Γράφει η Κωνσταντίνα Κωνσταντίνου
… Και η κυβέρνηση «του λαού» βγάζει τον λαό αγανακτισμένο πια στους δρόμους με τον ίδιο τρόπο που έβγαινε η ίδια στους δρόμους προκειμένου να πάρει την εξουσία στα χέρια της.
Μετά από τρία χρόνια, βγάζει τον λαό στον δρόμο με την υψηλή και παράλογη φορολογία, την ιδιόμορφη πια ανεργία -με την παράλληλη δημιουργία και υπόθαλψη μεγάλης επαγγελματικής εκμετάλλευσης, και ειδικά στους νέους-, τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, την παραχώρηση ουσιαστικά των δικαιωμάτων της χώρας χωρίς κανέναν σεβασμό στην κρατική ακεραιότητα, στην συνείδηση, την ιστορία, με το μακεδονικό να έχει ξεσηκώσει μεγάλη μερίδα πληθυσμού και μια προηγούμενη επίσκεψη Ερντογάν γεμάτη ένταση και κατά την διάρκεια της οποίας όλοι ήταν στην τσίτα, εκτός από τους ιθύνοντες (- ειδική μνεία στον ΠτΔ που κράτησε πολύ την όλη κατάσταση).
Προσυπογράφουν σε όλα, λένε ΝΑΙ σε όλα (θυμίζοντας μια κακή έκδοση της αντίστοιχης ταινίας του Τζιμ Κάρευ) και λένε πως ενδιαφέρονται και ακολουθούν τα «πιστεύω» τους ενώ μάλλον ενδιαφέρονται για το πώς θα παραμείνουν στα πράγματα με κάθε μέσο. [Και στα σημεία που προσπαθούν να εισάγουν τα «πιστεύω» τους στην κρατική πολιτική έχουμε παρατράγουδα.]
Δεν ενδιαφέρει κανέναν η διάκριση δεξιός – αριστερός πια, και ειδικά τους νεώτερους εξ ημών. Αυτό που ενδιαφέρει είναι η κοινή λογική και ο ρεαλισμός. Και τα δύο, μαζί με μια παράλληλη προσεκτική παρακολούθηση των εξελίξεων, θα μας καταδείξει πως όχι μόνο παραλογία δεν προσδιορίζει την συγκεκριμένη κυβέρνηση, αλλά πολύ συγκεκριμένος στρατηγικός σχεδιασμός για να κρατάει τα χαλινάρια της κατάστασης.
Μπορεί να τους καταλογίζουμε πολλά, αλλά οι επικοινωνιολόγοι τους είναι ασταμάτητοι. Δεν ξέρουν τι θα πει η λέξη «μέτρο» και αυτοί οι ίδιοι είναι η πρώτη ύλη που κρατάει την κυβέρνηση στην εξουσία. Με λίγα λόγια, αντιστρόφως, αν η παρούσα κυβέρνηση, είχε αντιπολίτευση τον εαυτό της, θα είχε πέσει πολύ καιρό πριν, δεδομένου πως ακόμα και ως κυβέρνηση, ως αντιπολίτευση λειτουργεί και δεδομένου πως έχει πρωτοφανή λύσσα σε ό, τι έχει να κάνει με την επιρροή της κοινής γνώμης. [Θυμίζω τις άδειες καναλιών ως τρανταχτό παράδειγμα και τα καπρίτσια της ΕΡΤ ως ιδιαίτερα ηγεμονική τάση ελέγχου της κοινής γνώμης.]
Κάθε μία της πολυσυζητημένη κίνηση πρόκειται για ένα πολύ καλά σχεδιασμένο μοντέλο έναντι της αντιπολίτευσης – από το πιο ισχυρό αντίπαλο στον λιγότερο ισχυρό, πάντα με το μάτι στις επόμενες εκλογές.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, προετοιμάζεται. Όσο συζητάμε, όσο διαφωνούμε, όσο βγαίνουμε στους δρόμους, γεμίζει την φαρέτρα, πρώτον καθυστερώντας τις εκλογές μέχρι την ύστατη στιγμή δημιουργώντας φαινομενική πολιτική σταθερότητα, πράγμα που θα βοηθήσει ως επιχείρημα στις επόμενες εκλογές και δεύτερον δημιουργώντας ψηφοφόρους – φίλους – πιστούς ακολούθους – συντρόφους (όπως θέλετε πείτε τους), τους πιο επιρρεπείς να υποκύψουν.
Εξηγούμαι: Ποιος πονά κυρίως; Ο ελεύθερος επαγγελματίας, ο μικρομεσαίος, ο ιδιωτικός τομέας στο σύνολό του και η επιχειρηματικότητα, η μέση ελληνική οικογένεια, για να μην αναφερθώ στο ζήτημα των δημοσιογράφων. Θα λέγαμε όλοι αυτοί που στα μάτια της κυβέρνησης μοιάζουν «δεξιοί» ή θυμίζουν «δεξιά».
Αντιθέτως, (και δεν θα ονοματίσω) μοιάζει να είναι σε άριστη μοίρα ό, τι και όποιος είναι πιο κοντά στην κυβέρνηση πράγμα που με απλά μαθηματικά καταλαβαίνει και ο πιο αδιάφορος για τα κοινά, τι σημαίνει. Όπως ταυτόχρονα, μοιάζει λίγο (τουλάχιστον στα δικά μου μάτια) να βρίσκεται σε ελαφρώς καλύτερη μοίρα, όποιος ξαφνικά τάσσεται υπέρ της κυβέρνησης, είτε μονάδες, είτε μεγαλύτερες κοινωνικές οντότητες.
Όχι μόνο στα κόμματα λοιπόν, αλλά κύρια και ουσιαστικά η κυβέρνηση κάνει αντιπολίτευση σε μεγάλο τμήμα της κοινωνίας, μέχρι αυτή να «σπάσει». Και κάτι τέτοιο ή θα οδηγήσει στην πλήρη καταστροφή, ή σε ενδυνάμωσή του, αναλόγως του πως εμείς οι ίδιοι θα αντιμετωπίσουμε τα πράγματα.
Για να λέμε και του στραβού το δίκιο, τα θέλουμε ως λαός, τα τραβάει το αίμα κάτι τέτοια.
«Έχουμε κρίση;», είπαμε το 2009, «Γιατί να μην διχαστούμε και σε κάθε τομέα- κοινωνικό, πολιτικό κλπ;», είπαμε το 2015.