Γράφει ο Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Κατρακύλησε το ελληνικό χρηματιστήριο στα επίπεδα του 1989 και όλοι ευθύς ανακάλυψαν την αστάθεια του Ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος που ποτέ όμως δεν έλειψε από κοντά μας τα τελευταία χρόνια. Και να οι αναλύσεις για την προοπτική πτώχευσης μεγάλων χρηματοπιστωτικών ομίλων όπως η Deustche Bank, η Credit Suisse και άλλοι. Πρόκειται όντως για το επόμενο κύμα της τραπεζικής αστάθειας που προοιωνίζει επανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης ή το φαινόμενο οφείλεται σε πιο συγκυριακούς παράγοντες που μπορούν να αντιμετωπιστούν με την χρήση των πιο κατάλληλων εργαλείων;
Στο εύθραυστο του γενικότερου οικονομικού περιβάλλοντος αναφερόμουν από τον Σεπτέμβριο όταν προαναγγέλλονταν η αύξηση των επιτοκίων της FED. Μια βιαστική, επιπόλαιη και πολιτικά καθοδηγούμενη κίνηση, στα πλαίσια της εκλογικής κεφαλαιοποίησης της θετικής πορείας κάποιων δεικτών που δεν ανταποκρίνονταν όμως στο “κάδρο” της τεράστιας πτώσης των τιμών του πετρελαίου, της αναπτυξιακής ανάσχεσης της Κίνας, της ανασφάλειας λόγω της έξαρσης των τρομοκρατικών επιθέσεων. Αντίστοιχα σχετικά ανεπαρκής σε σχέση, με τα νέα δεδομένα, αποδείχτηκε και η επίδραση της ποσοτικής χαλάρωσης στην Ε.Ε.
Κι όσο κι αν η επίδραση των δυο άλλων συντελεστών θα μπορούσε να θεωρηθεί διαχειρίσιμη, η καταβαράθρωση της αξίας του πετρελαίου (συνάρτηση πολιτικών λόγων όπως το εμπάργκο στη Ρωσία ή η άρση των κυρώσεων στο Ιράν αλλά και αναπτυξιακών όπως η μείωση της παραγωγής στις αναδυόμενες οικονομίες) επέφερε κι ένα παράπλευρο χτύπημα στο ήδη πληγωμένο τραπεζικό σύστημα. Πετρελαϊκές εταιρείες και σχετικά fumds που κατείχαν σημαντικά μετοχικά ποσοστά (10-15%) στους κορυφαίους χρηματοοικονομικούς ομίλους προέβησαν σε ρευστοποιήσεις στην προσπάθεια διαχείρισης των άμεσων προβλημάτων ρευστότητας.
Το ήδη βεβαρημένο, από τις αμαρτίες του παρελθόντος, Ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα που αναζητούσε στις νέες ρυθμίσεις για κεντρική διαχείριση της λειτουργίας του την χαμένη σταθερότητα, βρέθηκε ξανά εκτεθειμένο και ανήμπορο να αντιμετωπίσει την απρόβλεπτη επίπτωση της πετρελαϊκής κρίσης. Οι τιμές των μετοχών και των εταιρικών ομολόγων οπισθοχώρησαν ξανά, τα ασφάλιστρα κινδύνου “τσίμπησαν” αρκετά και το πετρελαϊκό αγκάθι μάτωσε τον ασθενή την στιγμή που προσπαθούσε να αναρρώσει από μια βαθιά κρίση. Και τώρα τι; Θα συμβιβαστούμε με την εικόνα κατάρρευσης και θα περιμένουμε την επιβεβαίωση των χειρότερων προφητειών;
Μαγικές λύσεις είναι σίγουρο ότι δεν υπάρχουν. Αν θέλουμε να αποφευχθούν απευκταίες παρεμβάσεις τύπου bail in, η ΕΚΤ θα πρέπει να κινηθεί, για πρώτη φορά μέσα στα χρόνια της κρίσης, με χαρακτηριστική ταχύτητα και χωρίς τις γνωστές καθυστερήσεις. Να καλύψει από πλευράς της το νομισματικό κομμάτι που θα παρέχει απεριόριστη ρευστότητα στην αγορά για όσο διάστημα χρειαστεί. Πρόσκαιρο αλλά απαραίτητο εργαλείο που δεν διορθώνει τις παραγωγικές και διοικητικές ανισορροπίες της Ε.Ε. αλλά προσφέρει τον χρόνο για να δημιουργηθούν συνθήκες σταθερής ανάπτυξης και ομαλής απομόχλευσης.
Στις κυβερνήσεις μένει να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία, που είναι διαθέσιμος να τους δώσει ο Ντράγκι, και να προχωρήσουν στις ουσιαστικές διαρθρωτικές παρεμβάσεις που αποφεύγουν και τις πολιτικές πρωτοβουλίες που θα εξομαλύνουν συγκρουσιακές γεωπολιτικές καταστάσεις που παρατείνουν την αβεβαιότητα. Αλλιώς…