Επισημαίνει ο Δημήτρης Α. Γιαννακόπουλος
Ο Μπαράκ Ομπάμα πάτησε στο έδαφος της Αττικής, το οποίο ποτέ άλλοτε τις τελευταίες δεκαετίες δεν ήταν τόσο σαθρό πολιτικώς.
Τα τελευταία χρόνια οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις εξελίσσονται μάλλον υπερβολικά φλου, ενώ συνδέονται παραμορφωτικά, ολοένα και περισσότερο με αυτό που στην πραγματικότητα τις ξεπερνά: το ελληνικό χρέος. Και τις ξεπερνά καθώς ενώ στα PSI οι ΗΠΑ είχαν τουλάχιστον έμμεσο λόγο στο ή στα OSI (Official SectorInvolvement) για την αναδιάρθρωση του χρέους δεν έχουν.
Με αυτή την έννοια το χρέος λαμβάνει τη μορφή του φαντομά στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, οι οποίες έτσι αποκτούν ένα σουρεαλιστικό στοιχείο. Και είναι ευθύνη και των δύο πλευρών να μην κυριαρχήσει ο σουρεαλισμός στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις. Ίσως τον Μπαράκ Ομπάμα να εξυπηρετεί στη συγκυρία αυτός ο σουρεαλισμός, καθώς έτσι οι στόχοι της επίσκεψής του επιτρέπουν πολλαπλές ερμηνείες, ενώ εκπέμπονται διφορούμενα μηνύματα, αλλά σίγουρα δεν θα εξυπηρετούσε μια σοβαρή πολιτική ηγεσία στην Ελλάδα.
Όσο πιο σαφείς είναι οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις ως προς τους στόχους και τη στρατηγική, τόσο πιο γερά πατά στα πόδια της η κυβέρνηση των Αθηνών – οποιαδήποτε κυβέρνηση. Εδώ η δημιουργική ασάφεια μπορεί μεν να τροφοδοτεί τον λαϊκισμό με τη μορφή του πολιτικού σουρεαλισμού, αλλά σίγουρα βλάπτει μακροπρόθεσμα αυτές καθ’ εαυτές τις σχέσεις και ασφαλώς την ουσιαστική διαπραγματευτική ισχύ της Ελλάδας στην ΕΕ και διεθνώς.
Η υπόθεση του χρέους, έτσι όπως εμπλέκεται στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, ιδιαιτέρα από την πλευρά της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, παριστά την εισβολή του ανορθολογικού στο (κοινό) ελληνοαμερικανικό αφήγημα και κάνει το γκραν γκινιόλ νομιμοποιητικό προθάλαμο της συντεταγμένης πτώχευσης και εξελισσόμενης επί επτά χρόνια φτωχοποίησης της Ελλάδας.
Ο ρόλος της διοίκησης των ΗΠΑ δεν είναι να πιέσουν τη γερμανική κυβέρνηση προς την κατεύθυνση του λεγόμενου «debt reprofiling» – το οποίο ούτως ή άλλως έχει δρομολογηθεί, αντικαθιστώντας την έννοια της σοβαρής ανομοίωσης του «επίσημου χρέους» (: αναδιάρθρωση) με εκείνη της ελάφρυνσης από την υποχρέωση ετήσιας εξυπηρέτησης αυτού του χρέους, έναντι μέτρων λιτότητας – αλλά να παρουσιάσει με σαφήνεια ένα πλαίσιο συνεργασίας που θα ακυρώνει στην πράξη την αποσταθεροποίηση της Ελλάδας η οποία έχει πέντε βασικές εκφάνσεις: (1) επιδείνωση του κοινωνικού ζητήματος από την επτάχρονη εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής της τρόικας, (2) αποεπένδυση, (3) απόλυτη εξάρτιση πλέον από το Βερολίνο καί σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας, (4) προσφυγικό ρεύμα, (5) κλίμα αυξημένης προστριβής με τη Τουρκία.
Δεν είναι σοβαρός πολιτικός ο έλληνας που εμφανίζει τις ΗΠΑ ως ενδιάμεσο παράγοντα (πάτρωνα) στις σχέσεις του με το Βερολίνο και την ΕΕ. Αυτό είναι σουρεαλισμός, ο οποίος μετά την εκλογή Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ δεν μπορεί να σταθεί ούτε σαν γκραν γκινιόλ μυθιστόρημα περί «σωτηρίας για πάση θυσία στο Ευρώ». Είναι λαϊκισμός και απάτη και από τις δύο πλευρές. Αν η αμερικανική διοίκηση δεν ενδιαφερθεί άμεσα για τη στήριξη της ελληνικής οικονομίας, δημοκρατίας και ακεραιότητας, σημαίνει πως έχει μεταβάλει προτεραιότητες για την περιοχή και έτσι η Ελλάδα από τον ασθενή κρίκο της Ευρωζώνης θα μετατραπεί σε ασθενή κρίκο Ασφαλείας για τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα σε αυτή την γεωπολιτική περιοχή, η οποία βρίσκεται ασφαλώς σε διαταραχή.
Νομίζω πως τώρα με την απομάκρυνση του Μπαράκ Ομπάμα από τον Λευκό Οίκο ο ρόλος των ΗΠΑ ως «ενδιάμεσου» στις σχέσεις της Ελλάδας με το Βερολίνο και ίσως άλλους δεν θα έχει καμία απολύτως σημασία και ουσία. Και φοβάμαι πως αυτό η ελληνική κυβέρνηση δεν επιθυμεί να χωνέψει η ίδια και να «εκμυστηρευτεί» στον ελληνικό λαό. Προκαλούνται νέες «αυταπάτες» και αυτό είναι τραγικό σφάλμα και πολιτική δειλία ή τύφλωση. Ήρθε η στιγμή οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις να αναδομηθούν με σχετική αυτονομία από το Βερολίνο, όπως και οι σχέσεις με το Βερολίνο να εννοηθούν πλέον περισσότερο αυτόνομα σε σχέση με την ΕΕ. Αν δεν συμβεί αυτό η ασάφεια (στόχων και στρατηγικής), όπως και το χρέος-φαντομάς θα καταλήξουν να αποδυναμώνουν διαρκώς περισσότερο το εθνικό συμφέρον, να θολώνουν το κοινωνικό συμφέρον και να γελοιοποιούν τις κυβερνήσεις στην Αθήνα.