Υπάρχει κάτι που πραγματικά τρομάζει την Ουάσιγκτον και θα κληθεί να αντιμετωπισθεί αμέσως από τον επόμενο ένοικο του Λευκού Οίκου. Για πρώτη φορά μετά την κατάρρευση του διπολισμού, αμφισβητείται η ικανότητα της διοίκησης των ΗΠΑ να επιβάλει λύσεις στις διεθνείς διενέξεις, επιλύοντας ένα πρόβλημα που συνήθως θέτουν οι ίδιες, με την μορφή της αποσταθεροποίησης καθεστωτικών δομών στην κρατική ή/και οικονομική οντολογία χωρών και γεωπολιτικών περιοχών.
Υπάρχει εμφανές πρόβλημα διοίκησης της σύγχρονης παγκοσμιοποίησης από τις ΗΠΑ και αυτό είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα που δεν αφορά αποκλειστικά στην ηγεμονία, αλλά, ολοένα και περισσότερο, μοιάζει να θίγει το ζήτημα της επιβίωσης των κατεστημένων δομών στις ίδιες τις ΗΠΑ, αλλά και αυτών που θεμελιώνουν το σύγχρονο σύστημα ασφαλείας και οικονομικής σταθερότητας παγκοσμίως. Ο Μπαράκ Ομπάμα έκανε το λάθος να ενθαρρύνει και υπηρετήσει – με μέτρο και αντιφάσεις έστω – αναθεωρητικές πρωτοβουλίες και σχέδια αποσταθεροποίησης στη Νοτιοδυτική Ασία, Βόρειο Αφρική, Ευρασία ή ακόμη και στην ίδια την Ευρώπη. Και αυτό ενώ, όπως ο ίδιος ομολόγησε, πουθενά δεν διέθεται ένα αξιόπιστο «Σχέδιο Β» για την επόμενη μέρα των άμεσων ή έμμεσων επεμβάσεων ή απλώς ανεπίσημης εμπλοκής των ΗΠΑ.
Το μοντέλο μάλιστα των διεθνών σχέσεων και η μέθοδος άσκησης εξωτερικής πολιτικής από τις ΗΠΑ, φαίνεται να κλονίζεται από την απροθυμία συμμάχων της να συναινούν πλέον άνευ όρων στις επιλογές τους και από την πιθανότατα να απολέσουν το προνόμιο της «μυστικής πολιτικής και διπλωματίας» με κρίσιμες για τα συμφέροντά τους περιφερειακές δυνάμεις όπως είναι η Τουρκία και η Ρωσία. Στο βαθμό που Ρωσία και Τουρκία, Κίνα και Ρωσία, Τουρκία και Ιράν κλπ. αναπτύξουν δικά τους δίκτυα εμπιστευτικής συνεργασίας για τον από κοινού επηρεασμό των διεθνών πολιτικών και διαμόρφωσης συγκυριακών έστω μετώπων ανάσχεσης του ελέγχου περιφερικών ή και παγκόσμιων κρίσεων από τις ΗΠΑ, το ζήτημα της αναθεώρησης του γενικού μοντέλου άσκησης της μεταδιπολικής πολιτικής των ΗΠΑ θα εμφανιστεί ως επιτακτική ανάγκη και θα προκαλέσει πιθανότατα εσωτερική πολιτική κρίση εκεί και ευρύτερα κλυδωνισμό στη Δυτική Συμμαχία. Και αυτό προφανώς είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα ειρήνης -πολέμου, όπως και δημοκρατίας-οικονομίας που δεν πρέπει να κρυφτεί από τα μάτια της λεγόμενης διεθνούς κοινότητας και των επιμέρους κοινωνιών παγκοσμίως. Δεν είναι ζήτημα ψυχανάλυσης των ΗΠΑ πλέον! Είναι μάλλον μια υπόθεση κρίσης που καταλύει τους μέχρι σήμερα ψυχαναλυτικούς όρους άρθρωσης και μελέτης της πολιτικής στις ΗΠΑ και των ΗΠΑ.
Υπό αυτό το πρίσμα φαίνεται να εξετάζεται και να προβληματίζει η προχθεσινή συνάντηση μεταξύ του τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και του ρώσου ομολόγου του Βλαντίμιρ Πούτιν στην Αγία Πετρούπολη. Παρά τις γνωστές και μπανάλ επικοινωνιακές τακτικές που επιχειρούν να διασκεδάσουν τη νέα οντολογία που δομείται στη σχέση Ρωσίας-Τουρκίας, με παρηγορητικές σαχλαμάρες περί πρόσκαιρης «λυκοφιλίας» ή «αγεφύρωτων γεωπολιτικών αντιθέσεων» που σύντομα θα οδηγήσουν σε νέα κρίση μεταξύ Πούτιν και Ερντογάν, η απειλή για το παγκόσμιο στάτους της μιας και μοναδικής υπερδύναμης (ΗΠΑ) είναι υπαρκτή. Εάν η διοίκηση των ΗΠΑ χάσει την ικανότητα να παρεμβαίνει στη ρύθμιση των σχέσεων Ρωσίας-Τουρκίας και παράλληλα αναπτυχτεί ένα κλειστό δίκτυο εμπιστευτικής συνεργασίας (: μυστικής πολιτικής) – στο οποίο δεν θα έχουν επιρροή, ούτε καν πρόσβαση αμερικανοί -μεταξύ των δύο καθεστώτων, τότε πολλά θα πρέπει να αλλάξουν στην μεθοδολογία ανάπτυξης της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Και μάλιστα κατεπειγόντως.
Αυτό προφανώς προκαλεί αναστάτωση σε πολλά επίπεδα και μάλλον πανικό στα μιλιταριστικά και χρηματοπιστωτικά συμφέροντα παγκοσμίως. Όλοι αυτοί τώρα ζητούν από τον Ομπάμα να διορθώσει το λάθος του και να επιδείξει πολιτική ισχύος εναντίον της Τουρκίας και ταυτόχρονα λιγότερο συγκαταβατική συμπεριφορά προς τον Πούτιν. Προφανώς, όλοι αυτοί μοιάζει να περνούν κρίση υστερίας, χωρίς να καταλαβαίνουν πως ο «uni-multipolar world» του Samuel P. Huntington ήταν απλώς μια ιδέα – και ασφαλώς μια προσωρινή πολιτική πρακτική για την μετάβαση σε ένα Πολυπολικό Σύστημα – η οποία στο βαθμό που γίνεται αντιληπτή και εσωτερικεύεται ως ιδεολογία θα βυθίσει τις ίδιες τις ΗΠΑ σε σοβαρή κρίση και τον κόσμο ολόκληρο στο χάος, στην τρέλα και στον αυταρχισμό με τις κοινωνίες ακόμη και στην ΕΕ να εκφασίζονται με δραματική ταχύτητα.
Αν δώσουν οι αμερικανοί πολιτικοί μια ευκαιρία στο εαυτό τους να κατανοήσει τις ανησυχίες του Noam Chomsky και κυρίως την σκέψη και προσέγγιση του πλέον σοβαρού διανοητή επί της πολιτικής ιστορίας της διανόησης, ο οποίος πέθανε νωρίς, όταν πλέον αγαπούσε τις ΗΠΑ αθεράπευτα (Tony Judt), ίσως αποφύγουμε μια νέα παγκόσμια τραγωδία χωρίς όρια και σύνορα. Όσο για εμάς τους έλληνες, καλό θα ήταν να μάθουμε από την ιστορία μας και όχι να προβοκάρουμε ή σπεκουλάρουμε σαν ηλίθιοι με τον μύθο της ιστορικής μας συνείδησης.