Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Υπάρχει μια κυβερνητική παρανόηση. Λένε οι κυβερνώντες: «ας δώσουμε για μερικά χρόνια, όχι πάντως για 10, μια δέσμευση για πλεόνασμα 3,5% και μετά, όταν θα ληφθούν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, τότε θα αναπροσαρμόσουμε τον στόχο για το πλεόνασμα».
Πρόκειται για τη γνωστή «πονηριά». Θα υπογράψουμε κάτι και μετά από έναν χρόνο θα πηγαίνουμε να λέμε πως θέλουμε αλλαγή των όρων, επειδή ξαφνικά θα έχει βελτιωθεί η κατάσταση. Θα είμαστε κοντά στην έξοδο στις αγορές, θα είμαστε στο QE, το σπιράλ της οικονομίας θα έχει εκτιναχθεί, θα έχουμε επενδύσεις και άλλα τόσα.
Ωραίο το παραμύθι, αλλά έχει δράκο και λέγεται Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Ο κ. Σόιμπλε μπορεί να μην είναι υπουργός Οικονομικών μετά τις εκλογές του 2017, αν και δεν θα έπαιζα το σπίτι μου γι’ αυτό το ενδεχόμενο. Και άλλος όμως να είναι, οι βασικές αρχές θα μείνουν ίδιες. Αν η Bundestag έχει εγκρίνει εκταμίευση για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης με γνώμονα και ένα Μεσοπρόθεσμο με αυτά τα πλεονάσματα, συγγνώμη, αλλά πιάσ’ τ’ αυγό και κούρεψ’ το.
Τα πράγματα είναι αρκετά απλά: το ΔΝΤ δεν μπορεί να επιβάλλει την όντως ορθολογική του θέση για χαμηλότερα πλεονάσματα. Το Ταμείο την έχει πατήσει στα άλλα δύο ελληνικά προγράμματα, έχει εκτεθεί σοβαρά και δεν θέλει να κάνει Τρίτη φορά το ίδιο λάθος. Αλλά, στην Ευρώπη ηγεμονεύει ο Σόιμπλε, ο άρχων του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού, του προϋπολογισμού του Schwarze Null, όπως λέγεται στη Γερμανία. Ο κ. Σόιμπλε δεν υπάρχει περίπτωση να επιδείξει δημοσιονομική ευελιξία, διότι έτσι θεωρεί πως κάμπτεται ο μεταρρυθιστικός ζήλος της εκάστοτε κυβέρνησης. Βέβαια, κάπου εκεί κάμπτεται και το επίπεδο αντοχής της και μετά ακολουθεί η επόμενη μνημονιακή κυβέρνηση και πάλι από την αρχή.
Εγώ συμφωνώ και με την κυβέρνηση και με την αντιπολίτευση: πρέπει να μειωθεί ο στόχος του πλεονάσματος. Συμφωνώ και με τον κ. Στουρνάρα (ο οποίος απηχεί και τις απόψεις του κ. Ντράγκι) και με το ΔΝΤ. Ποιος όμως μπορεί να επιβάλλει αυτή τη θέση απέναντι στον κ. Σόιμπλε και στους δορυφόρους του; Όσο παράλογο και αν ήταν το πλεόνασμα 4,5% που επέβαλλαν στον Σαμαρά, άλλο τόσο είναι και το 3,5%. Και μπορεί αυτός ο στόχος να πιαστεί για μια χρονιά, άμα ζήσουμε το ελληνικό boom της οικονομίας. Για πόσα χρόνια θα κρατήσει το θαύμα; Για πόσα χρόνια η οικονομία θα υπεραποδίδει, την ώρα που υπάρχει υπερφορολόγηση;
Ο στόχος για τα πλεονάσματα στο Μεσοπρόθεσμο χάνεται. Η κυβέρνηση μπορεί να προσπαθεί να το «σπινάρει» όσο θέλει και επίσης μπορεί όντως στη συνέχεια να κάνει τον ελιγμό με τα μέτρα για το χρέος για να το μειώσει. Αλλά, αφού βάλεις την υπογραφή σου, τα πράγματα είναι δύσκολα. Όπως δύσκολα είναι και για την αντιπολίτευση, τη ΝΔ δηλαδή, η οποία μιλά για «ανταλλαγή δημοσιονομικού χώρου με πραγματικές μεταρρυθμίσεις». «Δώσε μου μιάμιση μονάδα πλεόνασμα, να σου δώσω εγώ πραγματικές μεταρρυθμίσεις», λέει ο Μητσοτάκης, δηλαδή, αλλά δεν είναι εύκολο, καθόλου εύκολο.
Και ξαφνικά, για άλλη μια φορά, κυβέρνηση και αντιπολίτευση τσακώνονται για το ποιος φταίει που χύθηκε η καρδάρα με το γάλα. Το ζήτημα είναι όμως είναι πως καταλήξαμε πάλι όλοι μαζί να κλαίμε από πάνω της.