Γράφει ο Ceteris Paribus
Όταν το μακρινό 2001 κατέρρευσε ο αμερικανικός ενεργειακός κολοσσός Enron, αποδείχτηκε ότι όλα τα συστήματα εγγύησης της αξιοπιστίας των εταιρειών ήταν διάτρητα. Η ελεγκτική εταιρεία Arthur Andersen, εκ των 5 κορυφαίων παγκοσμίως, αποδείχτηκε ότι «έκανε τα στραβά μάτια» σε λογιστικές ατασθαλίες της Enron, χάρη στις οποίες εμφανιζόταν κραταιά και κερδοφόρα, ενώ στην πραγματικότητα ήταν υπό κατάρρευση – το αποτέλεσμα ήταν η Arthur Andersen να καταρρεύσει μαζί με την Enron. Αλλά και το κύρος των περιβόητων οίκων αξιολόγησης δεν ετρώθη λιγότερο: η μετοχή του ενεργειακού κολοσσού περιβαλλόταν με το κύρος της κορυφαίας αξιολόγησης ΑΑΑ μέχρι και την ημέρα που αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο και κατρακύλησε στα Τάρταρα. Μέτοχοι, κράτος, πιστωτές και εργαζόμενοι πλήρωσαν τότε πολύ ακριβά το γεγονός ότι οι «φύλακες» αποδείχτηκαν «τυφλοί»…
Στα χρόνια ύστερα από το 2001, η παγκόσμια οικονομία μάς έδωσε πολλά ακόμη λαμπρά παραδείγματα τύφλωσης των «φυλάκων». Η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 στις ΗΠΑ και 2009 στην Ευρώπη, ξέσπασαν ενώ οι αξιολογήσεις όχι μόνο των κρατών αλλά και των εταιρειών ήταν λαμπρές. Ακόμη και το αξιόχρεο της Ελλάδας βαθμολογούνταν μέχρι και τις αρχές του 2010, λίγους μήνες πριν την καταστροφή, με το περίοπτο ΑΑ ενώ τα ελληνικά κρατικά ομόλογα βρέθηκαν με αποδόσεις καλύτερες των ιταλικών και μερικές μόνο δεκάδες μονάδων βάσης πάνω από τα γερμανικά.
Όταν το «πάρτι» έλαβε αιφνιδίως τέλος, ένα από τα μεγάλα αιτήματα ήταν η αποκατάσταση της αξιοπιστίας των «φυλάκων», που είναι υποτίθεται ταγμένοι να λένε την αλήθεια για την πραγματική κατάσταση κρατών και εταιρειών και τα ρίσκα που αναλαμβάνουν οι επενδυτές απέναντί τους: οίκων αξιολόγησης, ελεγκτικών εταιρειών, αλλά πρωτίστως κεντρικών τραπεζών και κρατικών ελεγκτικών αρχών.
Οκτώ χρόνια ύστερα από το ξέσπασμα της κρίσης, αυτό το αίτημα δεν έχει ικανοποιηθεί. Αντίθετα, πυκνώνουν οι ενδείξεις ότι ο μηχανισμός «φύλαξης» πάσχει στον πυρήνα του: τις κεντρικές τράπεζες! Η UBS αποκάλυψε πρόσφατα αυτό που ήταν κοινό μυστικό για τους γνωρίζοντες κάποια πράγματα παραπάνω: ότι η παράδοξη εικόνα του ράλι των χρηματιστηρίων ύστερα από το πρώτο σοκ του Brexit οφείλεται στη μαζική και συντονισμένη παρέμβαση των κεντρικών τραπεζών που βγήκαν αγοραστές απέναντι στη μάζα των πωλητών. Οι κεντρικές τράπεζες, λοιπόν, ωραιοποίησαν την εικόνα της διεθνούς οικονομίας ύστερα από ένα μείζον πολιτικό γεγονός.
Ωστόσο, αυτό δεν είναι μικροπταίσμα μπροστά σε αυτό που ετοιμάζεται να κάνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) με την αυριανή ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των ευρωπαϊκών τραπεζικών stress tests – αν επαληθευτούν οι πληροφορίες όλων των μεγάλων διεθνών ΜΜΕ, που «υποστηρίζονται» από την κίνηση των ευρωπαϊκών αγορών όσον αφορά τις τραπεζικές μετοχές.
Σύμφωνα με αυτές τις πληροφορίες, λοιπόν, από τον έλεγχο 51 συστημικών ευρωπαϊκών τραπεζών θα «κοπεί» μόνο μία τράπεζα, η ιταλική Monte dei Paschi di Siena, η οποία είναι σε τόσο προφανή και ανοιχτή κρίση, ώστε είναι αδύνατο να «προβιβαστεί» (η μετοχή της κανιβαλίζεται στο χρηματιστήριο, ενώ συχνά τίθεται εκτός διαπραγμάτευσης)…
Τα ίδια μεγάλα διεθνή ΜΜΕ που μεταδίδουν αυτές τις πληροφορίες, μεταδίδουν επίσης ταυτόχρονα και κάποιες άλλες, στις οποίες έχουν πρόσβαση όχι μόνο επενδυτές αλλά και εκατομμύρια Ευρωπαίων πολιτών:
– Ότι οι πορτογαλικές τράπεζες έχουν μεγάλο πρόβλημα και χρειάζονται άμεσα στήριξη.
– Ότι οι ιταλικές τράπεζες βαρύνονται στο σύνολό τους από «κόκκινα» δάνεια ύψους 360 δισ. ευρώ, με μέσο όρο «κόκκινων» δανείων στο σύνολο των δανείων 17%. Αν σκεφτεί κανείς ότι αυτός ο μέσος όρος σημαίνει πως κάποιες έχουν ποσοστό «κόκκινων» δανείων ακόμη μεγαλύτερο ή και πολύ μεγαλύτερο, αντιλαμβάνεται ότι είναι θέμα κοινής λογικής η ανάγκη κεφαλαιακής στήριξης.
– Ότι τα «κόκκινα» δάνεια στο σύνολο των ευρωπαϊκών τραπεζών ανέρχονται σε 900 δισ. ευρώ.
– Ότι για μια ομάδα περισσότερων από 100 ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (όπου περιλαμβάνονται και ασφαλιστικές εταιρίες και εταιρείες ακινήτων) «το εκτιμώμενο κεφαλαιακό έλλειμμα, μέχρι τις 30 Ιουνίου, ανέρχεται σε 1,2 τρισ. ευρώ (1,3 τρισ. δολ.). Σε σχέση με τις «μαύρες» ημέρες της χρηματοοικονομικής κρίσης του 2009, η βελτίωση δεν είναι σημαντική, ενώ κατά την περίοδο του δημοψηφίσματος για την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε., τον προηγούμενο μήνα, κατεγράφη κατακόρυφη άνοδος». (Mark Whitehouse, «Η αποτυχία των ευρωπαϊκών stress tests», Bloomberg 26 Ιουλίου)
Περίοπτη θέση στη λίστα των τραπεζών με μεγάλα κεφαλαιακά ανοίγματα έχουν μεγάλες γαλλικές τράπεζες (BNP Paribas, Credit Agricole), του Ηνωμένου Βασιλείου (Royal Bank of Scotland), αλλά φυσικά και ιταλικές, ισπανικές, πορτογαλικές.
– Το μεγαθήριο του ευρωπαϊκού τραπεζικού χώρου, η γερμανική Deutsche Bank, χαρακτηρίστηκε πρόσφατα «τράπεζα-ζόμπι» από τον Economist. Τα κέρδη της κατέρρευσαν με μείωση 98% (!!!) το β’ τρίμηνο του 2016, η τιμή της μετοχής της είναι στο ναδίρ, το 25% των υποκαταστημάτων της έχουν κλείσει και άρχισε ήδη να γίνεται λόγος για «σπάσιμό» της. Πρόσφατα το ΔΝΤ τη χαρακτήρισε την πλέον επικίνδυνη τράπεζα στον κόσμο, καθώς έχει αναλάβει εξίσου μεγάλα ρίσκα με τις Goldman Sachs, η HSBC, η Morgan Stanley ή η Barclays αλλά έχει 1,6 τρισ. ευρώ μικρότερη κεφαλαιακή επάρκεια σε σχέση με αυτές!
Οι πληροφορίες λένε ότι, παρ’ όλα αυτά, θα περάσει τα ευρωπαϊκά stress tests, λόγω του διαφορετικού τρόπου υπολογισμού των «κόκκινων» δανείων από την ΕΚΤ – σημειωτέον ότι η Deutsche Bank είχε «κοπεί» στα αμερικανικά stress tests…
Η Deutsche Welle μεταδίδει δήλωση του Βρετανού αναλυτή Κρίστοφερ Γουίλερ ότι τα stress tests της ΕΚΤ «θα μας γεμίσουν με ετερόκλητα στοιχεία και αριθμούς που εν τέλει κανείς δεν κατανοεί. Ένα από τα προβλήματα είναι ότι η Ιταλία διαχειρίζεται διαφορετικά από την Γερμανία τα κόκκινα δάνεια»…
Καλά προστατευμένη πίσω από ετερόκλητα στοιχεία και αριθμούς, η ΕΚΤ θα κάνει το «θαύμα», «κόβοντας» στα stress tests μόνο την… ημιθανή Monte dei Paschi di Siena, σπρώχνοντας έτσι το πρόβλημα των ιταλικών και ευρωπαϊκών τραπεζών «κάτω από το χαλί».
Όταν όμως οι κεντρικές τράπεζες παραποιούν έτσι την πραγματικότητα, τότε τι πρέπει να περιμένουμε από τους οίκους αξιολόγησης ή τις ελεγκτικές εταιρείες;
Όταν οι πλέον αρμόδιες αρχές αντί για μηχανισμός έγκαιρου εντοπισμού των προβλημάτων μετατρέπονται σε μηχανισμό παραποίησης δεδομένων της οικονομίας που μάλιστα αποτελούν κοινό μυστικό, το μόνο που λειτουργεί σαν εγγύηση είναι η σκέψη ότι «οι κεντρικές τράπεζες ξέρουν τουλάχιστον πότε το ξέσπασμα μιας νέας μεγάλης κρίσης είναι κοντά».
Ισχύει όμως έστω και αυτό; Ντοπάροντας το σύστημα με ρευστότητα για να αποφευχθεί κάθε διαφαινόμενη κρίση, οι κεντρικές τράπεζες κέρδισαν μέχρι τώρα τη μάχη με τα «μεγάλα ραντεβού». Όμως αρκεί ένα κρίκος να σπάσει, για παράδειγμα να καταρρεύσει κάποιο hedge fund, για να καταρρεύσει όλη η αλυσίδα. Με κεντρικούς υπεύθυνους τις κεντρικές τράπεζες, έχει οικοδομηθεί ξανά ένα σύστημα που αντί να προειδοποιεί, συγκαλύπτει. Έτσι, όπως και το 2008, θα μάθουμε για το πρόβλημα όταν η κρίση ξεσπάσει!