Η τουρκική λίρα, που συνεχίζει να υφίσταται τη μια πτώση ρεκόρ πίσω από την άλλη, κατέρρευσε για ακόμη μια φορά χθες Τρίτη, φθάνοντας σε νέο ιστορικό χαμηλό, με την ισοτιμία του έναντι του αμερικανικού δολαρίου να υποχωρεί σχεδόν στο 13:1, βυθίζοντας ακόμη πιο βαθιά τη χώρα στην οικονομική κρίση.
Το μεσημέρι, η νέα τουρκική λίρα έχανε 17% μέσα σε μία ημέρα και η ισοτιμία της έναντι του αμερικανικού δολαρίου έφτασε στο ιστορικό χαμηλό επίπεδο 13,46 λίρες/δολάριο.
Η πολλοστή κατακρήμνισή της καταγράφηκε την επομένη της διαβεβαίωσης του τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πως η χώρα δεν θα αλλάξει νομισματική πολιτική, θα συνεχίσει να «αντιστέκεται στις πιέσεις» εκείνων που πιέζουν για αύξηση των επιτοκίων.
Το βράδυ της Δευτέρας, εξερχόμενος από συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, ο Ερντογάν έφθασε στο σημείο να καταγγείλει «συνωμοσία» εναντίον της τουρκικής οικονομίας.
Η τοποθέτησή του αυτή το δίχως άλλο συνέβαλε στην κατάρρευση του τουρκικού νομίσματος μερικές ώρες αργότερα. Εξέλιξη που καταγράφηκε ενώ ήδη, για μεγάλο μέρος του πληθυσμού, το κόστος ζωής είναι αβάσταχτο. Ορισμένοι προσπαθούν να αποταμιεύσουν ποσά σε χρυσό, καθώς ο πληθωρισμός έχει φθάσει –επισήμως– σχεδόν στο 20% από την αρχή της χρονιάς.
Σε ό,τι αφορά τον τούρκο μισθωτό, ο καθαρός κατώτερος μισθός συρρικνώθηκε από τα 380 δολάρια (σχεδόν 338 ευρώ) τον Ιανουάριο στα 224 δολάρια (199 ευρώ) χθες στην ισοτιμία της ημέρας.
Την περασμένη Πέμπτη, η τουρκική κεντρική τράπεζα μείωσε ξανά το κατευθυντήριο επιτόκιό της –για τρίτη φορά μέσα σε λιγότερους από δυο μήνες–, από το 16% στο 15%, όπως αξίωνε ο τούρκος πρόεδρος, που εκφράζει πάντα την εχθρότητά του στα υψηλά επιτόκια, κατ’ αυτόν τροχοπέδη στην οικονομική ανάπτυξη, άποψη που δεν συνάδει ακριβώς με την τρέχουσα οικονομική ορθοδοξία.
Για τον Τίμοθι Ας, αναλυτή της BlueBay Asset Management ειδικευμένο στην Τουρκία, ο πρόεδρος Ερντογάν «έχει χάσει τον έλεγχο. Μηδέν διακυβέρνηση, μηδέν αξιοπιστία. Δεν υπάρχει πια κεντρική τράπεζα στο τιμόνι».
Ο πρόεδρος Ερντογάν, η δημοτικότητα του οποίου βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο από οποτεδήποτε τα 19 χρόνια που ασκεί την εξουσία, μοιάζει να επιδιώκει οικονομική ανάπτυξη με κάθε κόστος, ελπίζοντας προφανώς πως χάρη σε αυτή θα επανεκλεγεί το 2023. Η μείωση των επιτοκίων –όπως το βλέπει ο κ. Ερντογάν– θα φθηνύνει τις τουρκικές εξαγωγές, θα συμβάλει να γίνουν επενδύσεις, θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας.