Επισημαίνει ο Δημήτρης Α. Γιαννακόπουλος
Έχει αλλάξει ο κόσμος αναγνώστη μου, αλλά δυστυχώς δεν μπορούμε να τον παρακολουθήσουμε, επειδή σκεφτόμαστε και λειτουργούμε με τις αναπαραστάσεις και τις κατηγορίες του προηγούμενου: εκείνου της μοντέρνας, βιομηχανικής και νεωτερικής εποχής. Η δημοσιογραφία μιλά μια παγκόσμια γλώσσα που αναπαριστά σχήματα εξουσίας του παρελθόντος, ενώ προσεγγίζει ηγεμονικές συμπεριφορές σαν την κουτσομπόλα της γειτονιάς. Πέραν του σκανδαλισμού δεν υπάρχει τίποτε. Και δεν γίνεται τίποτε χωρίς σκάνδαλο. Είναι σαν ο κόσμος ολόκληρος να κινείται από σκάνδαλα και όχι από τα παράδοξα της δημοκρατίας, της καπιταλιστικής οικονομίας, των σύγχρονων διεθνών θεσμών και της σχέσης αυτών με τους εθνικούς θεσμούς κυριαρχίας. Ζούμε σαν ιστορική φάρσα την εποχή του Καρλ Κράους, χωρίς να διαθέτουμε μια χούφτα έστω Καρλ Κράους!
Όσοι δημοσιογράφοι τον μιμούνται από δεξιά είναι τιποτένια φασιστοειδή, ενώ όσοι τον μιμούνται από αριστερά μίζεροι, επιφανειακοί και κοντόφθαλμοι παπαγάλοι ενός Μπέρτολτ Μπρεχτ, ο οποίος σε αντίθεση με αυτούς, έγραφε για τα ποντίκια που επιβιβάζονται στο πλοίο που βυθίζεται και όχι για αυτά που δραπέτευαν πρώτα από το πλοίο πριν βυθιστεί. Για ποιά ποντίκια γράφουν σήμερα οι αριστεροί και γιατί; Η δαιμονολογία δεν είναι αριστερά με την έννοια του προοδευτικού κινήματος, είναι ολοκληρωτικό ιδεολόγημα και ένας μηχανισμός ψυχολογικού ελέγχου που σε τίποτε δεν διαφέρει μεθοδολογικώς από τον μηχανισμό ψυχολογικού ελέγχου των μαζών, όπως ασκείται από τους δεξιούς δημοσιογράφους ή τους νεοφιλελεύθερους.
Η αυθεντική δημοσιογραφία του Καρλ Κράους έρχεται να καταγγείλει στη κοινωνία αυτόν τον μηχανισμό ψυχολογικού ελέγχου είτε από δεξιά, είτε από αριστερά: Να απελευθερώσει τον άνθρωπο από την υποκρισία, την φοβία και την ψύχωση που προκαλούνται από τους πολιτικούς, δημοσιογράφους και επιστήμονες που δαιμονοποιούν σχέσεις για να κερδίσουν οι ίδιοι μια θέση στο πολιτικό, κοινωνικό, ακαδημαϊκό ή οικονομικό στερέωμα. Η δημοσιογραφία του Καρλ Κράους καταγγέλλει την ανωμαλία των ψυχωτικών, που εμφανίζονται από τα ΜΜΕ και τα κόμματα σαν γητευτές του λαού και λυτρωτές της ψυχής και της οικιακής οικονομίας μας. Ο κόσμος αναπαρίσταται ως φρενοκομείο, καθώς είναι τώρα περισσότερο παρά ποτέ που η ψύχωση και οι διαταραγμένοι κάνουν μόδα και διεκδικούν την θεραπεία μας.
Το ζήτημα της ειρήνης και του πολέμου, όπως και αυτό της ισότητας και της ελευθερίας, παραμένουν ασφαλώς τα βασικά προβλήματα και κατά τη σημερινή εποχή της μετάβασης σε μια νέα περίοδο της ανθρωπότητας, όπου το ζήτημα δεν είναι ποιος κερδίζει τον πόλεμο, αλλά ποιος κερδίζει την ανθρωπιστική επιχείρηση, η οποία συνδέεται με την ειρήνευση και την οικονομική και θεσμική κανονικότητα. Έτσι ο πραγματικός, πολιτικός πόλεμος ξεκινά μόλις τελειώσουν οι μάχες. Ο πραγματικός, σύγχρονος πόλεμος γίνεται για τον έλεγχο των ανθρωπιστικών επιχειρήσεων μετά από μία καταστροφή ή κατάρρευση που επήλθε με στρατιωτικά ή οικονομικά μέσα.
Αυτό και μόνο αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα νέο παγκόσμιο πόλεμο. Αυτό είναι ακριβώς που δεν σου λέει ο δημοσιογράφος, αλλά σίγουρα θα σου έλεγε αν αποτελούσε «απόγονο» του Κράους, του Μπρεχτ ή του Βιτγκενστάιν. Στη Συρία η διεθνής διαμάχη αφορά ακριβώς σε αυτό το ζήτημα (: τον έλεγχο των ανθρωπιστικών επιχειρήσεων). Εκεί θεμελιώνεται η πραγματική ηγεμονία και από εκεί …θα βγουν τα λεφτά! Κάτι ανάλογο γίνεται στην Ουκρανία και κάτι παρόμοιο ετοιμάζεται να γίνει στην Τουρκία. Αυτό, αναγνώστη μου, αφορά και στην εξέλιξη της ελληνικής κρίσης. Το ζήτημα και εδώ είναι ο έλεγχος των «ανθρωπιστικών επιχειρήσεων» μετά την δραματική κατάρρευση της ελληνικής εθνικής οικονομίας και το τεράστιο κοινωνικό ζήτημα που προέκυψε και μεγεθύνεται εξαιτίας αυτής.
Η φιλολογία για μια νέα ρύθμιση του χρέους (δημόσιο και ιδιωτικό) αποτελεί κεντρικό στοιχείο ενός μηχανισμού ψυχολογικού ελέγχου του ελληνικού λαού εν είδη μεταμοντέρνας «ανθρωπιστικής επιχείρησης». Το πολιτικό ζήτημα σε διεθνές και όχι μόνον ευρωπαϊκό επίπεδο, είναι ποιος θα ελέγξει αυτή την «ανθρωπιστική επιχείρηση» και υπό ποίους όρους. Η κατάληξη αυτού του «ελέγχου» θα διαμορφώσει και τους νέους συσχετισμούς στην εσωτερική πολιτική σκηνή. Και ασφαλώς δεν αλλάζει τίποτα σε ο, τι αφορά στην μαρξιστική άποψη πως αυτός που ελέγχει το χρέος (δηλαδή τις πολιτικές αναδιάρθρωσης του χρέους), ελέγχει και τον πλούτο του λαού αναφοράς, διαμορφώνοντας το μελλοντικό καθεστώς ειρήνης και κανονικότητας σε ο, τι τον αφορά. Μόνον που ο αγώνας για έλεγχο και αυτής της εμφανιζόμενης ως δίκαιης και ευαίσθητης κοινωνικά «ανθρωπιστικής επιχείρησης» μπορεί να καταλήξει σε μορφή παγκοσμίου πολέμου.
Αυτός ο Αύγουστος θα ανήκε στο 2016 στον βαθμό που περιείχε μία και μοναδική είδηση: τον πραγματικό πόλεμο που γίνεται με όλα τα μέσα και παντού στον κόσμο για την δημιουργία κρίσεων που θα απαιτήσουν δραστική παρέμβαση για «ανθρωπιστικές επιχειρήσεις». Όποιο πολιτικό καθεστώς κλονίζεται από τις κρίσεις αυτές έρχεται αντιμέτωπο με την διάλυσή του. Και όποια πολιτική κοινότητα με την μορφή της εθνικής οντότητας δεν πετυχαίνει με δικά της μέσα ή με διαπραγματευτική δεινότητα, σοβαρότητα, εντιμότητα και μαχητικότητα να επιλύσει σύντομα κρίσεις οικονομικού ή πολιτικού χαρακτήρα κινδυνεύει με διαμελισμό και παράδοση σε εκείνους που θα κερδίσουν τον πόλεμο για τον έλεγχο των «ανθρωπιστικών επιχειρήσεων». Και αυτή η «υπόθεση εργασίας» αφορά σε όλες τις σύγχρονες μορφές διενέξεων και συγκρούσεων.
Όλοι οι πόλεμοι, τα πραξικοπήματα και οι εμφύλιες διαμάχες στην εποχή μας εμφανίζονται να είναι ανθρωπιστικού χαρακτήρα, ακριβώς για να νομιμοποιηθεί στην συνέχεια και μετά την καταστροφή, ο πόλεμος για τον έλεγχο της «ανθρωπιστικής επιχείρησης» που θα επακολουθήσει. Αν αυτός ο πόλεμος είναι σικέ ή είναι γνωστή η κατάληξή του σύμφωνα με την θεωρία των παιγνίων, τότε ο έλεγχος της «ανθρωπιστικής επιχείρησης» θα καταλήξει σε διαδικασίες ειρήνευσης. Αν, ωστόσο, διαταραχθεί το μονοπώλιο στον έλεγχο των «ανθρωπιστικών επιχειρήσεων» – που αντιστοιχεί σε κρίσιμο βαθμό στο modus vivendi της Pax Americana – τότε πράγματι ο κόσμος μας από ρυθμισμένο «φρενοκομείο» θα έχει μετατραπεί σε ένα χαοτικό σύστημα, όπου ένας νέος παγκόσμιος πόλεμος θα έχει ξεκινήσει χωρίς κανείς να τον έχει κηρύξει.