Ο Αλέξης Τσίπρας χαρακτήρισε «νίκη για τον ελληνικό λαό», την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια το καλοκαίρι του 2018, σε συνέντευξή του στην πορτογαλική εφημερίδα «Diario de Noticias».
«Πρόθεση μας δεν είναι να ελαχιστοποιήσουμε μόνο τις συνέπειες της κρίσης και να επιτύχουμε μια καλή έξοδο από το μνημόνιο, αλλά ταυτόχρονα να επιτύχουμε την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και όχι μόνο τη βελτίωση των οικονομικών αριθμών», σημειώνει και δηλώνει ότι το παράδειγμα της Πορτογαλίας αποτελεί δεδικασμένο, γιατί άνοιξε τον δρόμο «ώστε και εμείς να μπορέσουμε να πράξουμε το ίδιο χωρίς να είναι σε θέση οι θεσμοί να μας το αρνηθούν. Δηλαδή για παράδειγμα, να αυξήσουμε τους μισθούς, να αποκαταστήσουμε τις εργασιακές σχέσεις, τις συλλογικές συμβάσεις κλπ».
«Η έξοδος από το μνημόνιο, προστατεύοντας ταυτόχρονα τις πιο ευάλωτες κοινωνικές κατηγορίες και ταυτόχρονα αποτρέποντας την καταστροφή της χώρας, είναι ένα γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό που ανήκει σε όλον τον ελληνικό λαό και όχι σε μια κυβέρνηση», δηλώνει ο κ. Τσίπρας, προσθέτοντας ότι το μήνυμα είναι πως «όταν ένας λαός ανθίσταται και εκφράζει την αντίστασή του στις εφαρμοζόμενες πολιτικές, τότε μόνον ο συσχετισμός δυνάμεων στην Ευρώπη μπορεί να αλλάξει».
Ο πρωθυπουργός εμφανίζεται αισιόδοξος και για τις επόμενες εκλογές, το 2019. «Η προσαρμογή ήταν, φυσικά, πιο ομαλή απ΄ότι τα προηγούμενα χρόνια, αλλά δεν έπαψε να είναι προσαρμογή», σχολιάζει, για να προσθέσει ότι «τώρα, μεσούσης της θητείας μας, βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη καμπή. Το πολιτικό κλίμα αρχίζει να αλλάζει -και μάλιστα γρήγορα- στην Ελλάδα». Δηλώνει απόλυτα βέβαιος ότι «όταν καταφέρουμε να εξέλθουμε επιτυχώς από το μνημόνιο, το καλοκαίρι του 2018, θα αλλάξει η ψυχολογία του κόσμου». Σημειώνει ότι στο τέλος της θητείας της παρούσας κυβέρνησης, «η σύγκριση θα γίνει μεταξύ των αποτελεσμάτων των προηγούμενων κυβερνήσεων και των αποτελεσμάτων της δικής μας κυβέρνησης». Αναφέρεται ως προς αυτό στη μείωση της ανεργίας περίπου 7% από όταν ανέλαβε η κυβέρνηση και έπειτα, και εκφράζει την πεποίθηση ότι «τον Σεπτέμβριο του 2019, όταν θα έχουμε τις εκλογές, θα πέσει κάτω του 17%, γεγονός που σημαίνει ότι θα έχουμε καταφέρει μείωση άνω των 10 ποσοστιαίων μονάδων».
Στη συνέντευξη ο κ. Τσίπρας παραδέχθηκε ότι είναι λίγο ανήσυχος με τις εξελίξεις στην Ευρώπη, σε ό,τι αφορά το προσφυγικό και προσθέτει ότι η Ευρώπη αντιμετώπισε την κρίση με τον χειρότερο τρόπο. Επισημαίνει ότι στην κρίση πρυτάνευαν οι νεοφιλελεύθερες ιδέες στην πλειοψηφία των κυβερνήσεων και πως «γι΄αυτό το λόγο εφαρμόστηκε μια κακή συνταγή δημιουργώντας πολλές πληγές στο κοινωνικό σώμα της Ευρώπης, όχι μόνο στις χώρες του Νότου αλλά και στον ευρωπαϊκό Βορρά».
«Ορισμένες χώρες πιστεύουν ότι είναι ένα πρόβλημα που δεν τους αφορά και ότι αφορά μόνο τις χώρες πρώτης υποδοχής των προσφύγων», αναφέρει ακόμη, επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα υποχρεώθηκε να επωμισθεί το φορτίο ολόκληρης της Ευρώπης και πως «ιδιαίτερα στα νησιά μας η κατάσταση ήταν και παραμένει πολύ δύσκολη και πως «τη στιγμή που η Ευρώπη όφειλε να δείξει την αλληλεγγύη της, έδειξε το πιο σκληρό της πρόσωπο».
Σχολιάζει ότι και οι Γερμανοί πρέπει να αντιληφθούν ότι το μέλλον τους δεν περνά από τη δημιουργία μιας γερμανικής Ευρώπης, αλλά μιας ευρωπαϊκής Γερμανίας. Επισημαίνει ως βασικό πρόβλημα ότι «είχαμε κάποιους θεσμούς που δεν λειτούργησαν θεσμικά», ότι «οι πιο σημαντικές αποφάσεις ελήφθησαν κεκλεισμένων των θυρών», παραπέμποντας στη λειτουργία του Eurogroup, το οποίο «δεν είναι θεσμικά κατοχυρωμένο όργανο, έχει θεσμικό έλλειμμα».
Για το εάν θα μπορούσε να υπάρξουν αλλαγές σε περίπτωση που ο Μάριο Σεντένο είναι ο επόμενος πρόεδρος, ο κ. Τσίπρας τονίζει ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο ότι ο πρόεδρος του Eurogroup διέπραξε σφάλματα, «αλλά είναι η λειτουργία του», εξηγώντας ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται χωρίς να κρατούνται πρακτικά». Ο Σεντένο σημειώνει, «φυσικά είναι μία υποψηφιότητα πολύ ελπιδοφόρα. Και το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνει είναι να δημιουργήσει περισσότερη διαφάνεια στη λειτουργία του Eurogroup, να μην αποφασίζει κεκλεισμένων των θυρών». Αναφέρει, ακόμη, ότι τα τελευταία 8 χρόνια το Eurogroup υπήρξε ένα συμβούλιο «όπου οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρώπης συζητούσαν πολύ, αλλά τελικά η απόφαση ήταν αυτό που ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, ο κ. Σόιμπλε ήθελε να κάνει. Οι αποφάσεις σχεδόν πάντα απηχούσαν τις προθέσεις της Γερμανίας».
Τονίζει ότι για τον ίδιο «το πιο αποφασιστικό θέμα στις συζητήσεις για το μέλλον της Ευρώπης είναι το Eurogroup, ο ESM, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί εν γένει, να έχουν μία δημοκρατική λειτουργία και να λογοδοτούν». «Ο πρόεδρος του Eurogroup, ο πρόεδρος του ESM», τονίζει, «πρέπει να υπόκεινται στον δημόσιο έλεγχο και στον έλεγχο ενός θεσμού εκλεγμένου όπως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή γιατί όχι, στον έλεγχο ενός κοινοβουλίου των χωρών της Ευρωζώνης, ενός νέου θεσμού. Υπογραμμίζει ως το μεγαλύτερο έλλειμμα της Ευρώπης το έλλειμμα δημοκρατίας, την ανάληψη του ρόλου των πολιτικών από τεχνοκράτες που «δεν λογοδοτούν σε κανέναν». «Και σε αυτό το πλαίσιο αν ο ESM, που θα αντικαταστήσει το ΔΝΤ, λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή δεν λογοδοτεί σε κανένα, τότε φοβάμαι ότι θα έχουμε τα ίδια αρνητικά αποτελέσματα», αναφέρει.