Η διαχείριση της Τουρκίας, το Σκοπιανό αλλά πρωτίστως η οικονομία θα καθορίσουν τις εξελίξεις – Κάθε πρωθυπουργός θέλει να εξαντλήσει την τετραετία του, αλλά λίγοι τα έχουν καταφέρει – Ο Τσίπρας δεν έχει λάβει ακόμη τις τελικές του αποφάσεις
Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Μπορεί οι μέρες του Πάσχα να προσέφεραν ορισμένες (απαραίτητες) στιγμές χαλάρωσης, αλλά η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με μια σειρά σοβαρών μετώπων, αμέσως μετά την επιστροφή όλων των κυβερνητικών στελεχών στη βάση τους.
Η Τουρκία συνεχίζει με αμείωτο ρυθμό τις προκλήσεις της, όπως φάνηκε και από το τελευταίο περιστατικό με το τουρκικό ελικόπτερο που απομακρύνθηκε από τη νησίδα Ρω μετά από απάντηση του ελληνικού στρατού με πραγματικά τροχιοδεικτικά πυρά.
Το Σκοπιανό παραμένει, επίσης, ανοιχτό και -παρά τις καλές προθέσεις της κυβέρνησης Ζάεφ, αλλά και της κίνησής του να δηλώσει ότι η πΓΔΜ δεν μπορεί να μπει στο ΝΑΤΟ, εφόσον δεν έχει λυθεί το ονοματολογικό, γεγονός που απελευθερώνει το χρονοδιάγραμμα των συζητήσεων- απαιτούνται υπερβάσεις, κυρίως από τη σκοπιανή πλευρά. Και, παράλληλα, ακόμα και αν έρθει κάποια λύση που δεν πρέπει να θεωρείται απίθανο, θα παραμένει η πρόκληση της ευρείας πλειοψηφίας, καθώς το Μαξίμου μπορεί να παίξει το χαρτί των 180 ψήφων. Κάτι που μπορεί πολιτικά να του βγει, αλλά μπορεί πολύ εύκολα και να γυρίσει μπούμερανγκ, με δεδομένη τη στάση των ΑΝΕΛ.
Από την άλλη και στο μέτωπο της οικονομίας οι εκκρεμότητες είναι μαζεμένες: η τέταρτη αξιολόγηση εύκολα ή δύσκολα θα κλείσει, τα προαπαιτούμενα θα δρομολογηθούν, αλλά δεν πρέπει να υπάρξει καμία καθυστέρηση που θα επηρεάσει τις παράλληλες συζητήσεις που θα λαμβάνουν χώρα αυτή την περίοδο. Αυτές αφορούν τον μηχανισμό που είναι υπό επεξεργασία για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, το πλαίσιο εποπτείας μετά τον Αύγουστο που είναι ακόμα ασαφές, αλλά και την αποδοχή του περίφημου εθνικού αναπτυξιακού σχεδίου που θα αφορά την περίοδο μετά το τέλος του Μνημονίου από τους πιστωτές, με ορισμένες πρωτεύουσες ήδη να έχουν επιφυλάξεις ότι η κυβέρνηση θα επιδιώξει για εκλογικούς λόγους να αναστρέψει μεταρρυθμίσεις που θεωρητικά είχαν κλείσει.
Η συγκυρία που διανύουμε από τώρα και ως το τέλος της άνοιξης προσομοιάζει με μια πρόσφατη περίοδο, την οποία ίσως έχουμε λησμονήσει: το φθινόπωρο του 2014. Και τότε βγαίναμε από το πρόγραμμα, και τότε εκκρεμούσε μια αξιολόγηση, και τότε αναζητείτο το πλαίσιο εποπτείας για την επόμενη μέρα και τότε υπήρχε το ενδεχόμενο των εκλογών ορθάνοιχτο στον ορίζοντα. Απλώς, σήμερα δεν υπάρχει το ορόσημο της προεδρικής εκλογής, όπως τον Δεκέμβριο του 2014.
Και μπορεί να μην υπάρχει μια αντίστοιχη συγκυρία, αλλά και ο χρόνος των εκλογών θα αποκρυσταλλωθεί αυτή την περίοδο περίπου. Μπορεί ο πρωθυπουργός να επιμένει ότι οι εκλογές θα γίνουν στον χρόνο τους, δηλαδή το φθινόπωρο του 2019, αλλά αυτό δεν είναι τίποτε άλλο παρά η επιδίωξή του. Πράγματι, ποιος πρωθυπουργός δεν θέλει να εξαντλήσει την τετραετία του; Το βάρος, όμως, των εξελίξεων μπορεί να οδηγήσει σε διαφορετικό πολιτικό υπολογισμό.
Αν πιστέψουμε τα όσα λένε σε σοβαρά πολιτικά κέντρα, τον χρόνο των εκλογών θα καθορίσουν κατά βάση οι εξελίξεις στην οικονομία, άρα, κυρίως το πλαίσιο εποπτείας και η δυνατότητα της κυβέρνησης να ασκήσει μια πιο «επεκτατική» δημοσιονομική πολιτική, με περισσότερες στοχευμένες παροχές.
Τις απαντήσεις θα τις έχουμε σύντομα, πριν τον Αύγουστο και αυτό είναι που οδηγεί ορισμένους να μην αποκλείουν εκλογές ακόμα και εντός του καλοκαιριού. Παραμένουν, όμως, και τα δύο βασικά σενάρια: είτε για κάλπες εντός φθινοπώρου, είτε για κάλπες μαζί με τις ευρωεκλογές και αφού έχει καταφέρει η κυβέρνηση να δώσει κάποια πράγματα, με το «γύρισμα» του χρόνου.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο κ. Τσίπρας ακόμα δεν έχει αποφασίσει. Θα το πράξει, όμως, σύντομα, προκειμένου να μην απωλέσει τη δυνατότητα της πρωτοβουλίας των κινήσεων, ακόμα και αν από ένα σημείο και μετά τα πράγματα δεν είναι μόνο στο χέρι του.