Σύμφωνα με το ινστιτούτου Global Financial Integrity της Ουάσιγκτον στη δεκαετία 2001-2010 διέφυγαν μαύρα κεφάλαια από τις αναπτυσσόμενες χώρας της τάξεως των 6 τρισεκ. δολαρίων. Πρόκειται για ένα κρίσιμο μέγεθος στο οποίο αν προστεθεί και το αντίστοιχο ποσό των αναπτυγμένων χωρών, διαμορφώνεται ένα σύνολο που υπερβαίνει τα 15 τρισεκ. δολάρια το χρόνο συνολικά.
Τα κεφάλαια αυτά είναι προϊόν εγκληματικών δράσεων (ναρκωτικά, όπλα, πορνεία κλπ), αλλά και φοροδιαφυγής, κλοπής, παράνομων προμηθειών κ.ο.κ.
Το μέγεθος του ετήσιου μαύρου χρήματος υπερβαίνει το 25% του παγκόσμιου ΑΕΠ και προκαλεί με τις μετακινήσεις του και κυρίως το ξέπλυμμά του με την επανείσοδό του στην επίσημη οικονομία σοβαρές στρεβλώσεις στη λειτουργία των αγορών και του ανταγωνισμού, αλλά και στην άσκηση νομισματικής πολιτικής, ενώ προκαλεί πληθωριστικά φαινόμενα. Στην ουσία, η επέκταση του μαύρου χρήματος με ετήσιο ρυθμό πάνω από 13%, ακυρώνει την αποτελεσματικότητα των σταθεροποιητικών πολιτικών που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις.
Οι ειδικοί εκτιμούν ότι στο πλαίσιο μιας συνολικής επαναδιαπραγμάτευσης της λειτουργίας του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος πρέπει να ληφθούν δραστικά μέτρα στις ροές του μαύρου χρήματος, οι οποίες συνδέονται με ισχυρά συστήματα διαφθοράς και παράκεντρων εξουσίας.