Του Γιώργου Ευγενίδη
Φτάνει κάποια στιγμή, στην πορεία ενός πολιτικού, που πρέπει να πάρει σημαντικές αποφάσεις για το πώς θα κινηθεί από εδώ και πέρα. Η περίοδος που διανύουμε είναι μια τέτοια περίοδος για τον πρωθυπουργό: ένα βήμα πριν από την έξοδο από το Μνημόνιο και με το Σκοπιανό να έχει προχωρήσει πολύ, ίσως όσο ποτέ άλλοτε, ο πρωθυπουργός καλείται να λάβει τις αποφάσεις του για το πώς θα κινηθεί από εδώ και πέρα και, φυσικά, πότε θα πάει σε εκλογές.
Με βάση τις πληροφορίες των τελευταίων ημερών, ο πρωθυπουργός φέρεται να απορρίπτει τις όποιες σκέψεις για πρόωρες κάλπες το 2018 και να προκρίνει τη διενέργεια εκλογών το 2019, είτε τον Μάιο είτε το φθινόπωρο. Το πότε ακριβώς, αλλά και το πόσες κάλπες θα στηθούν, είναι ακόμα ασαφές, γιατί μένει να φανεί, αν εν τέλει το Μαξίμου θα προκρίνει την κοινή διενέργεια εθνικών, ευρωπαϊκών και αυτοδιοικητικών εκλογών, σε μια προσπάθεια πολυδιάσπασης δυνάμεων της αντιπολίτευσης, κυρίως λόγω των λεπτών ισορροπιών στον χώρο της αυτοδιοίκησης.
Το σχέδιο είναι λίγο έως πολύ απλό: με δεδομένη τη λήξη του προγράμματος και με επίκληση της όποιας λύσης για το χρέος, το Μαξίμου θα σπεύσει να κάνει παροχές, με αποδέκτες ευρύτερους από τις ήδη ευνοημένες από την επιδοματική του πολιτική κοινωνικές ομάδες, με στόχο να αποκτήσει ερείσματα και στη μεσαία τάξη που θα χρειαστεί την ώρα της κάλπης. Την ίδια ώρα, με τη διαχείριση που κάνει ο κ. Τσίπρας στα εθνικά ζητήματα, φιλοδοξεί να εμφανιστεί και στο εσωτερικό της χώρας ως ο άνθρωπος που λύνει εκκρεμότητες δεκαετιών και μάλιστα με τρόπο επωφελή για τα εθνικά συμφέροντα. Ευελπιστεί, έτσι, ότι την ώρα της κάλπης θα μπορέσει να παίξει επί ίσοις όροις με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη ΝΔ ή έστω να χάσει λιγότερο, ναρκοθετώντας την πορεία του αντιπάλου του, με το βλέμμα στο ορόσημο της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, στις αρχές του 2020.
Όλα αυτά, όμως, είναι σενάρια επί χάρτου, για έναν βασικό λόγο. Θα πρέπει όλα αυτά που το Μαξίμου σχεδιάζει, να λένε κάτι στους πολίτες. Και εκεί είναι το θεμελιώδες πρόβλημα, γιατί, τους τελευταίους μήνες, όλα τα στρατηγήματα του Μαξίμου δεν έχουν αποδώσει ιδιαίτερα, πέρα από μια αυτονόητη και αναμενόμενη διόρθωση στις δημοσκοπικές τιμές του ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να τεκμηριωθεί ότι δεν καταρρέει πολιτικά και ότι παραμένει ο δεύτερος πόλος του πολιτικού συστήματος.
Για παράδειγμα, τα επιδόματα που δόθηκαν χαροποίησαν πολλούς, αλλά γρήγορα ξεχάστηκαν. Οι περικοπές συντάξεων που έρχονται θα είναι σημαντικές, οριζόντιες και βαθιές. Η μείωση του αφορολόγητου, την οποία η αντιπολίτευση θα συνεχίσει να χτυπάει στην κυβέρνηση, σημαίνει μείωση μισθών για όλους, λόγω μεγαλύτερων φορολογικών υποχρεώσεων, συν ότι άνθρωποι που δεν πλήρωναν φόρο θα κληθούν να το κάνουν τώρα για πρώτη φορά. Το αφήγημα για το χρέος, επιπλέον, δεν κάνει καμία διαφορά σε κάποιον που πασχίζει να βγάλει τον μήνα, πολλώ δε αν η λύση είναι τόσο άτολμη, όσο σκιαγραφείται, με μόνη στόχευση να μειώσει την ανάγκη πρόσβασης της χώρας στις αγορές για το μεσοπρόθεσμο διάστημα, ώστε να διασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση στο μεταμνημονιακό καθεστώς. Και, τέλος, ο τρόπος χειρισμού του Σκοπιανού περισσότερα προβλήματα έχει δημιουργήσει στην κυβέρνηση, παρά στην αντιπολίτευση, όπως εξαρχής στόχευε το Μέγαρο Μαξίμου, με δεδομένο ότι έχει ενεργοποιηθεί το εθνικό αίσθημα πολλών πολιτών που εντοπίζονται και στις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Άποψή μου είναι ότι το πραγματικό παράθυρο ευκαιρίας για την κυβέρνηση να πάει σε εκλογές θα ήταν το φθινόπωρο του 2018. Από τη στιγμή, όμως, που μοιάζει να θέλει να τραβήξει το έξτρα χαρτί, φοβάμαι ότι θα καεί ήδη από…το 19.