Σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα διαδραματίζουν οι 500 μεγαλύτερες οικογενειακές επιχειρήσεις στον κόσμο, παρουσιάζοντας ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης από το σύνολό της.
Συλλογικά, αποφέρουν έσοδα 8,02 τρισεκ. δολάρια και απασχολούν 24,5 εκατ. ανθρώπους, σε 47 χώρες – αριθμοί που, ως προς τα έσοδα, τις κατατάσσουν σχηματικά ως την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία, μετά τις ΗΠΑ και την Κίνα.
Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από τελευταία έκδοση του Δείκτη της EY και του Πανεπιστημίου του St. Gallen στην Ελβετία (2023 EY and University of St. Gallen Family Business Index), που περιλαμβάνει μια κατάταξη των 500 μεγαλύτερων οικογενειακών επιχειρήσεων στον κόσμο βάσει εσόδων και εκδίδεται κάθε δύο χρόνια.
Η μακροζωία και η σταθερότητα συνεχίζουν να αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά των εταιρειών που περιλαμβάνονται στον Δείκτη του 2023, καθώς περισσότερες από τις τρεις στις τέσσερις (76%) υπάρχουν εδώ και περισσότερο από 50 χρόνια, ενώ σχεδόν το ένα τρίτο (31%) ξεπερνούν τον έναν αιώνα λειτουργίας.
Η εικόνα αυτή ενισχύεται περαιτέρω από τη δομή των διοικητικών τους συμβουλίων, με σχεδόν το ένα τέταρτο όλων των θέσεων ΔΣ (23%) να κατέχονται από μέλη της ιδρυτικής οικογένειας, ενώ σχεδόν οι μισές επιχειρήσεις (45%) έχουν μέλη της οικογένειας ως διευθύνοντες συμβούλους.
Οι περισσότερες εταιρείες της κατάταξης έχουν την έδρα τους στην Ευρώπη (46%), ανάμεσά τους και μία ελληνική. Συνολικά, ακριβώς οι μισές επιχειρήσεις βρίσκονται στην περιοχή της Ευρώπης, Μέσης Ανατολής, Ινδίας και Αφρικής (EMEIA), ενώ η αμερικανική ήπειρος φιλοξενεί το 34% και η περιοχή Ασίας-Ειρηνικού το 16%.
Στην κορυφή του Δείκτη της EY και του Πανεπιστημίου του St. Gallen βρίσκονται οι οικογενειακές επιχειρήσεις που απευθύνονται στο καταναλωτικό κοινό (37%), ενώ ακολουθούν οι εταιρείες του κλάδου προηγμένης βιομηχανίας και κινητικότητας (29%).
Παρά το γεγονός ότι οι επιτυχημένες οικογενειακές επιχειρήσεις αναγνωρίζονται ως ευέλικτες, καινοτόμες και με διακριτά καθορισμένο εταιρικό σκοπό, έχουν ακόμη σημαντικό δρόμο να διανύσουν σε ό,τι αφορά την ίση αντιπροσώπευση των φύλων στον εργασιακό χώρο. Παγκοσμίως, περίπου το 6% έχει γυναίκα Διευθύνουσα Σύμβουλο, ενώ οι γυναίκες κατέχουν μόλις το 23% όλων των θέσεων στα διοικητικά συμβούλιά τους.
Η Βόρεια Αμερική και η Ευρώπη ξεχωρίζουν όσον αφορά τις γυναίκες που κατέχουν θέση Διευθύνοντος Συμβούλου, αλλά και πάλι δεν ξεπερνούν το 7%.
Ως προς την κατανομή των εδρών στα διοικητικά συμβούλια μεταξύ των μελών της οικογένειας, η Ευρώπη πρωτοπορεί, με τις γυναίκες να καταλαμβάνουν το 25% των εδρών που αναλογούν στην ιδρυτική οικογένεια, ξεπερνώντας τον παγκόσμιο μέσο όρο του 20%.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έκθεσης, η Ευτυχία Κασελάκη, Εταίρος στο Τμήμα Συμβουλευτικών Υπηρεσιών και Συμβουλευτικών Υπηρεσιών Ανθρώπινου Δυναμικού, και Επικεφαλής Ιδιωτικού Τομέα της EY Ελλάδος, δήλωσε: «Ο Δείκτης της EY και του Πανεπιστημίου του St.Gallen αποτελεί μία ενδιαφέρουσα ακτινογραφία των μεγαλύτερων οικογενειακών επιχειρήσεων του κόσμου.
Επιβεβαιώνει, κυρίως, τον δυναμισμό και τις προοπτικές των επιχειρήσεων αυτών, καθώς βλέπουμε ότι αναπτύσσονται ταχύτερα από την παγκόσμια οικονομία, αλλά μάς δίνει και ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την ανθεκτικότητά τους στον χρόνο και την προσαρμοστικότητα με την οποία αντιμετωπίζουν τις μεγάλες κοινωνικές, οικονομικές, περιβαλλοντικές και τεχνολογικές αλλαγές της εποχής μας.
Το βάρος πέφτει σήμερα στην επόμενη γενιά των οικογενειών πίσω από αυτές τις επιχειρήσεις, που καλούνται να τις μετασχηματίσουν βιώσιμα, απαντώντας στις προκλήσεις του σήμερα, ώστε να συνεχίσουν να παράγουν προστιθέμενη αξία για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη τους, στο ευμετάβλητο τεχνοοικονομικό περιβάλλον του αύριο».