Γράφει ο Ceteris Paribus
Τσίπρας και Μητσοτάκης θα έχουν το απόγευμα την πρώτη κοινοβουλευτική «μονομαχία» στην προ ημερησίας διάταξης συζήτηση για το Ασφαλιστικό την οποία προκάλεσε η κυβέρνηση. Η αναμέτρηση του πρωθυπουργού με τον νέο αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα γίνει κάτω από τη σκιά ενός νέου δεδομένου που μπορεί να επηρεάσει καταλυτικά τις πολιτικές εξελίξεις: το γεγονός ότι δανειστές και κοινωνία πιέζουν την κυβέρνηση προς εντελώς αντίθετες κατευθύνσεις.
Κανείς δεν πίστευε βεβαίως ότι οι αγρότες και οι επιστημονικοί κλάδοι θα καλοδέχονταν τις κυβερνητικές προτάσεις για το Ασφαλιστικό. Είναι όμως πολύ διαφορετικό η δυσαρέσκεια να εκφράζεται βουβά, με τη μορφή διάχυτου «κλίματος», από το να εκφράζεται ενεργητικά με τέτοιας κλίμακας κινητοποιήσεις και με «επιθετικές» μορφές (προπηλακισμοί εναντίον βουλευτών και στελεχών του κυβερνώντος κόμματος και εκδίωξή τους κακήν κακώς από χώρους συγκεντρώσεων και κινητοποιήσεων).
Σε αυτή τη δεύτερη εκδοχή, η πολιτική πίεση πάνω στην κυβέρνηση κορυφώνεται και αναπτύσσει άλλου τύπου δυναμικές. Μην ξεχνάμε ότι στην προηγούμενη περίπτωση που αναπτύχθηκε τέτοιου είδους πίεση πάνω στην κυβέρνηση και τα στελέχη της, με το «κυνήγι του πολιτικού» το 2011, αυτό οδήγησε σε οξεία πολιτική κρίση και στη δημιουργία για πρώτη φορά στα χρόνια της κρίσης του χώρου των ανεξάρτητων βουλευτών, των οποίων ο αριθμός διαρκώς μεγάλωνε.
Αν όμως τα προβλήματα αφορούσαν μόνο το κυβερνών κόμμα, θα μπορούσε κανείς να πει «μικρό το κακό», ελπίζοντας σε εναλλακτικές λύσεις. Αν εξετάσουμε όμως λίγο καλύτερα το πρόβλημα, θα δούμε ότι κανένας από τους «παίκτες» του πολιτικού σκηνικού δεν είναι στο απυρόβλητο, άμοιρος προβλημάτων.
Ο νέος αρχηγός της ΝΔ, Κυριάκος Μητσοτάκης, ξεκίνησε με ένα σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο, και μόνο από το γεγονός ότι με την εκλογή του τερματίστηκε μια περίοδος εκφυλιστικής πολιτικής κρίσης και απομακρύνθηκε ο κίνδυνος της διάσπασης. Το πολιτικό του κεφάλαιο προσαυξάνεται από τη διαφαινόμενη δυνατότητά του να επηρεάσει και «διεισδύσει» πολιτικά στο χώρο του φιλελεύθερου Κέντρου. Όμως πρόκειται για ένα πολιτικό κεφάλαιο που μπορεί κάλλιστα να εξανεμιστεί στο πρώτο σοβαρό πολιτικό «τζογάρισμα» – αν μάλιστα υπολογίσουμε πόσο γρήγορα απαξιώθηκε το πολύ πιο σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο του εκλογικού θριάμβου του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου.
Ποια είναι η πολιτική δοκιμασία που μπορεί να κάνει τον κ. Μητσοτάκη από μέρος της λύσης (μιας εναλλακτικής λύσης στον Τσίπρα αν αυτός δεν καταφέρει να περάσει από τις Συμπληγάδες) σε μέρος του προβλήματος; Η υποτροπή της ελληνικής κρίσης και η δημιουργία συνθηκών όπου συναινετικές πολιτικές λύσεις θα γίνουν αναπόφευκτες για την άρση του αδιεξόδου, υποχρεώνοντάς τον να καθίσει στο ίδιο τραπέζι με τον Τσίπρα και να στηρίξει κάποιας μορφής «εθνική» λύση.
Οι εικόνες μιας τέτοιας συνολικής υποτροπής της ελληνικής κρίσης είναι ήδη παρούσες σε προδρομική μορφή:
Πρώτο, η δυναμική και οι μορφές που προσλαμβάνει η κοινωνική διαμαρτυρία ενάντια στο Ασφαλιστικό, που δημιουργεί πολλαπλές και ισχυρές πιέσεις πάνω σε όλα τα κόμματα. Ο Κ. Μητσοτάκης, η Φώφη Γεννηματά κ.λπ. θα επιχειρήσουν να γίνουν συνομιλητές αυτής της διαμαρτυρίας ή θα την αποξενώσουν επιδεικνύοντας πλήρη αδιαφορία; Εδώ, η γραμμή της αντιπαράθεσης με το «λαϊκισμό» θα περάσει από μια πρώτη δοκιμασία.
Δεύτερο, το «μαύρισμα» ξανά της διεθνούς εικόνας της Ελλάδας, ύστερα από τις νέες τριβές με τους δανειστές (δηλώσεις Σόιμπλε αλλά και Λαγκάρντ, Νταβός κ.λπ.). Η πρόθεση των δανειστών να παρατείνουν τη διαπραγμάτευση για την πρώτη αξιολόγηση «όσο χρειαστεί» (το νωρίτερο το Πάσχα προβλέπει σε νέα του συνέντευξη ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) κ. Κλάους Ρέγκλινγκ) μπορεί στο μεν εσωτερικό να προσθέσει από το Μάρτιο και ένα οξύ πρόβλημα εξάντλησης των δημόσιων ταμείων στο δε εξωτερικό να ενισχύσει και παγιώσει την αίσθηση μιας υποτροπής της κρίσης. Και τότε, το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο -και το πιο πιθανό- είναι να επανέλθουν τα σενάρια για Grexit…
Τρίτο, εννοείται ότι σε ένα τέτοιο κλίμα η οικονομική καχεξία της ελληνικής οικονομίας θα παραμένει και επιδεινώνεται, επιδεινώνοντας όλα τα θεμελιώδη μεγέθη και ευνοώντας τις πιο σκληρές φωνές στο μπλοκ των δανειστών, που ζητούν τέταρτο μνημόνιο ή ψάχνουν ευκαιρία για να επαναφέρουν τη «λύση» του Grexit.
Τέταρτο, αν το πράγμα «κολλήσει» ξανά αναθερμαίνοντας τη συζήτηση για νέες «συνολικές» λύσεις, τότε κανείς δεν γνωρίζει πώς θα διαμορφωθεί το κλίμα στην ελληνική κοινωνία, όπου ήδη βάσει ευρωπαϊκής σφυγμομέτρησης η άποψη για έξοδο από το ευρώ πέρασε για πρώτη φορά οριακά μπροστά (με 44% έναντι 43%).
Βεβαίως όλα αυτά είναι υπό όρους ανατάξιμα. Όμως, η ανάταξη απαιτεί ένα μίνιμουμ πολιτικής συναίνεσης, διότι σε διαφορετική περίπτωση το ένστικτο της πολιτικής επιβίωσης καθενός ενάντια στους άλλους μπορεί να εκτρέψει και περιπλέξει τα πράγματα τόσο, ώστε τελικά να γίνουν μη διαχειρίσιμα…
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο προβλημάτων, έχει επίσης μεγάλη σημασία ποιος θα κερδίσει την πολιτική εμπιστοσύνη των δανειστών. Για παράδειγμα, στην εξαιρετικά πιθανή περίπτωση που οι δανειστές κάνουν έκκληση για στήριξη των μέτρων στη Βουλή ώστε να περάσουν με ισχυρή πλειοψηφία (μιας μορφής πολιτική εγγύηση γι’ αυτούς ότι δεν θα υπάρξουν πισωγυρίσματα), τι θα πράξει ο νέος αρχηγός της ΝΔ, αλλά και οι ηγεσίες των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης;
Η τροπή που παίρνουν τα πράγματα οδηγεί σε δυσεπίλυτες περιπλοκές και δημιουργεί προδρομικά όλους τους όρους για μια συνολική υποτροπή της ελληνικής κρίσης. Και υπ’ αυτούς τους όρους, κανείς δεν μπορεί να αποδράσει από τα κρίσιμα διλήμματα.