Μία εξαιρετικά κρίσιμη για το μέλλον της Ουγγαρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση διαδικασία βρίσκεται σε εξέλιξη στο Ευρωκοινοβούλιο, καθώς το σώμα αναμένεται να αποφασίσει σήμερα Τετάρτη εάν θα ενεργοποιήσει την διαδικασία του άρθρου 7 για την επιβολή κυρώσεων κατά της Ουγγαρίας λόγω της «ύπαρξης σαφούς κινδύνου κατάφωρης παραβίασης των αξιών επί των οποίων ιδρύθηκε η Ενωση».
Βασικός λόγος ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν η κυβέρνηση του οποίου κατηγορείται για υποθέσεις διαφθοράς με ευρωπαϊκά κονδύλια που βαρύνουν τον ίδιο και στελέχη της οικογένειάς του καθώς και στενούς του συνεργάτες, τον «σεβασμό του κράτους Δικαίου» στη χώρα του και τον πλήρη έλεγχο της Δικαιοσύνης και των Μέσων Ενημέρωσης που έχει θεσμοθετήσει μέσω συνταγματικών αναθεωρήσεων.
Ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας ταξίδεψε στην έδρα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο με ένα διπλό σχέδιο. Πρώτον να πείσει όσο το δυνατόν περισσότερους Ευρωβουλευτές αντίπαλων πολιτικών ομάδων να καταψηφίσουν την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 7 και δεύτερον να διασπάσει την ενότητα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, της μεγαλύτερης πολιτικής ομάδας του ΕΚ, μέλος του οποίου είναι και το «Fidesz», το κόμμα του Ούγγρου πρωθυπουργού.
Ο Βίκτορ Όρμπαν απέτυχε παταγωδώς και στις δύο του προσπάθειες. Σήμερα, Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου η Ολομέλεια του Σώματος στο Στρασβούργο αναμένεται να κινήσει τις διαδικασίες εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 7, που προς το παρόν έχουν εφαρμοστεί στην πράξη μία ακόμα φορά, απέναντι στην Πολωνία.
Η συζήτηση έγινε επί τη βάση συγκεκριμένου πορίσματος το οποίο συνέταξε επιτροπή ευρωβουλευτών που εξέτασε την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα σε μια σειρά από θέματα.
Ο Ούγγρος πρωθυπουργός βρέθηκε την Τρίτη ο ίδιος στο Ευρωκοινοβούλιο προκειμένου να υπερασπιστεί τις θέσεις και τις πολιτικές του, ωστόσο δεν έδειξε να συγκινείται ούτε από το περιεχόμενο του πορίσματος, ούτε από την σφοδρή κριτική των ευρωβουλευτών, πολλοί εκ των οποίων προέρχονται από τις τάξεις του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος.
Στην ομιλία του στο Στρασβούργο, ο Όρμπαν κατηγόρησε για υποκρισία τους επικριτές του και επέμεινε ότι η Βουδαπέστη δεν θα υποκύψει στις Βρυξέλλες και πρόσθεσε: «Αυτοί που κληρονόμησαν τη δημοκρατία, που δεν χρειάστηκε να πάρουν προσωπικά ρίσκα προκειμένου να αποκτήσουν ελευθερία, αυτοί είναι που θέλουν να καταδικάσουν. Νομίζετε ότι γνωρίζετε καλύτερα από τους Ούγγρους τι χρειάζονται; Αυτή η έκθεση δεν αποδίδει τα δέοντα στους Ούγγρους».
Στην ιδιαίτερα επιθετική του ομιλία, ο Όρμπαν πρόσθεσε ότι «δεν θα υποκύψουμε στον εκβιασμό των δυνάμεων που υποστηρίζουν τους μετανάστες εναντίον της Ουγγαρίας. Η Ουγγαρία θα υπερασπιστεί τα σύνορά της, θα σταματήσει την παράνομη μετανάστευση και θα υπεραμυνθεί των δικαιωμάτων της».
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το Politico, οι συγγραφείς του πορίσματος, μεταξύ αυτών και η ευρωβουλευτής της Δανίας Judith Sargentini, η οποία ηγήθηκε της σχετικής διαδικασίας, βεβαιώνουν την ύπαρξη σοβαρού κινδύνου παραβίασης από την Ουγγαρία των αξιών πάνω στις οποίες βασίστηκε η ΕΕ και παραθέτουν μια σειρά παραβιάσεων των ευρωπαϊκών δημοκρατικών προδιαγραφών, μεταξύ αυτών και ισχυρισμούς ότι η κυβέρνηση του Όρμπαν περιόρισε την ελευθερία έκφρασης, την θρησκευτική ελευθερία και την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και υπονόμευσε τη λειτουργία των συνταγματικών και εκλογικών συστημάτων καθώς και την ανεξαρτησία του δικαστικού σώματος. Η κυβέρνηση Όρμπαν κατηγορείται ακόμη για παραβίαση των δικαιωμάτων των μεταναστών, των αιτούντων άσυλο, των προσφύγων και των θρησκευτικών και εθνικών μειονοτήτων της χώρας, καθώς και παρεμβάσεις στην ελευθερία του Τύπου.
Ο Όρμπαν υποστήριξε ότι η συγκεκριμένη έκθεση προσβάλλει «την τιμή της Ουγγαρίας και του ουγγρικού λαού», και πρόσθεσε: «Οι ουγγρικές αποφάσεις λαμβάνονται από τους ψηφοφόρους». Εκτίμησε εξάλλου ότι η χώρα του τιμωρείται επειδή είχε διαφορετικό όραμα όσον αφορά τη χριστιανική φύση της Ευρώπης, τον ρόλο των εθνών, ή ακόμη τα μεταναστευτικά ζητήματα.
«Ξέρω ότι ήδη έχετε αποφασίσει, ξέρω ότι η πλειοψηφία θα εγκρίνει το πόρισμα και ξέρω ότι η ομιλία εδώ σήμερα δεν θα καταφέρει να σας αλλάξει τη γνώμη» ανέφερε ο Ορμπάν.
Οι περισσότερες πολιτικές ομάδες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, από τους Φιλελευθέρους Δημοκράτες, τους Σοσιαλδημοκράτες, την Αριστερά και τους Πράσινους, είχαν εξ αρχής ταχθεί υπέρ της επιβολής κυρώσεων στην Ουγγαρία, ενώ το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα εμφανιζόταν διαιρεμένο. Ωστόσο η τοποθέτηση του κ. Όρμπαν στην Ολομέλεια του Σώματος, όπου απέφυγε να απαντήσει στις κατηγορίες για διασπάθιση ευρωπαϊκών κονδυλίων υποστηρίζοντας ότι η ΕΕ τον «τιμωρεί» για την άρνησή του να δεχθεί έστω και έναν μόνο πρόσφυγα από την Ελλάδα και την Ιταλία, προκάλεσαν την οργή στελεχών της ίδιας της πολιτικής του ομάδας.
Τόσο ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν – Κλοντ Γιούνκερ ο οποίος εξελέγη με το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, όσο και ο Καγκελάριος της Αυστρίας Ζεμπάστιαν Κουρτς η χώρα του οποίου ασκεί την εξάμηνη προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ και ο υποψήφιος για την προεδρία της Κομισιόν και στέλεχος των συντηρητικών Χριστιανοκοινωνιστών της Βαυαρίας Μάνφερντ Βέμπερ, «άδειασαν» τον Βίκτορ Όρμπαν. Στο ίδιο πνεύμα και ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος κάλεσε τους Ευρωβουλευτές του κόμματός του να υπερψηφίσουν την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 7 κατά της κυβέρνησης Όρμπαν.
Πάντως, παραμένει ακόμη αβέβαιο εάν τελικώς θα επιτευχθεί η αυξημένη πλειοψηφία που απαιτείται (2/3 του συνολικού σώματος 750 ευρωβουλευτών) για να εγκριθεί το άρθρο 7. Η ψηφοφορία είναι προγραμματισμένη για την Τετάρτη, μετά την ομιλία Γιούνκερ για την κατάσταση της Ένωσης.