Η κρατική μηχανή οφείλει να εκσυγχρονιστεί και να βελτιώσει τις επιδόσεις της. Να ολοκληρώνει τους φορολογικούς ελέγχους μέσα στις προβλεπόμενες προθεσμίες και να επιβάλλει όσα πρόστιμα αναλογούν σε ενδεχόμενες παρανομίες.
Αυτό είναι το μήνυμα της νέας απόφασης που έλαβε το ΣτΕ, σύμφωνα με την οποία ισχύει η 5ετης παραγραφή και για τις υποθέσεις του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας. Είναι η δεύτερη σημαντική απόφαση μετά από αυτήν που αφορούσε σε παραγραφή υποθέσεων για καταθέσεις στο εξωτερικό, όπως για παράδειγμα στη λίστα Λαγκάρντ.
Την αποκάλυψη για τη νέα απόφαση κάνει η εφημερίδα Έθνος. Πρακτικά η απόφαση αυτή σημαίνει ότι χιλιάδες επιχειρήσεις στις οποίες διενεργήθηκε φορολογικός έλεγχος και διαπιστώθηκε ότι δεν είχαν αποδώσει ΦΠΑ γλιτώνουν οριστικά από τα σχετικά πρόστιμα και τους φόρους λόγω παραγραφής.
Η απόφαση ανοίγει τον δρόμο για την έκδοση νέων οδηγιών από την ΑΑΔΕ προς τη φορολογική διοίκηση.
Το σκεπτικό της απόφασης του ΣτΕ έχει ως εξής:
Μια μονοπρόσωπη Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης που είχε αντικείμενο την εμπορία τροφίμων και τηρούσε βιβλία τρίτης κατηγορίας του πρώην Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων κατά τη χρήση 2002, είχε ακαθάριστα έσοδα 939.007,44 ευρώ. Το 2004 προχώρησε στην υποβολή τροποποιητικής δήλωσης, προσαυξάνοντας τα ακαθάριστα έσοδά της στο 1.486.239,25 ευρώ.
Το 2010 ζητήθηκε από την εταιρεία να προσκομίσει στα βιβλία της για τη χρήση 2002 μαζί με τις συγκεντρωτικές καταστάσεις προμηθευτών- πελατών.
Ωστόσο δεν τα προσκόμισε και η ελεγκτική υπηρεσία προχώρησε το 2010 στον χαρακτηρισμό των βιβλίων ως ανακριβών και προσδιόρισε εξωλογιστικά τα ακαθάριστα έσοδά της σε 1.650.000 ευρώ. Στη συνέχεια εξέδωσε πράξη επιπρόσθετου ΦΠΑ ύψους 207.072,87 ευρώ καθώς και προσαυξήσεις ΦΠΑ 621.218,61 ευρώ λόγω ανακρίβειας της αρχικής δήλωσης.
Και μπορεί στο ενδιάμεσο να ψηφίστηκαν διατάξεις που παρέτειναν το δικαίωμα του Δημοσίου να επιβάλλει πρόσθετους φόρους και πρόστιμα, όμως, αυτές κρίθηκαν αντισυνταγματικές με απόφαση του ΣτΕ.