Του Γιώργου Ευγενίδη
Η τροπή που έχει πάρει η προσφυγική κρίση δεν αντιλαμβάνομαι τι περιθώριο για αισιοδοξία αφήνει, σε περίπτωση που η Τουρκία δεν αποφασίσει να συνεργαστεί. Σε αντίθετη περίπτωση, γύρω από τον ίδιο άξονα θα περιστρεφόμαστε, τα ίδια πράγματα θα λέμε και, στο μεταξύ, η κατάσταση θα γίνεται όλο και χειρότερη.
Στο ενδιάμεσο, οικοδομούνται με όλο και μεγαλύτερη σαφήνεια δύο στρατόπεδα εντός της ΕΕ: το ένα επενδύει σε μια συνολική ευρωπαϊκή λύση, το άλλο πιέζει μεν για μια ευρωπαϊκή λύση, η οποία όμως θα είναι πολύ πιο αυστηρή από αυτή που ήδη προτείνεται και εφαρμόζεται (;) και για να το πετύχει αυτό, χρησιμοποιεί ως μέσο μόχλευσης τις εθνικές ατζέντες και τις εθνικά μονομερείς κινήσεις, όπως το κλείσιμο των συνόρων.
Κορυφαίοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, όπως ο Ντόναλντ Τούσκ, ο Ζαν-Κλωντ Γιούνκερ και φυσικά η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ πλειοδοτούν τις τελευταίες μέρες σε ευρωπαϊσμό και αλληλεγγύη προς την Ελλάδα, λέγοντας πως δεν θα αφήσουν τη χώρα μας μόνη της να διαχειριστεί μια τόσο σοβαρή κρίση. Η αλήθεια είναι πως από το τίποτα, καλύτερες ακόμα και οι ατελείς παρεμβάσεις. Ιδίως, όταν εμείς δεν διαθέτουμε ούτε την κατάλληλη ηγεσία, ούτε τον απαραίτητο στρατηγικό σχεδιασμό, προκειμένου να διαχειριστούμε την κατάσταση, ακόμα και αν σε ορισμένες πτυχές της μας υπερβαίνει. Κάπως έτσι οδηγούμαστε για πρώτη φορά στα ευρωπαϊκά χρονικά να εκπονείται σχέδιο εκτάκτου ανάγκης για κράτος-μέλος της ΕΕ, με ένα πολύ σημαντικό χρηματικό ποσό, το οποίο όμως θα πάει απευθείας στους πρόσφυγες και όχι στις κρατικές δομές, προκειμένου να μην χαθεί στα γρανάζια της ελληνικής γραφειοκρατίας. Και κάπως έτσι οδηγούμαστε και σε παρεμβάσεις των κορυφαίων Ευρωπαίων αξιωματούχων υπέρ μας, τόσο σε δημόσιες δηλώσεις τους όσο και στις επίμαχες Συνόδους Κορυφής. Γιατί, δεν υπάρχει αμφιβολία πως τόσο οι Βρυξέλλες όσο και το Βερολίνο θα ταχθούν κατά των μονομερών κινήσεων και πρωτοβουλιών στην ερχόμενη Σύνοδο Κορυφής, στις 7/3.
Το βασικό ερώτημα που τίθεται πλέον με σαφήνεια όμως είναι: τι σημασία έχουν όλα αυτά; Με τη σειρά του το αντίπαλο στρατόπεδο, οι χώρες που δεν διστάζουν να καταφεύγουν σε εθνικές λύσεις, ορισμένες εκ των οποίων, όπως η Ουγγαρία, έχουν προσφύγει και σε ακραία μέσα, όπως η προκήρυξη δημοψηφίσματος για το πρόγραμμα μετεγκατάστασης προσφύγων, έχει καταστήσει σαφές πως η λύση θα προκύψει μόνο από τη μείωση του αριθμού των ανθρώπων που φτάνει σε ευρωπαϊκό έδαφος. Με βάση τη δική τους συλλογιστική, όσο αυτός ο αριθμός δεν μειώνεται στην Ελλάδα, θα μειώνεται σε άλλη σημεία της διαδρομής, με πρωτοβουλία των εθνικών κρατών. Μένει να φανεί, τι μέσα πίεσης διαθέτουν το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες, προκειμένου να αναστρέψουν αυτές τις εθνικά μονομερείς αποφάσεις και να ανακτήσουν τον έλεγχο της κατάστασης. Διότι, σε ευρωπαϊκά κέντρα, όπως είναι σε θέση να γνωρίζει το RP, δεν είναι λίγοι εκείνοι που συζητούν πως οι πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται τώρα, παραπέμπουν στη γνωστή φράση “too little, too late”. Πολύ λίγα, πολύ αργά, ελληνιστί. Κάτι που επιβεβαίωσε grosso modo και ο Γιάννης Μουζάλας, λέγοντας πως η Ειδομένη δύσκολα θα ξανανοίξει, με αποτέλεσμα πλέον η Ελλάδα να μετατρέπεται σε χώρα φιλοξενίας.
Επομένως, η κατάσταση που επικρατεί στο προσφυγικό δεν αποκλείεται να λειτουργήσει ως καταλύτης και για το άλλο project, το οποίο συζητείται πίσω από τις κλειστές ευρωπαϊκές πόρτες και το οποίο αποκάλυψε στο κυριακάτικο πρωτοσέλιδό της και η εφημερίδα Real News. Τη μετατροπή της Ευρώπης, επί της ουσίας, από ολότητα σε άθροισμα…ταχυτήτων. Πολλαπλές ταχύτητες λοιπόν, τόσο στις υποχρεώσεις όσο και στα δικαιώματα. Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει ποια θα είναι η τελική μορφή αυτού του σχεδίου, αν τελικά χρειαστεί, πλην όμως πολλοί φοβούνται πως οι εξελίξεις στο προσφυγικό μπορεί να λειτουργήσουν ως καταλύτης για την επιτάχυνσή του.