Του Βαγγέλη Χωραφά
ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΣ vs ΚΑΦΕΤΖΗΣ
Πριν από λίγες ημέρες οι Τριαντάφυλλος Χατζηνικολάου και Τζέιμς Καφετζής αποχώρησαν από το reality παιχνίδι Survivor. Και στους δύο οι fans τους επεφύλαξαν θερμή υποδοχή, για διαφορετικούς λόγους.
Και οι δύο θεωρούνται celebrities και ένας σοβαρός celebrity πρέπει να διαθέτει και fan club, αποτελούμενο από κάποιες χιλιάδες κόσμου-κυρίως νεαρής ηλικίας- ανάλογα με την εμβέλεια του ειδώλου. Αν δεν κάνω λάθος, ο Τριαντάφυλλος είναι ένας τραγουδιστής, όχι πρώτης γραμμής και ο Καφετζής ήταν άγνωστος, μέχρι την συμμετοχή του στο παιχνίδι. Η συμμετοχή τους στο reality τους έδωσε την δυνατότητα να δημιουργήσουν μία βάση από funs, οι οποίοι τους ετοίμασαν «μεγάλες»» υποδοχές σε λιμάνια και αεροδρόμια.
Η ΙΣΧΥΣ ΤΗΣ REALITY TV
Το ερώτημα που τίθεται είναι, πως κάποιοι άνθρωποι μπαίνουν στην διαδικασία να γίνουν fans ενός celebrity στο σύντομο χρονικό διάστημα που διαρκεί ένα παιχνίδι; Υπάρχουν πολλοί λόγοι που μπορεί να τους οδηγήσουν σε αυτή την κατεύθυνση όπως, δημογραφικοί (νεαρή ηλικία), παράγοντες του χαρακτήρα, σχέσεις με τους άλλους, στάσεις απέναντι στην μόδα και τα πρότυπα ομορφιάς, συμπεριφορικοί και διανοητικοί παράγοντες κλπ.
Υπάρχει όμως κάτι το οποίο δεν είναι εμφανές, αλλά είναι ο σημαντικός παράγοντας αναπαραγωγής της κουλτούρας των celebrities. Υπάρχει η σχέση μεταξύ της λατρείας των celebrities και της κρυφής επιθυμίας των fans να εμφανιστούν στην reality TV. Η λατρεία των celebrities επιδρά στην επιθυμία των fans για φήμη και μελλοντικές φιλοδοξίες. Ο αυξανόμενος θαυμασμός για τους celebrities, ο οποίος αφορά περισσότερο την εμφάνιση τους στα μίντια, παρά τα «επιτεύγματα» τους, επιδρά στις αξίες των fans, στα πιστεύω τους και διαμορφώνει τις προσδοκίες τους.
Αργά ή γρήγορα, οι celebrities χρησιμοποιούνται από διάφορες βιομηχανίες για να προωθήσουν προϊόντα, ενώ ταυτόχρονα γίνονται οι ίδιοι προϊόν των μέσων μαζικής επικοινωνίας. Επομένως, η reality TV δεν δημιουργεί μόνο ελπίδες στους ανθρώπους να αποκτήσουν φήμη, αλλά ταυτόχρονα προμηθεύει τα μέσα μαζικής επικοινωνίας με τον celebrity, δηλαδή ένα προϊόν που σε κάτι μπορεί να τελείως χρησιμεύσει, αλλά την ίδια στιγμή είναι αναλώσιμο.
Η πρόσβαση στην φήμη μέσω της reality TV έχει μετατρέψει την φήμη σε κάτι εφικτό, ακόμα και αν κάποιος δεν έχει κάποια ιδιαίτερα προσόντα. Παράλληλα, η άνοδος των social media δίνει, κυρίως στις νεότερες ηλικίες την δυνατότητα να αποκτήσουν την εμπειρία ενός πρώτου επιπέδου «φήμης»-μέσα από τα likes και τα συναφή-καθώς και την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να βρεθούν πιο κοντά στους celebrities που θαυμάζουν.
Όλα αυτά ενισχύουν τον μύθο των μίντια ως του κέντρου των εξελίξεων. Στην συγκεκριμένη περίπτωση, τα μίντια μέσα από μία στρατηγική προώθησης ψευδαισθήσεων, μετέτρεψαν την υποδοχή των δύο παικτών, στην οποία συμμετείχαν λίγες εκατοντάδες άτομα, σε υποδοχή από λαοθάλασσα.
Η ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΙΚΗ
Παρόλο που και η ίδια η δυτική δημοκρατία εξακολουθεί να εξαπλώνεται σε ολόκληρο τον κόσμο, βρίσκεται ταυτόχρονα σε μία κατάσταση παρακμής, αφού η ίδια η πολιτική δημιουργεί την αίσθηση ότι είναι αρχαϊκή και ξεπερασμένη – ένα σύνολο λειτουργιών και τελετουργιών, ένας χώρος εκτόνωσης τάσεων, ένας συμβολικός δεσμός με το παρελθόν παρά ένας δυναμικός παράγοντας για το παρόν και το μέλλον. Στις περισσότερες δημοκρατίες τα ποσοστά συμμετοχής στις εκλογές πέφτουν συνεχώς, όπως και τα ποσοστά συμμετοχής στα κόμματα και στα συνδικάτα – και όπου παραμένουν σχετικά υψηλά, μειώνονται οι ιδεολογικοί παράγοντες της συμμετοχής και αυξάνονται οι αντίστοιχοι του καιροσκοπισμού.
Το φαινόμενο της επιβίωσης ανίκανων κυβερνήσεων διευρύνεται λόγω του κυνισμού των εκλογέων ως προς την ύπαρξη οποιασδήποτε εναλλακτικής προοπτικής. Οι αρνητικές εκλογικές καμπάνιες, στην εποχή της μιντιοκρατούμενης πολιτικής, αποδεικνύονται αποτελεσματικότερες από τις αντίθετες θετικές, όπως και τα κινήματα πολιτικής δυσαρέσκειας. Τα πολιτικά κινήματα έχουν σε μεγάλο βαθμό εκτοπισθεί από ανορθολογικά κινήματα, καθώς και από κινήματα κοινωνικών ταυτοτήτων. Αυτά αντανακλώνται και στο χώρο της νεολαίας, η οποία απομακρύνεται από την παραδοσιακή πολιτική προς τη κουλτούρα της αναγνώρισης, τον ηδονισμό και τα μονοθεματικά κινήματα. Με βάση την υπερισχύουσα αντίληψη ότι οι πολιτικές λύσεις είναι αναποτελεσματικές ή και ανήθικες, καταρρέει και το κοινωνικό status των πολιτικών και πλησιάζει αυτό των δημοσιογράφων, των δικηγόρων και άλλων συστηματικών διαστρεβλωτών της αλήθειας.
Όλα τα προηγούμενα δεν σημαίνουν ότι η πολιτική έχει εξαλειφθεί από το προσκήνιο. Απλά συνυπάρχει με την αντιπολιτική,, η οποία ενσωματώνει ορισμένα από τα χαρακτηριστικά αυτού που αποκαλείται μεταμοντέρνος λαϊκισμός.
Χωρίς να μπούμε σε ανάλυση, η αντιπολιτική πλήττει κυρίως τον χώρο της ευρύτερης Αριστεράς, από την Σοσιαλδημοκρατία, την Ριζοσπαστική Αριστερά, ως την Κομμουνιστική Αριστερά. Πλήττεται και η Δεξιά, αλλά οι πελατειακοί μηχανισμοί που έχει διαμορφώσει, και τα κέντρα εξουσίας με τα οποία συνδέεται, την βοηθούν να δείχνει μεγαλύτερη ανθεκτικότητα.
Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
Η ώρα της κρίσης για ένα celebrity εμφανίζεται όταν πλέον καταπίπτει στην κατηγορία του celetoid, δηλαδή του celebrity με ημερομηνία λήξης. Είναι η στιγμή που το σύστημα των μίντια προχωράει στην απαλλαγή από τους αναλώσιμους. Η απόσυρση από το προσκήνιο στην αφάνεια, είναι εξαιρετικά επώδυνη, αλλά από την στιγμή που το προϊόν δεν πουλάει στην αγορά, δεν υπάρχει άλλη διέξοδος.
Οι υποδοχές αεροδρομίου που υπάρχουν συχνά για αθλητές, δεν σχετίζονται με αυτές των celebrities. Στις πρώτες, οι οπαδοί της ομάδας, ή του αθλητή/αθλήτριας, δεν έχουν ψευδαισθήσεις ότι μπορεί κάποτε να αποκτήσουν την φήμη τους. Συμμετέχουν-καλώς ή κακώς-σε μία διαδικασία που πιστεύουν ότι ενισχύεται η ομάδα τους, ή θεωρούν ότι ο αθλητής/αθλήτρια πέτυχε κάτι που είναι θετικό για την εικόνα της χώρας- η δεύτερη περίπτωση αρχίζει να σπανίζει.
Και για να υπάρχει ένα μέτρο σύγκρισης, οι υποδοχές των Τριαντάφυλλου και Καφετζή δεν συγκρίνονται ούτε με την μικρότερη κινητοποίηση οπαδών κάποιας ομάδας για την υποδοχή ενός δευτεροκλασάτου ποδοσφαιριστή.
Έγιναν και κάποιες συγκρίσεις με συγκεντρώσεις του Ανδρέα Παπανδρέου. Δυστυχώς, η αντιπολιτική κάνει πολλούς να χάνουν το μέτρο.
Διευθυντής ιστοσελίδας geoeurope.org