Για την ανατολικογερμανίδα Άγκελα Μέρκελ, η οποία ξεκίνησε την πολιτική της καριέρα στο καθεστώς του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος (ΕΣΚΓ) της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, κατέχοντας θέση στη νεολαία του κόμματος ως «γραμματέας για την υποκίνηση και την προπαγάνδα» και βρέθηκε Ηγέτιδα των Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών και Καγκελάριος της ενωμένης Γερμανίας, η ζωή μοιάζει με «σκοτεινό μυθιστόρημα». Στο οποίο όμως, όλο και περισσότεροι «ισχυροί του πλανήτη» ενδιαφέρονται να ρίξουν φως καθώς διαπιστώνουν πως έχουν να κάνουν με προσωπικότητα που απειλεί για χάρη των «εμμονών» της να τινάξει στον αέρα την παγκόσμια οικονομία.
Οι αναφορές στον διεθνή τύπο για την επικινδυνότητα της διακυβέρνησης Μέρκελ στην Ευρώπη είναι ουκ ολίγες, καθώς διαπιστώνεται όλο και πιο καθαρά πως η Καγκελάριος είναι πολιτικός εκφραστής του Γερμανικού Εθνικισμού που απειλεί να ισοπεδώσει την Ευρώπη, πίσω από τον οποίο κρύβονται συγκεκριμένα οικονομικά συμφέροντα, τα οποία και έχουν παίξει ασφαλώς σημαίνοντα ρόλο στην πολιτική εξέλιξή της.
Το γεγονός αυτό γίνεται ένα ισχυρό διαπραγματευτικό «χαρτί» για τον Έλληνα πρωθυπουργό, αφού οι μεγάλες παγκόσμιες οικονομικές δυνάμεις κατανοούν πως δεν είναι η Ελλάδα το «πρόβλημα», αλλά η ίδια η Γερμανία. Η δογματική εμμονή στη λιτότητα αποσταθεροποιεί την παγκόσμια οικονομία την ίδια στιγμή που μεταφέρει τεράστια οικονομικά πλεονάσματα στον ευρωπαϊκό βορρά και στους φορολογικούς «παραδείσους» που ελέγχει. Άλλωστε η περίπτωση της Κύπρου υπήρξε «κραυγαλέα» ως προς το σκέλος αυτό.
Αυτό δεν περνάει απαρατήρητο από τις μεγάλες παγκόσμιες οικονομικές δυνάμεις που έχουν συμφωνήσει σε μια «ανοιχτή αγορά» και αρχίζουν να συνειδητοποιούν πως η Γερμανία παραβιάζει τους «κανόνες», προς όφελος του Γερμανικού Εθνικισμού και των οικονομικών συμφερόντων που τον στηρίζουν.
Αυτή η κατανόηση που συναντά η Ελλάδα μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά χρήσιμη μπροστά στους γερμανικούς εκβιασμούς «ασφυξίας» καθώς θα της επέτρεπε να διερευνήσει και εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης από άλλους πόλους του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος, όπως για παράδειγμα η Αναπτυξιακή Τράπεζα των BRICS ή/και διακρατικές συμφωνίες με χώρες μη μέλη της Ε.Ε όπως η Νορβηγία και η Ελβετία. Τουλάχιστον μέχρι να αλλάξουν κάποιοι βασικοί συσχετισμοί μέσα στην Ευρώπη.
Το σενάριο δεν είναι πλέον εξωπραγματικό, συζητείται σε ορισμένους κύκλους και σύμφωνα με πληροφορίες μπορεί να ρεαλιστικοποιηθεί ακόμη περισσότερο, με τη συμμετοχή του ΔΝΤ. Έτσι, αφενός θα γίνει «bypass» η Γερμανία που θα υποστεί το σοκ και θα την αναγκάσει να υποχωρήσει και να αλλάξει η Ευρώπη, αφετέρου δε είναι μια πρώτη ευκαιρία να δοκιμαστεί μια «γέφυρα συνεργασίας» μεταξύ των υπολοίπων Μεγάλων Παιχτών, συμβάλλοντας θετικά στην αποκλιμάκωση διεθνών εντάσεων και στην άρση αμοιβαίων καχυποψιών.
Η επιτυχία βέβαια βρίσκεται στα χέρια της ελληνικής κυβέρνησης για να μην «κάψει το σενάριο». Με πόση μαεστρία θα το χειριστεί δηλαδή, ώστε να ασκηθεί μετά από …πάρα πάρα πάρα πολλά χρόνια, μια «πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική» σε έναν κόσμο που η παγκοσμιοποίηση των επικοινωνιών και της οικονομίας επιβάλλει νέες πολύ-πολικές ισορροπίες παγκόσμιας διακυβέρνησης.
Ο «μικρός Δαβίδ» έχει την ευκαιρία, ελέω…. Μέρκελ, να ξαπλώσει τον απομονωμένο «Γολιάθ». Θα το κάνει άραγε;