Δεν πρόκειται να σε ταλαιπωρήσω προσεγγίζοντας ξανά την ουτοπική φάρσα που συνιστούν οι διαδικασίες για την συνομολόγηση μιας νέας δανειακής σύμβασης των ελληνικών Αρχών με τους παράγοντες της τρόικας και την υιοθέτηση ενός νέου μνημονίου, το οποίο μεθοδολογικώς δεν διαφέρει από τα προηγούμενα, οδηγώντας σε απόλυτο στραγγαλισμό την κοινωνία, το κράτος και την οικονομία της αγοράς στην Ελλάδα. Αυτά τα πολυκουβεντιάσαμε, όπως συζητήσαμε όλες τις πιθανές λύσεις σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, καταλήγοντας σε τρείς εκδοχές: (1) λαϊκή επανάσταση ή (δεξιά) χούντα για έξοδο από την ΕΕ και ασφαλώς εθνικό νόμισμα με πρωτόγνωρο για την χώρα προστατευτισμό και γεωπολιτική αναθεώρηση με δραματικές ίσως τις πιθανές επιπτώσεις, (2) θεσμική αναθεώρηση της ΕΕ με την μετατροπή καταρχήν της ευρωζώνης σε ολοκληρωμένη οικονομική ένωση και πρόβλεψη για διεύρυνσή της ώστε να περιλάβει μια πολιτικά ενοποιημένη ΕΕ στο άμεσο μέλλον, (3) αποδοχή (ΝΔ, Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ) ή ανοχή (ηγεσία ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ) της επέκτασης της διαδικασίας εσωτερικής υποτίμησης με πλήρη πλέον αποδιοργάνωση της αγοράς, μοναδική στα μεταπολεμικά χρονικά φτωχοποίηση, μεγέθυνση της χρηματοπιστωτικής παθογένειας και του διαρθρωτικού προβλήματος στην παραγωγή, με διόγκωση του Κοινωνικού Ζητήματος και του πλήγματος στους δημοκρατικούς θεσμούς που καθιστά πλέον άκρως προβληματική την άσκηση οποιασδήποτε δημοκρατικής πολιτικής. Όλα τα διαθέσιμα οικονομικά στοιχεία από όλες τις επίσημες πηγές καταδεικνύουν το αδιέξοδο και προδίδουν την ανωμαλία που προκαλείται από το συγκεκριμένο νεοφιλελεύθερο και νεοσυντηρητικό μίγμα της στρατηγικής της τρόικας για την Ελλάδα. Και πλέον μετά την «συνθηκολόγηση των Βρυξελλών» από τον Αλέξη Τσίπρα, «επιβεβαιώνεται» πως οι εταίροι-πιστωτές της Ελλάδας δεν επιτρέπουν να υπάρξει καμία άλλη επιλογή.
Το (3) απαιτεί αυτή την στιγμή και έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση, την μεγαλύτερη δόση «σουρεαλισμού» για να θεωρηθεί αποδεκτή ή ανεκτή λύση για τον ελληνικό λαό και ασφαλώς είναι η επιλογή που προσβάλει απολύτως τη νομιμότητα και τον αναφερόμενο καταστατικό χαρακτήρα των ευρωπαϊκών πολιτικών. Για να εφαρμοστεί το (3) η Ελλάδα θα πρέπει να θεσπιστεί και ρητώς ως Υποτελής Πολιτεία, η οποία θα κυβερνάται στο πλαίσιο μίας μακροχρόνιας κατάστασης εκτάκτου ανάγκης που ασφαλώς θα ορίζεται από διαδοχικά πραξικοπήματα. Το τελευταίο θα λαβώσει ζωτικά τον σύγχρονο δημοκρατικό μύθο του ευρωπαϊσμού και θα προκαλέσει την αναγέννηση εθνικιστικών και αντιδραστικών κινημάτων σε αρκετές χώρες της ΕΕ, ενώ θα τροφοδοτήσει με καύσιμη ύλη τον ακροδεξιό λαϊκισμό παντού στον κόσμο.
Ο ολοκληρωτισμός του αυταρχικού νεοφιλελευθερισμού, έτσι όπως αποκρυσταλλώνεται ως πολιτική πρακτική επί του ελληνικού ζητήματος, είναι βέβαιο πως θα προκαλέσει ένα κύμα αμφισβήτησης στην οικονομία της αγοράς, η οποία εμφανίζεται ως ο κύριος ενοποιητικός μηχανισμός των κρατών και των κοινωνιών της ΕΕ. Και τούτο δεν μπορεί παρά να τροφοδοτήσει μία δραματική κρίση πολιτικής νομιμοποίησης των ευρωπαϊκών θεσμών και να προκαλέσει τάσεις για κόντρα ολοκληρωτισμό με εθνικοσοσιαλιστικά κυρίαρχα στοιχεία, ασχέτως αν αυτά ενσωματώνονται σε αριστερά ή δεξιά κόμματα και ομάδες πίεσης.
Αυτή είναι η πραγματικότητα με ιστορικούς και επιστημονικούς όρους και οτιδήποτε άλλο δεν είναι απλώς «σουρεαλισμός», όπως τον αντιλαμβάνεται ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, αλλά μάλλον ένας επικίνδυνα απολιτικός και ανήθικος υπερβατισμός: ένας αντιεπιστημονικός και ανιστόρητος ιδεαλισμός, ο οποίος αποτελεί μορφή μεταμοντέρνας φάρσας στον βαθμό που εμφανίζεται ως «ρεαλισμός»!
Άρα, αφού το (3) αποτελεί έναν εφιάλτη για την Ελλάδα και ένα τέρας για την δημοκρατική εξέλιξη της ΕΕ, ενώ το (1) προϋποθέτει αντικειμενικότητες που ούτε κατά διάνοια υφίστανται στο σημερινό κοινωνικοπολιτικό και παραγωγικό πλαίσιο της Ελλάδας, την στιγμή μάλιστα που δεν υπάρχει κανένα απολύτως προοδευτικό ευρωπαϊκό κίνημα που θα μπορούσε να το υποστηρίξει, αλλά αντίθετα τυχοδιωκτικά μορφώματα του ακροδεξιού λαϊκισμού, γιατί σπεύδουμε να πετάξουμε στα σκουπίδια την πρόταση Σόιμπλε «να δοθεί στην Ελλάδα μέσω ήπιων διαπραγματεύσεων ένα “διάλειμμα” από την ευρωζώνη για 5 χρόνια, με αναδιάρθρωση χρέους […] Η λύση του “διαλείμματος” θα πρέπει να συνοδευτεί από τη στήριξη της Ελλάδας ως μέλος της ΕΕ και των Ελλήνων πολιτών, με αναπτυξιακή, ανθρωπιστική και τεχνική βοήθεια τα επόμενα χρόνια. Η λύση αυτή θα πρέπει επίσης να προνοεί για τη βελτίωση των κανόνων της οικονομικής και νομισματικής ένωσης και για ξεκάθαρα μέτρα για την ενίσχυση της ευρωζώνης»;
Το ζήτημα αυτό συζήτησα χθες το βράδυ διεξοδικά με ένα νομικό σύμβουλο του κ. Σόιμπλε και διαπίστωσα πως αν μη τι άλλο, θα μπορούσε να αποτελέσει μία σοβαρή βάση για διαπραγμάτευση, προσφέροντας μία αναγκαία, αλλά όχι ικανή βραχυ-μεσοπρόθεσμη λύση στο ελληνικό ζήτημα της ευρωζώνης. Μάλλον έχω πειστεί πως το «time out» του Σόιμπλε είναι η αναγκαία επιλογή της συγκυρίας για να βγει η χώρα από το αδιέξοδο «της μη-επιλογής», στο οποίο κατέληξαν οι πολιτικώς αποτυχημένες διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, για να φτάσουμε σήμερα στο «σουρεαλιστικό» ο αριστερός έλληνας πρωθυπουργός να εμφανίζεται επιχειρηματολογώντας με τα master και nodal points του πολιτικού λόγου του δεξιού Αντώνη Σαμαρά.
Μετά την χθεσινοβραδινή συζήτηση κατάλαβα πως το «time out» του Σόιμπλε θα μπορούσε να μην είναι ένας πολιτικάντικος αντιπερισπασμός και ένα τέχνασμα εγκλωβισμού των ελληνικών πολιτικών στον αδιέξοδο πλέον μονόδρομο της σύζευξης του νεοφιλελευθερισμού με το νεοσυντηρητισμό, αλλά μία προσωρινή οδός διαφυγής που θα επέτρεπε με μία κεϋνσιανιστική πολιτική οικονομία να αντιμετωπιστεί τόσο το οξύ κοινωνικό ζήτημα της Ελλάδας, όσο και το εξ ίσου οξύ πρόβλημα παραγωγικής διάθρωσης.
Προφανώς αυτό το αναγκαίο «time out» για να αποκτήσει χαρακτηριστικά ικανής συνθήκης για αποτελεσματική αντιμετώπιση της κρίσης θα πρέπει να εξαρτηθεί τόσο από ένα πρόγραμμα δραστικής απομείωσης του ελληνικού χρέους, όσο και από ένα άλλο που θα αφορά σε έναν «ατομικό μηχανισμό» ευρωπαϊκών και άλλων επενδύσεων για την Ελλάδα, η οποία σε καμιά περίπτωση δεν θα έπρεπε να ανεχτεί την υπόρρητη μετατροπή της σε μία «ειδική οικονομική ζώνη» της ευρωζώνης.
Όλα αυτά είναι προφανώς ζητήματα πολιτικής διαπραγμάτευσης και σίγουρα ανοίγουν το πεδίο διαπραγμάτευσης της ελληνικής κυβέρνησης, αντί να το κλείνουν, όπως κάνει αυτή την στιγμή ο Αλέξης Τσίπρας, αποδεχόμενος το «learning-by-numbers» της τρόικας και τον προσωπικό του εξευτελισμό, παράλληλα με την δραματική πολιτική έκπτωση τόσο της ευρωπαϊκής αριστεράς, όσο και του ελληνικού κοινοβουλευτισμού, καθώς – όπως λένε οι φίλοι του στον ΣΥΡΙΖΑ – είναι προτιμότερο να χρεοκοπήσει μια πολιτική ρητορεία παρά η ελληνική κοινωνία!
Το «time out» του Σόιμπλε θα μπορούσε να είναι υπό τις παρούσες συνθήκες και υπό το συγκεκριμένο επικοινωνιακό και πολιτικό περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί σε ο, τι αφορά στο ελληνικό ζήτημα της ευρωζώνης, μία έντιμη και μοναδική με πραγματιστικούς όρους, πολιτική επιλογή. Είναι μία επιλογή που θα μπορούσε να λειτουργήσει εν αναμονή κρίσιμων θεσμικών αναθεωρήσεων, συντακτικού χαρακτήρα, της ΕΕ. Εάν δεν υπάρξουν αυτές είναι πρόδηλο πως η επιλογή αυτή θα οδηγούσε με συντεταγμένο τρόπο σε ένα βελούδινο διαζύγιο με την ευρωζώνη μετά από κάμποσα χρόνια και αν προηγουμένως αυτή δεν είχε διαλυθεί με άλλο τρόπο. Η βραχυ-μεσοπρόθεσμη λύση του «time out» θα έδινε σε κάθε περίπτωση την αναγκαία ανάσα τόσο στην Ελλάδα όσο και στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, έτσι ώστε να αναθεωρηθεί το παράδοξο και σφοδρά αντιδημοκρατικό καθεστώς της νομισματικής ένωσης και να μην σβήσει η προοδευτική προοπτική της μεταμόρφωσης της ΕΕ σε έναν ειρηνικό και δημοκρατικό πόλο του διεθνούς συστήματος. Ίσως αυτό το «time out» να αναζωογονούσε την πολιτική στην ΕΕ και διεθνώς μαζί με το προοδευτικό κίνημα και να διαμόρφωνε συνθήκες ανάπτυξης και ανταγωνισμού στην Ελλάδα, που δεν θα προϋπέθεταν την προηγούμενη βύθισή της στην υπανάπτυξη.