Γράφει ο Ceteris Paribus
Στην τούνδρα τα καλοκαίρια είναι σύντομα και οι χειμώνες παρατεταμένοι και βαριοί. Ο Αλέξης Τσίπρας ετοιμάζεται να «απολαύσει» το σύντομο καλοκαίρι της ελληνικής μεταμνημονιακής τούνδρας ελπίζοντας ότι θα μείνει στο πολιτικό παιχνίδι σαν κορυφαίος «παίκτης» κι ο Κυριάκος Μητσοτάκης φοβάται δικαίως ότι μπορεί να κληθεί να διαχειριστεί τη δυσμενή αλλαγή των μεταμνημονιακών «εποχών»…
Ενώ οι κυβερνητικοί πανηγυρικοί για την «καθαρή έξοδο» καλά κρατούν, το χρηματιστήριο δεν το… απολαμβάνει αναλόγως. Ο Γενικός Δείκτης βολοδέρνει κάτω από τις 800 μονάδες και οι τραπεζικές μετοχές υφίστανται διαρκές bulling. Αν τα πανηγύρια για την «καθαρή έξοδο» είχαν πραγματικό αντίκρισμα στην οικονομία, ο Γενικός Δείκτης θα έπρεπε τώρα να ξεπερνά τις 1.000 μονάδες και σύντομα να «βλέπει» τις 1.200. Όμως, εκεί που κερδίζονται και χάνονται χρήματα, φαίνεται ότι κανείς δεν παίρνει στα σοβαρά τους πανηγυρικούς.
Οι πανηγυρικοί μόλις άρχισαν, αλλά το πάρτι τελειώνει…
Όσον αφορά τις τράπεζες, η διεθνής αρθρογραφία εξακολουθεί να διέπεται από σκεπτικισμό ή και αρνητικές κριτικές, με επίκεντρο το πασιφανές δεδομένο των πού υψηλών επιπέδων «κόκκινων» δανείων – σε 30 δισ. ευρώ υπολογίσει τα δάνεια αμφίβολης εισπραξιμότητας η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) – ένα τρομακτικό νούμερο.
Όποιος προσέχει τα δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου για την Ελλάδα, βλέπει ότι η αισιοδοξία δεν περισσεύει. Έκθεση του γερμανικού Ινστιτούτου DIW εκτιμά ότι στην Ελλάδα η ανάπτυξη θα «αγκομαχά» τα επόμενα χρόνια, κυμαινόμενη μεταξύ 1 και 2% – ο ορισμός της αναιμικής ανάπτυξης. Για τα χρόνια μετά το 2022, μία μέρα μετά τις αποφάσεις του Eurogroup της 22ας Ιουνίου η Έκθεση Συμμόρφωσης της Κομισιόν εκτίμησε πως οι ρυθμοί ανάπτυξης θα προσγειωθούν περαιτέρω στο 1%. Όχι μόνο δεν φαίνεται στον ορίζοντα ένα λυτρωτικό «μπουμ» της οικονομίας που θα αναστρέψει τις συνέπειες μιας καταστροφικής οχταετίας, αλλά στις καλύτερες δυνατές διεθνείς συνθήκες διαφαίνεται η προοπτική μιας ανάπτυξης που θα έρπει αγκομαχώντας.
Και αυτό όμως δεν είναι απόλυτα βέβαιο, καθώς στηρίζεται στη μάλλον υπεραισιόδοξη εκτίμηση ότι το διεθνές οικονομικό περιβάλλον θα συνεχίσει να είναι ευνοϊκό. Επ’ αυτού, τα δεδομένα δεν είναι επίσης αισιόδοξα. Όλες οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για ολοκλήρωση του διεθνούς κύκλου ανάκαμψης το αργότερο το 2019-2020. Η ευρωπαϊκή οικονομία δείχνει ήδη σημάδια επιβράδυνσης, η δε αμερικανική βιώνει ήδη ένα μακροχρόνιο αναπτυξιακό κύκλο που φτάνει στα όριά του.
Μια φυσιολογική και αναμενόμενη κάμψη του οικονομικού κύκλου (κανένας δεν διαρκεί αιωνίως) δεν θα ήταν από μόνη της αιτία μεγάλων ανησυχιών, αν δεν υπήρχαν δύο παράγοντες που την κάνουν εξαιρετικά επίφοβη: Πρώτο, ότι όλοι οι χρηματο-οικονομικοί δείκτες είναι σε ιστορικά υψηλά – αποχρώσα ένδειξη αν όχι τεκμήριο ότι οι «φούσκες» στις αγορές είναι ευμεγέθεις. Δεύτερο, ο εμπορικός πόλεμος, που ήδη εξελίσσεται σε «τυφλό» και αν δεν ανακοπεί (κάτι που δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα), θα κλιμακωθεί αναπόφευκτα σε νομισματικό.
Μια είδηση είναι χαρακτηριστική για τους φόβους που υπάρχουν:
Σύμφωνα με μηνιαία δημοσκόπηση της BofA Merrill Lynch σε 231 διεθνή funds που διαχειρίζονται 663 δισ. δολάρια, οι fund managers έχουν ήδη μειώσει τις θέσεις τους σε μετοχές κατά 14%, στο χαμηλότερο επίπεδο από το Νοέμβριο του 2016, ενώ το 60% εξ αυτών θεωρούν τον εν εξελίξει εμπορικό πόλεμο το μεγαλύτερο κίνδυνο, με τα μεγαλύτερα επίπεδα επικινδυνότητας από την ευρωπαϊκή κρίση του 2012.
Αν δεν υπήρχε η διεθνής συγκυρία των χαμηλών τιμών καυσίμων και του το τουριστικού «μπουμ», η ελληνική οικονομία θα παραπατούσε ήδη. Οι προοπτικές είναι να συνεχίσει το αναπτυξιακό έρπειν μέχρι η διεθνής οικονομική συγκυρία να γυρίσει αρνητικά σε ένα ή το πολύ δύο χρόνια.
Απολαμβάνοντας το εφήμερο
Είναι βέβαιο ότι ο κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ θα προσπαθήσει να εξαντλήσει τα ωφελήματα από το διαγραφόμενο σύντομο καλοκαίρι της ελληνικής μεταμνημονιακής τούνδρας. Στη ΔΕΘ θα υποσχεθεί πολλά, από τα οποία λίγα -και συμβολικού χαρακτήρα- θα χρειαστεί να κάνει. Θα διακινδυνεύσει οριακά ακόμη και την έξοδο στις αγορές ή θα πραγματοποιήσει μία -και πιθανότατα μοναδική- πριν τις εκλογές, διότι ο χορός των υποσχέσεων αλλά και τα προεόρτια της διεθνούς επιβράδυνσης θα κάνουν τις αγορές εξαιρετικά επιφυλακτικές.
Εξάλλου, η έξοδος στις αγορές πρέπει να γίνει με ένα επιτόκιο που να «τιμά» την ένταση των κυβερνητικών πανηγυρισμών, αλλιώς δυνητικά μπορεί και να έχει αρνητική επίδραση στους κυβερνητικούς πολιτικούς σχεδιασμούς. Μόλις «μυριστεί» οποιοδήποτε αρνητικό γύρισμα της διεθνούς οικονομίας, ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποδράσει εσπευσμένα από την εξουσία ελπίζοντας να μείνει στο πολιτικό παιχνίδι βραχυκυκλώνοντας τη διακυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Αφήνοντάς τον να διαχειριστεί τα δύσκολα της πρώτης ουσιαστικής δοκιμασίας του πρότζεκτ της «καθαρής εξόδου». Δεν είναι λοιπόν καθόλου περίεργο που ο Κυριάκος Μητσοτάκης ζήτησε μόλις χθες τη διεξαγωγή εκλογών πριν τη ΔΕΘ.
Η πολιτική σκυταλοδρομία μεταξύ των κομμάτων εξουσίας χαρακτηρίστηκε συχνά από παράδοση σκυτάλης σε συνθήκες μεγάλων δυσκολιών: κάπως έτσι παρέδωσε ο Ανδρέας Παπανδρέου στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, αλλά και ο Κώστας Καραμανλής στον Γιώργο Παπανδρέου και ο Αντώνης Σαμαράς στον ΣΥΡΙΖΑ (με δεδομένο το τότε πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ). Όμως, η αλλαγή σκυτάλης μεταξύ Αλέξη Τσίπρα και Κυριάκου Μητσοτάκη ίσως αποδειχτεί ένα από τα μεγαλύτερα μεταπολιτευτικά πολιτικά «στησίματα»…