Γράφει ο Ιωάννης Π. Χουντής*
Πολλές φορές κάνουμε λόγο για τις δέουσες μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία. Με το παρόν άρθρο ευελπιστούμε να προσφέρουμε ελάχιστο στο δημόσιο αυτό διάλογο. Στην Ελλάδα θεσμοθετήθηκε το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής ένα Νομικό πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου το οποίο λειτουργεί χάριν του δημόσιου συμφέροντος, εδρεύει στην Αθήνα και εποπτεύεται από τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων ενώ δρα ως επιτελικός επιστημονικός φορέας για την πρωτοβάθμια και την δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Σε επίπεδο διακηρύξεων δύναται κανείς να διαγνώσει μία τεχνοκρατική επάρκεια. Στην πραγματικότητα, εάν κανείς άκουγε προ ολίγων ημερών (25/11/2017) την τοποθέτηση του Προέδρου του Ι.Ε.Π. Περί του συστήματος εισαγωγής στο Πανεπιστήμιο θα έφριττε από την προχειρότητα, με την οποία οι αρμόδιοι αντιμετωπίζουν τόσο σοβαρά ζητήματα χωρίς να υπάρχει κανείς απολύτως σχεδιασμός. Ένα άλλο παράδειγμα: ο ίδιος παρότι υποστήριξε ότι «η φήμη ότι υποβαθμίζονται οι Φυσικές Επιστήμες δεν είναι αληθής», δεν παρείχε στοιχεία που να υποστηρίζουν αυτή την θέση, αλλά αντίθετα προκάλεσε βαθύτατο προβληματισμό με διάφορες αποστροφές του λόγου του, αφού – ούτε λίγο ούτε πολύ – είπε ότι «αν θεωρούν τα Πανεπιστήμια ότι οι πρωτοετείς φοιτητές δεν έχουν βασικές γνώσεις σε κάποιο αντικείμενο ας τους το διδάξουν» και ότι «έχει παραγίνει το θέμα με την επιστημοσύνη στο Λύκειο».
Είναι πασίδηλο πως καμία εκπαιδευτική μεταρρύθμιση σε επίπεδο ουσίας δεν μπορεί να πετύχει με θεσμούς διαμορφωμένους, όπως το Ι.Ε.Π. Αποτελεί ένα κατ’ εξοχήν παράδειγμα αβελτηρίας του παιδευτικού μας συστήματος. Φυσικά, σήμερα δεν προτείνουμε την κατάργησή του αλλά την ριζική του αναδιαμόρφωση.
Το Ι.Ε.Π. πρέπει να στελεχωθεί με σοβαρούς και μετρημένους ανθρώπους, που θα έχουν πρόταση για το σύνολο της εκπαίδευσης βασισμένη σε ”καλές πρακτικές” και η οποία πρόταση δεν θα είναι αποσπασματικού χαρακτήρα αλλά θα υπηρετεί συγκεκριμένους μαθησιακούς στόχους. Ο στόχος θα πρέπει να διακρίνεται σε κάθε γνωστικό πεδίο και η κλίμακα της επίτευξής του θα φαίνεται σε όλες τις βαθμίδες της διδασκαλίας του από το νηπιαγωγείο μέχρι την τελευταία τάξη του λυκείου. Επίσης θα υπάρχει και ένας συνολικότερος στόχος που θα αφορά όλα τα γνωστικά πεδία, δηλαδή τον τρόπο της διάρθρωσής τους και ειδικότερα τον τρόπο της σχέσης τους.
Έτσι, το ΙΕΠ χρειάζεται ανθρώπους μεθοδικούς με ευρεία όραση και αναφορές σε πετυχημένα εκπαιδευτικά συστήματα της Ευρώπης και των Η.Π.Α. αλλά και άλλων χωρών όπως η Ιαπωνία, η Αυστραλία κ.α. Για να καταστεί αυτό δυνατόν, χρειάζεται ένα κεντρικό πυρήνα ατόμων και ένα περιφερειακό υποστηρικτικό σώμα “στρατιωτών” της εκπαίδευσης και όχι καρεκλοκένταυρων που βολεύτηκαν σε θέσεις συμβούλων και έχουν να δουν πίνακα τάξης τα τελευταία 25 χρόνια. Οι επιλογές ανήκουν στην κεντρική ηγεσία, αλλά τα κριτήρια των επιλογών αυτών είναι όλη η μαεστρία.
Στην Ελλάδα έχουν δημιουργηθεί θέσφατα, που έχουν αποκτήσει την ιερότητα τοτέμ. Έτσι και με το Ι.Ε.Π. Στο πεδίο της εκπαίδευσης. Μία καλή αρχή πριν περάσουμε στην ουσία, τους σκοπούς και τους στόχους των προγραμμάτων της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας θα ήταν η αλλαγή του Ι.Ε.Π. Έπεται συνέχεια…
*Κλασικός Φιλόλογος και Πρόεδρος του Ινστιτούτου Πολιτικών Μελετών ”Κέντρο Αστικής Μεταρρύθμισης”