Σημειώνει ο Δημήτρης Α. Γιαννακόπουλος
Θα σου μιλήσω αποφθεγματικά για την πολιτική φύση της ελληνικής δημοσιογραφίας, μέσα από τον δικό μου κόσμο, δηλαδή μέσα από το γνωστικό μοντέλο που σχημάτισα για αυτήν τα χρόνια που δούλεψα σε διάφορα και διαφορετικά ΜΜΕ στην Ελλάδα. Το πράττω καθώς η σημερινή, προκλητικά ανειλικρινής προστριβή μεταξύ φορέων της διαπλεκόμενης δημοσιογραφίας και την κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, έρχεται να μυθοποιήσει μάλλον, ακόμη περισσότερο τη σχέση του δημοσιογράφου με την πολιτική εξουσία, παρά να αναδείξει την δημοσιογραφική πραγματικότητα που αφορά στη κοινωνία και στον κάθε πολίτη ξεχωριστά.
– Ο δημοσιογράφος δεν είναι σάκος του μποξ, αν και πολύ θα ήθελε να εμφανίζεται και αυτοπροβάλλεται έτσι! Ο δημοσιογράφος είναι το γάντι του μποξ, το οποίο φορεί το αφεντικό του (: πάντα υπάρχει κάποιο αφεντικό, αν και δεν συμπίπτει πάντα με τον φυσικό εργοδότη του)! Αν πάψεις να είσαι «γάντι» – αρνηθείς να είσαι «γάντι του μποξ» – χάνεις το επαγγελματικό σου στάτους.
– Τα όρια ενός δημοσιογράφου δεν καθορίζονται από τα όρια της γλώσσας του – με την ευρεία έννοια του ύφους που περιλαμβάνει γνώση, εμπειρία και ταλέντο – αλλά από εκείνα της γλώσσας των συγκυριακών συμφερόντων τα οποία (εξ)υπηρετεί το αφεντικό του. Κρίση υφίσταται στο βαθμό που το πραγματικό αφεντικό του δημοσιογράφου, με την έννοια της πατρωνίας ασφαλώς, επιθυμεί την άρθρωση διαφορετικής γλώσσας σε μια συγκεκριμένη συγκυρία, από εκείνη την οποία καλλιεργεί/υποστηρίζει ο άμεσος εργοδότης του δημοσιογράφου. Η διαπλοκή επιλύει το ζήτημα: η γλώσσα είναι κοινή και το παιχνίδι ένα win-win game! Αυτό προσφέρει ασφάλεια, σταθερότητα, ουσιαστικά προνόμια, ισχύ για να αποκλείει ανταγωνιστές και ευμάρεια στον δημοσιογράφο μας! [Η πρόταση αυτή διαβάζεται και ανάποδα].
– Τα όρια της γλώσσας – και η μορφή της ασφαλώς- του δημοσιογράφου είναι τα όρια του νου του αφεντικού του. Αν ο δημοσιογράφος ξεπεράσει αυτά τα όρια θα τιμωρηθεί, εκτός αν η ίδια η ύπαρξη του αφεντικού κλονίζεται και έτσι απαιτείται και δικαιολογείται η υπέρβαση των ορίων του νου του!
– Αν ο δημοσιογράφος εννοούσε βαθύτερα την φράση του Pablo Neruda «μπορείς να κόψεις όλα τα λουλούδια, αλλά δεν μπορείς να εμποδίσεις την άνοιξη να έρθει», είτε θα είχε αυτοκτονήσει, είτε θα είχε αλλάξει επάγγελμα – αν μπορούσε!
– Οι δημοσιογράφοι που πάνε μπροστά σ’ αυτόν τον τόπο δεν είναι οι άνθρωποι του George Bernard Shaw, δηλαδή «αυτοί που σηκώνονται, αναζητούν τις συνθήκες που θέλουν, κι αν δεν τις βρουν τις διαμορφώνουν μόνοι τους», αλλά αυτοί που έχουν πάντα κάποιους άλλους που διαμορφώνουν για αυτούς τις κατάλληλες συνθήκες. Αν δεν αποδώσει ο δημοσιογράφος δεν θα φταίει αυτός αλλά οι ….συνθήκες!
– Η λαϊκίστρια δημοσιογράφος, πρωτοπόρος του αντιδραστικού ριζοσπαστισμού, Μαλβίνα Κάραλη, συνήθιζε να λέει: «Δεν υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί, έξυπνοι και χαζοί, όμορφοι και άσχημοι, υπάρχουν μόνο άνθρωποι που αγαπήθηκαν και άνθρωποι που δεν αγαπήθηκαν». Όσοι έλληνες δημοσιογράφοι προσπάθησαν να γίνουν αγαπητοί ή «μισητοί» διέπραξαν μεγάλα ή μικρότερα εγκλήματα, ή συνέβαλλαν να διαπραχθούν από άλλους εγκλήματα εις βάρος συνανθρώπων μας. Υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί, έξυπνοι και χαζοί, όμορφοι και άσχημοι, που αν φροντίσουμε να μεταπέσουν ισοπεδωτικά στη κατηγορία «άνθρωποι που αγαπήθηκαν και άνθρωποι που δεν αγαπήθηκαν» δεν κάνουμε δημοσιογραφία, αλλά αντιδημοσιογραφία και λαϊκισμό στα όρια του μεταμοντέρνου φασισμού! Κάνουμε εμπόριο το μοναδικό πράγμα που δεν έχει ανταλλακτική αξία: την αγάπη και τον έρωτα. Αν αυτά έχουν ανταλλακτική αξία και κοινωνική αναφορά, τότε δεν είναι έρωτας ή αγάπη, είναι προστυχιά και πορνογραφία!
– Ο σημερινός μεγαλοδημοσιογράφος ανήκει σε ένα μαφιόζικο παρελθόν που εκβιάζει το μέλλον για να κατασκευάσει μια μελλοντική/φαντασιακή εικόνα που εκβιάζει το παρόν! Είναι ένας στυγνός εκβιαστής ενός ηγεμονικού καθεστώτος, στον οποίο δεν θα μπορέσει ποτέ να απαγγείλει κατηγορίες κάποιος εισαγγελέας! Και αυτό, όχι μόνον επειδή δεν προβλέπεται από το νόμο, αλλά επειδή αυτός ο δημοσιογράφος-μας εμφανίζεται στο ρόλο του εκβιαστή και εισαγγελέως ταυτόχρονα. Αυτό βουρλίζει τον εισαγγελέα, αλλά …τι άλλο σημαίνει ελευθερία του Τύπου, της γνώμης, των ΜΜΕ!
– Ξεσηκώθηκαν πολλοί δημοσιογράφοι και καθημερινά ψέγουν τη κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα για την πρόθεσή της να ρυθμίσει το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο και το «διαδίκτυο». Μπορεί να έχουν δίκιο ως προς τις πονηρές προθέσεις της, αλλά τι θα πρέπει να υποθέσω εγώ ως προς τις δικές τους, από τη στιγμή κατά την οποία διαβάζοντας τις αναφορές τους είναι σαν να ξαναδιαβάζω το νεοφασιστικό μανιφέστο του Jörg Haider, στο βιβλίο του «Η Ελευθερία όπως την Εννοώ»;
– Φίλε δημοσιογράφε, το «πώς εννοείς την ελευθερία σου» είναι το ζήτημα! Δηλαδή, πώς χειρίζεσαι τη γλώσσα του αποκλεισμού και του λαϊκισμού! Η ελευθερία, για παράδειγμα, της σημερινής τηλεόρασης στην Ελλάδα –των λειτουργών της ασφαλώς – αποκλείει οτιδήποτε δεν έχει σεξουαλικό, σεξιστικό, ρατσιστικό, φοβικό, καψουριάρικο, αλήτικα συγκρουσιακό ή σκηνοθετημένα συγκρουσιακό, αφελές, απλοϊκό ή προπαγανδιστικό περιεχόμενο (: εμπορικό και πολιτικό μάρκετινγκ). Η γλώσσα των αφεντικών των ελληνικών ΜΜΕ είναι μια βρωμερή και ασφαλώς χυδαία γλώσσα, την οποία κάποιοι δημοσιογράφοι επιχειρούν να εξαγνίσουν εκφέροντάς την με εγωπαθή, φτιασιδωμένη μετριοπάθεια και εξοργιστικά επίπλαστη ουδετερότητα! Αυτοί είναι η πλέον άθλια περίπτωση, στο χώρο της δημοσιογραφίας.
– Η δημοσιογραφία έχει έννοια σήμερα μόνον ως ερευνητική δημοσιογραφία, η οποία ούτε ουδέτερη, ούτε απροκατάληπτη, ούτε αντικειμενική θα μπορούσε να είναι. Θα μπορούσε να είναι ωστόσο έντιμη, περιγράφοντας κατ’ αρχήν τον πολιτικό χώρο του αποκλεισμού που ορίζει την ελευθερία του δημοσιογράφου, ο οποίος υπογράφει το ρεπορτάζ: γιατί δεν είναι ουδέτερη, γιατί δεν είναι απροκατάληπτη και γιατί δεν είναι αντικειμενική η έρευνα! Αντί να συνθέτεις με την τηλεοπτική εικόνα ή την εικόνα του πρωτοσέλιδου της εφημερίδας ένα μεγάλο ψέμα μέσω της παράστασης μικρών αληθειών, θα μπορούσες να συνθέσεις μια μικρή αλήθεια εκθέτοντας τα μεγάλα ψέματα. Είναι δύσκολο; Όχι πάντως αδύνατον! Το κόλπο είναι να υποταχθείς ως δημοσιογράφος στο Υπερεγώ, που επιθυμεί να αναδείξει το παράδοξο και όχι κάποιο σκάνδαλο. Όποιος θέλει να σκανδαλίζει μέσω της ενημέρωσης έχει σοβαρό σύμπλεγμα, διεκδικώντας το δικαίωμα να το κάνει και σύμπλεγμα του κοινού του. Έτσι η αρμονία στην επικοινωνία θα επιτευχθεί στη βάση του συμπλέγματος!
– Η δημοσιογραφία για να γίνει σημαντική καριέρα θέλει γερό δόντι, κοφτερούς κυνόδοντες και δυνατούς τραπεζίτες! Το κόμμα παίζει ασφαλώς το ρόλο του, αλλά εδώ συμβαίνει απλώς την καριέρα να την αποκαλούμε δημοσιογραφία.
– Υπάρχουν καί αρκετοί καλοί δημοσιογράφοι στην Ελλάδα, αλλά τους περισσότερους από αυτούς δεν θα τους μάθεις ποτέ, αναγνώστη μου! Είναι αυτοί που τολμούν να κάνουν στους εαυτούς τους ερωτήσεις που δεν τόλμησαν να αρθρώσουν ευθέως κατά τη συνέντευξη ή το ρεπορτάζ. Και οι καλύτερες ερωτήσεις δεν διατυπώνονται ή εκφράζονται με καταδηλωτικά ερωτήματα, αλλά σημειολογικού χαρακτήρα υποδηλώσεις και προδηλώσεις! Μα, αυτό είναι «θέατρο», ίσως πεις! Όχι, είναι η δημοσιογραφία που αναδεικνύει το παράδοξο ως κριτική στη κανονικότητα και όχι ως σκάνδαλο. Για τη δημοσιογραφία το παράδοξο είναι ο κανόνας και η κανονικότητα η εξαίρεση, όπως για τον σοβαρό οικονομολόγο είναι η κρίση ο κανόνας και η ομαλή περίοδος ανάπτυξης η εξαίρεση. Αν δεις τον δημοσιογράφο να εμφανίζεται σοκαρισμένος, να ξέρεις πως χρειάζεται φτύσιμο αυτός ο απατεωνίσκος!