσπάθειες και για αυτό αξίζουν σεβασμό δήλωσε ο κ. Σολτς και πρόσθεσε ότι η διάσωση της Ελλάδας αποτελεί ακόμη ένδειξη της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης.
Μαζί είμαστε ισχυρότεροι από ότι ο καθένας για τον εαυτό του συμπλήρωσε ο κ. Σολτς.
Στα… κάγκελα ο Guardian
Μια κολοσσιαία αποτυχία χαρακτηρίζει την ελληνική διάσωση ο βρετανικός Guardian, εν όψει της αυριανής επίσημης εξόδου της χώρας μας από το τρίτο πρόγραμμα διάσωσης.
Σύμφωνα με τον Λάρι Έλιοτ, μπορεί η Ελλάδα -επιτέλους- να αποχωρεί από τα μνημόνια, ωστόσο αυτό που πλασάρεται ως ελληνικό success story δε θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την αλήθεια.
Πρόκειται για μια ιστορία ανικανότητας, ψεύδους, άσκοπης καθυστέρησης και συμφερόντων τραπεζών, τα οποία τέθηκαν πάνω από τις ανάγκες των ανθρώπων. Η στρατηγική της λιτότητας θα έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες που θα αντηχούν σε ολόκληρη την Ευρώπη, υπογραμμίζει ο Guardian.
«Μετά από οκτώ χρόνια, η Ελλάδα θεωρείται από αύριο Δευτέρα αρκετά ισχυρή ώστε να σταθεί στα δικά της πόδια. Το διεθνές πρόγραμμα διάσωσης που έχει παράσχει στην Αθήνα οικονομική βοήθεια έκτακτης ανάγκης τερματίζεται.
Εκτός από τους βαρύτατους δημοσιονομικούς κανόνες, που ισχύουν για την επόμενη δεκαετία ή και περισσότερο, οι Έλληνες μπορούν να «αποχαιρετήσουν» την τρόικα – τους αξιωματούχους του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης – που στην ουσία έχει διαχειριστεί τη χώρα από το 2010.
Πρόκειται για μία διαφημιστική εκστρατεία, που παρουσιάζει την Ελλάδα ως ένα success story, ένα φόρο τιμής στην αλληλεγγύη και μια λογική προσέγγιση που έχει αποκαταστήσει την οικονομική σταθερότητα και παρεμπόδισε την Ελλάδα να είναι η πρώτη χώρα που θα εγκαταλείψει το ευρώ.
Τίποτα δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την αλήθεια.
Η Ελλάδα ήταν μια κολοσσιαία αποτυχία. Πρόκειται για μια ιστορία ανικανότητας, άσκοπης καθυστέρησης και των συμφερόντων των τραπεζών που τέθηκαν πάνω από τις ανάγκες των ανθρώπων. Και θα υπάρξουν μακροπρόθεσμες συνέπειες.
Όταν η Ελλάδα έλαβε για πρώτη φορά χρηματοδοτική βοήθεια το 2010, το σχέδιο προϋπόθετε να έχει πρόσβαση στις χρηματοπιστωτικές αγορές εντός δύο ετών.
Έχει λάβει δύο επιπλέον πακέτα διάσωσης και έχουν περάσει έξι χρόνια για να συμβεί αυτό. Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε πρόσφατα, αλλά έχει τεράστιο έδαφος για να καλύψει, καθώς απώλεσε το 1/3 του ΑΕΠ της χώρας κατά τα χρόνια της κρίσης.
Τα προβλήματα της Ελλάδας ξεκίνησαν όταν η Αθήνα αποκάλυψε ότι το δημοσιονομικό της έλλειμμα είχε διογκωθεί στο 13% του ΑΕΠ το 2009 – πολύ χειρότερο από ό, τι είχε εκτιμηθεί προηγουμένως.
Οι αγορές εξέφρασαν ανησυχίες για την πορεία της Ελλάδας.
Το αρχικό σχέδιο διάσωσης περιλάμβανε χρηματοδοτική βοήθεια ύψους 110 δισ. ευρώ σε αντάλλαγμα της συρρίκνωσης του ελλείμματος κατά 7,5% το 2010 μόνο στο πλαίσιο ενός δρακόντειου προγράμματος δημοσιονομικών περιορισμών. Αυτό δεν ήταν ποτέ εφικτό αλλά βασίστηκε στη θεωρία ότι η δέσμευση για συρρίκνωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και για μείωση των επιπέδων δημόσιου χρέους θα ενίσχυε την εμπιστοσύνη των χρηματοπιστωτικών αγορών.
Οι επενδυτές θα απαιτούσαν χαμηλότερη πριμοδότηση για την κατοχή κρατικού χρέους και αυτό θα οδηγούσε σε χαμηλότερα μακροπρόθεσμα επιτόκια. Η ελληνική κυβέρνηση ξεκίνησε ένα πρόγραμμα περικοπών των δημοσίων επενδύσεων, που είχε το αντίθετο αποτέλεσμα από το προσδοκώμενο. Η μείωση των μισθών του δημόσιου τομέα και η μείωση της αξίας των παροχών είχαν ως αποτέλεσμα χαμηλότερες καταναλωτικές δαπάνες και περαιτέρω υποβαθμισμένες ιδιωτικές επενδύσεις.
Στην Ελλάδα, αυτή η προσέγγιση οδήγησε σε μια σπειροειδή πτώση καθώς χάθηκαν θέσεις εργασίας και μειώθηκαν τα φορολογικά έσοδα. Το δημόσιο χρέος αυξήθηκε παρά μειώθηκε, οδηγώντας σε πιέσεις για ακόμη μεγαλύτερες περικοπές.»