Σχεδόν σε όλα τα κράτη του κόσμου οι πολίτες «βαθμολογούνται» από κράτος και πιστωτικό σύστημα, προκειμένου να αποδειχθεί η αξιοπιστία τους είτε ως έντιμοι φορολογούμενοι είτε ως πιθανοί δανειολήπτες.
Στην Κίνα, όμως, έχουν…. προχωρήσει τη βαθμολογία ένα βήμα -ή μάλλον πολλά- πιο πέρα, δημιουργώντας το «Εθνικό Σύστημα Κοινωνικής Αξιοπιστίας» (Social Credit System), βάσει του οποίου οι πολίτες βαθμολογούνται από τοπικές αρχές αλλά και κεντρική κυβέρνηση για τα πάντα: από τη συμπεριφορά τους στον δρόμο έως την οικονομική τους κατάσταση.
Όσο για τις ποινές όσων συγκεντρώσουν υψηλή αρνητική βαθμολογία, ποικίλουν αρκετά, με αφαίρεση δικαιωμάτων, αλλά, τουλάχιστον προς το παρόν, όχι με φυλάκιση.
Αυτά που τρομάζουν είναι πρώτο, η συγκέντρωση τεράστιου αριθμού δεδομένων των πολιτών από το κράτος – πιθανώς και «ευαίσθητων» σε hackers- και δεύτερον κατά πόσο αυτά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ώστε να σβήσουν και οι έστω λίγες φωνές στο εσωτερικό της χώρας που εκφράζουν αντιρρήσεις στην τρέχουσα πολιτική του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας.
Δεν πρόκειται για μία εντελώς νέα ιδέα, καθώς απέκτησε δυναμική μετά την άνοδο του Σι Τζινπίνγκ στην εξουσία τον Νοέμβριο του 2012. Το καλοκαίρι του 2013, το επονομαζόμενο Κρατικό Συμβούλιο (State Council ) δημοσίευσε ένα έγγραφο σχεδιασμού που ανακοίνωνε ότι το Σύστημα Κοινωνικής Αξιοπιστίας θα αναπτυχθεί πλήρως κατά την περίοδο 2014-2020. Αυτό δεν συνέβη, προφανώς, διότι μόλις τον Ιούλιο του 2019, το Κρατικό Συμβούλιο όρισε έναν επικεφαλής συντονιστή για την ανάπτυξη του συστήματος. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της πενταετίας εφαρμόστηκαν διάφορα πιλοτικά προγράμματα και το Συμβούλιο ενέκρινε πολλά από τα μέτρα που δοκιμάστηκαν.
Επομένως, το έργο δεν έχει ολοκληρωθεί, αλλά έχει σημειωθεί και συνεχίζει να σημειώνεται πρόοδος. Τον Δεκέμβριο του 2020, το Κρατικό Συμβούλιο εξέδωσε οδηγίες σχετικά με τα κριτήρια και τις διαδικασίες για τον προσδιορισμό της αξιοπιστίας των πολιτών.
Τον Μάρτιο του 2022, το κόμμα πρόσθεσε απαιτήσεις με την ελπίδα ότι το Σύστημα Κοινωνικής Αξιοπιστίας θα εξυπηρετήσει νέους αναπτυξιακούς στόχους, όπως ένα μοντέλο ανάπτυξης με επίκεντρο την καταναλωτική ζήτηση για εγχώρια παραγόμενα προϊόντα, καθιστώντας την Κίνα λιγότερο εξαρτημένη από την πρόσβαση σε αγορές δυνητικά εχθρικών χωρών και λιγότερο ευάλωτη σε πιθανές οικονομικές κυρώσεις από το εξωτερικό.
Σημαντικές λεπτομέρειες σχετικά με το σύστημα παραμένουν άγνωστες, με την όποια πληροφόρηση να είναι σχεδόν μηδαμινή, όπως συμβαίνει με πολλά από όσα συμβαίνουν στο εσωτερικό της Κίνας.
Πώς λειτουργεί η «αξιολόγηση»
Με βάσει τα λίγα που είναι γνωστά μέχρι στιγμής, το σύστημα δεν έχει χρησιμοποιηθεί προκειμένου να υπάρξει «κατασκοπία» των πολιτών. Φαίνεται επίσης να υπάρχει η αίσθηση ότι, επειδή είναι μια πρωτοβουλία στην οποία «συμμετέχουν» ηλεκτρονικά προγράμματα παρακολούθησης, είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη.
Όμως, αυτά που έχουν διαρρεύσει δείχνουν ότι, όπως και άλλες πρωτοβουλίες παρακολούθησης, και αυτό το σύστημα υπόκειται σε διαφορετικές πρακτικές των τοπικών κυβερνήσεων, οι οποίες πιθανόν να δημιουργήσουν σοβαρές επιπλοκές στην οικοδόμηση μιας ολοκληρωμένης και αξιόπιστης εθνικής πρωτοβουλίας.
Το σύστημα που περιέγραψαν οι αρχές θα απλώσει ένα ευρύ δίχτυ. Θα συλλέγει και θα επεξεργάζεται πληροφορίες όχι μόνο για τους απλούς ανθρώπους αλλά και για κυβερνητικές υπηρεσίες, αξιωματούχους, επιχειρήσεις και μη κυβερνητικές οργανώσεις. Η προτεινόμενη ανάπτυξη του συστήματος συνίσταται στην κατασκευή βάσεων δεδομένων πληροφοριών για διάφορες περιοχές και οικονομικούς τομείς, στη δημιουργία συστημάτων συλλογής σχετικών πληροφοριών και στην προώθηση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ τομέων και περιοχών.
Το κράτος δεν θα συλλέγει μόνο του πληροφορίες μόνο για τους πολίτες αλλά εμπορικές και άλλες οντότητες θα πρέπει να συμμετάσχουν στη συλλογή, επεξεργασία και αποθήκευση των σχετικών δεδομένων.
Το Σύστημα Κοινωνικής Αξιοπιστίας, αν υλοποιηθεί όπως προβλέπεται, θα είναι μια ακόμη περίπτωση κρατικής επιτήρησης. Η κατασκευή και η λειτουργία του θα απαιτήσει την προσοχή και την ενέργεια αμέτρητων ανθρώπων που θα είναι διασκορπισμένοι σε όλο το τοπίο της κινεζικής κοινωνίας και πρωτίστως τις ικανότητες των κρατικών γραφειοκρατιών ασφαλείας.
Το θεμέλιο αυτής της πρωτοβουλίας επεξεργασίας δεδομένων θα είναι οι πληροφορίες που θα παρέχουν οι υπάλληλοι του δικτύου, το προσωπικό και οι φοιτητές των πανεπιστημίων, οι τοπικοί κομματικοί και κυβερνητικοί αξιωματούχοι, οι επιχειρηματίες, το προσωπικό διαχείρισης κατοικιών, το ιατρικό προσωπικό, οι δάσκαλοι, οι διαχειριστές των αστικών εγκαταστάσεων και οι καθημερινοί άνθρωποι που ζουν τη ζωή τους με τον πιο απλοϊκό τρόπο. Οι επίσημοι και ανεπίσημοι πληροφοριοδότες κάθε είδους, που παρακολουθούν τους γείτονες, τους συναδέλφους, τους φίλους και τους συγγενείς τους, θα παρέχουν τα δεδομένα που θα καταστήσουν δυνατό ένα καταναγκαστικό εθνικό σύστημα παρακολούθησης της κοινωνικής συμπεριφοράς.
Η μέχρι τώρα εφαρμογή
Μέχρι το τέλος του 2021, εξήντα δύο περιοχές είχαν επιλεγεί για πιλοτική εφαρμογή του προγράμματος. Ένα στοιχείο του υπό κατασκευή συστήματος έχει ήδη καταστεί ένα ισχυρό μέσο κοινωνικού ελέγχου: η δημόσια διαπόμπευση. Μία από τις τιμωρίες που προβλέπονται για το σύστημα είναι ο δημόσιος εξευτελισμός των ατόμων με χαμηλή βαθμολογία. Σε ορισμένες περιοχές, αυτό συμβαίνει σήμερα, καθώς τα δικαστήρια επιδιώκουν να επιβάλουν τις αποφάσεις τους και να τιμωρήσουν όσους αδυνατούν να πληρώσουν τα χρέη τους, δημοσιοποιώντας τα ονόματα ατόμων και εταιρειών που χαρακτηρίζονται «αναξιόπιστα».
Τα άτομα αυτά, υπόκεινται επίσης σε κυρώσεις όπως η άρνηση πρόσβασης σε πολυτελή ξενοδοχεία, εστιατόρια και διαμερίσματα ή ακόμη και στο κλείσιμο μίας πρώτης θέσης σε αεροπλάνα και τρένα. Επίσης μπορεί να εμποδίζονται να αγοράζουν ακίνητα, να ανακαινίζουν τα σπίτια τους, να κάνουν διακοπές, να αγοράζουν ακριβά ασφαλιστικά προϊόντα ή να στέλνουν τα παιδιά τους σε ακριβά ιδιωτικά σχολεία.
Εκτιμάται ότι μέχρι το τέλος του 2021, οι κυβερνήσεις σχεδόν όλων των επαρχιών και των μεγάλων δήμων είχαν δημιουργήσει κανονισμούς για εφαρμογή του συστήματος. Εξήντα οκτώ διατάξεις σε αυτούς τους κανονισμούς είναι χαλαρά καθορισμένες, αντανακλώντας τη μακροχρόνια προτίμηση του κόμματος για μέγιστη διακριτική ευχέρεια. Για παράδειγμα, η τοπική κυβέρνηση της Σαγκάης ανακοίνωσε το 2020 ότι θα χαρακτήριζε ως αναξιόπιστους τους ανθρώπους που απέκρυπταν λοιμώξεις από COVID, το ιστορικό ταξιδιών σε περιοχές που πλήττονται από την πανδημία, τη στενή επαφή με ασθενείς ή ύποπτους για COVID και την αποφυγή της υποχρεωτικής ιατρικής απομόνωσης
Άλλες δικαιοδοσίες που έχουν ερμηνεύσει διαφορετικά τους κανόνες του συστήματος περιλαμβάνουν την Γκουανγκντόνγκ. Το άρθρο 32 του επαρχιακού κανονισμού της, για παράδειγμα, χαρακτηρίζει ως αναξιόπιστο οποιονδήποτε εμπλέκεται σε συμπεριφορά που έχει ως αποτέλεσμα «σοβαρή δολιοφθορά της τάξης των μέσων ενημέρωσης στον κυβερνοχώρο ή τη συγκέντρωση πλήθους για τη διατάραξη της κοινωνικής τάξης».
Η China Cyber Administration πρότεινε σε όλες τις δικαιοδοσίες να καταγράφουν ως αναξιόπιστα άτομα που διαδίδουν στο διαδίκτυο «φήμες» που έχουν «πρωτοφανή κοινωνικό αντίκτυπο». Το άρθρο 23 του κανονισμού του συστήματος που εφαρμόζεται στη Ναντζίνγκ μειώνει την πιστοληπτική ικανότητα των ατόμων που «οδηγούν υπό την επήρεια αλκοόλ, διατηρούν παράνομα βίαιους ή επιθετικούς σκύλους, διαταράσσουν την τάξη σε εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης, χρησιμοποιούν τα μέσα μαζικής μεταφοράς χωρίς να πληρώνουν τα εισιτήρια, [ή] οργανώνουν δραστηριότητες άμεσου μάρκετινγκ … που επηρεάζουν την κοινωνική σταθερότητα».
Οι πιθανοί κίνδυνοι
Το Σύστημα Κοινωνικής Αξιοπιστίας έχει τεράστιες και πιθανώς επικίνδυνες δυνατότητες ως εργαλείο επιτήρησης λόγω του τεράστιου όγκου προσωπικών δεδομένων που συλλέγονται, αποθηκεύονται και αναλύονται. Ένα πλήρως λειτουργικό σύστημα, όπως το οραματίζεται η κεντρική κυβέρνηση, μπορεί θεωρητικά να χρησιμοποιήσει μεγάλα δεδομένα και τεχνητή νοημοσύνη για να αναπτύξει σχετικά ακριβή προφίλ των πολιτικών προτιμήσεων των ατόμων και ακόμη και να προβλέψει τους κινδύνους που μπορεί να θέσει ένα συγκεκριμένο άτομο για το κόμμα.
Ωστόσο, οι αναφορές στον Τύπο υποδηλώνουν ότι, μέχρι στιγμής, το σύστημα έχει αναπτυχθεί σε μεγάλο βαθμό ως μέσο κοινωνικού ελέγχου μέσω διοικητικών κυρώσεων και όχι ως εργαλείο υψηλής τεχνολογίας για πολιτική κατασκοπεία. Άλλες περίεργες χρήσεις του περιλαμβάνουν την επιβολή κυρώσεων σε άτομα που φορτίζουν τα ηλεκτρικά ποδήλατά τους σε δημόσιους χώρους των κτιρίων κατοικίας τους, σε οδηγούς που παραβιάζουν τα φανάρια και σε όσους δεν προσέχουν που πετούν τα σκουπίδια τους.
Το προτεινόμενο Σύστημα Κοινωνικής Αξιοπιστίας αντιμετωπίζει δύο δύσκολες προκλήσεις και μπορεί τελικά να αποτύχει να αξιοποιήσει τις δυνατότητές του ως εργαλείο επιτήρησης. Η μία είναι η έλλειψη εθνικών προτύπων για τις ενέργειες που θα επηρέαζαν την αξιολόγηση, θετικά ή αρνητικά. Αυτό επιτρέπει στις τοπικές κυβερνήσεις μεγαλύτερη ευχέρεια να επιβάλλουν κοινωνικό έλεγχο.
Οι πληροφορίες που συλλέγονται ελλείψει σαφών κατευθυντήριων γραμμών δεν θα μπορούν να επιβεβαιωθούν σε κεντρικό επίπεδο και, ως εκ τούτου, θα είναι αναξιόπιστες για την εξακρίβωση της πραγματικής πολιτικής πίστης ενός ατόμου. Πράγματι, οι ατζέντες των τοπικών αξιωματούχων κατά την υιοθέτηση των κανόνων πιθανόν να αποκλίνουν σημαντικά από εκείνες της κεντρικής κυβέρνησης, καθιστώντας έτσι το σύστημα αυτό λιγότερο αποτελεσματικό.
Μια άλλη πρόκληση είναι η ενσωμάτωση και η επεξεργασία τεράστιου όγκου πληροφοριών σε διάφορες δικαιοδοσίες και μεταξύ κυβερνήσεων και μη κυβερνητικών οντοτήτων. Το κόστος και η πρόκληση θα είναι τεράστια, αν και η κεντρική κυβερνητική μηχανή της Κίνας μάλλον διαθέτει τα κεφάλαια για να το καλύψει.
www.businessdaily.gr