Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Ο Τζακ Λιου, υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, είπε σε συνέντευξή του στους Financial Times μια μέρα πριν από την έλευσή του στην Αθήνα πως, δεδομένης της κατάστασης στην Τουρκία, η Ελλάδα πρέπει να προχωρήσει τις μεταρρυθμίσεις, ώστε να σταθεροποιηθεί η οικονομία και να λειτουργήσει η χώρα ως πυλώνας σταθερότητας στη διακεκαυμένη περιοχή μας. Αν σκεφτεί κανείς τι είπε ο Αμερικανός αξιωματούχος λίγο παραπάνω-πέρα από την προφανή κυβερνητική ανάγνωση πως έκανε ένα «δώρο» στην Ελλάδα-, φαίνεται το μεγάλο στοίχημα που έχει μπροστά της η χώρα. Διότι, ακόμα είμαστε στη φάση της μεγάλης αναταραχής, όπως έλεγε ο Μάο και τσίταρε εσχάτως ο πρωθυπουργός. Την υπέροχη κατάσταση όμως δεν βλέπουμε!
Η αλήθεια είναι πως η κυβέρνηση έχει χειριστεί το ζήτημα της κρίσης με την Τουρκία με αρκετά μεγάλη ψυχραιμία και χωρίς λεονταρισμούς. Θα ήταν, ας πούμε, ένας κίνδυνος ο κ. Καμμένος να αφεθεί να κάνει μόνος του παιχνίδι, με δεδομένο το πόσο… διπλωματικός είναι. Πλην όμως, η σοβαρότητα της κατάστασης δεν επιτρέπει προχειρότητες. Παρόμοιας σοβαρότητας είναι και η στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, γιατί, μπορεί στελέχη της ΝΔ να έχουν ερωτήματα ως προς ορισμένες κυβερνητικές αποφάσεις ή τη διαδικασία εξέτασης ασύλου για τους 8 που συνελήφθησαν, όμως το κόμμα έχει κρατήσει τη μπάλα χαμηλά. Και έτσι πρέπει να γίνει, όταν υπάρχει μια εθνική κρίση-γιατί, μην κάνετε λάθος, έχουμε σε εξέλιξη μια κατάσταση που μας επηρεάζει άμεσα και απαιτεί ειδικό και λεπτό χειρισμό.
Βιώνουμε με κάθε τρόπο λοιπόν τη «μεγάλη αναταραχή» που έλεγε στους δημοσιογράφους στο αεροπλάνο της επιστροφής από την Κίνα ο πρωθυπουργός, ενθυμούμενος τη ρήση του Μάο. Το ζήτημα όμως είναι πως η μεγάλη αναταραχή υπάρχει, αλλά η υπέροχη κατάσταση δεν διαφαίνεται. Και αυτό γιατί δεν είμαι σίγουρος κατά πόσο η κυβέρνηση μπορεί να αξιοποιήσει την ευκαιρία και να καταστήσει τη χώρα νησίδα σταθερότητας.
Ο Τζακ Λιου, από τον οποίο περιμέναμε ίσως και μια σαφέστερη τοποθέτηση για το ζήτημα των πρωτογενών πλεονασμάτων πέραν του χρέους, έδωσε έμφαση στις μεταρρυθμίσεις. Οι ΗΠΑ το έχουν ξανακάνει: όποτε και αν στηρίζουν ρηματική την Ελλάδα, πάντα υπογραμμίζουν την ανάγκη για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Τί κάνει, όμως, η κυβέρνηση; Πώς διαχειρίζεται τα κρίσιμα ζητήματα που έχουν να κάνουν με την ιδιοκτησία του προγράμματος και με μεταρρυθμίσεις-κλειδιά, όπως οι ιδιωτικοποιήσεις κλπ; Δεν μιλάμε μόνο για κινήσεις που προκαλούν επιβάρυνση στην κοινωνία, αλλά πράγματα που έπρεπε να έχουν γίνει εδώ και χρόνια. Φερ ειπείν, στην αξιολόγηση που έρχεται, η κυβέρνηση θα τολμήσει να αγγίξει τον απαρχαιωμένο συνδικαλιστικό νόμο, ο οποίος καμία σχέση δεν έχει με την Ελλάδα του 2016; Τί θα κάνει ο κ. Τσίπρας για τους υπουργούς του που ιδιωτικοποιούν κλαίγοντας; Και ούτω καθ’ εξής, γιατί αν ξεκινήσουμε να θέτουμε ερωτήματα, δεν θα τελειώσουμε ποτέ.
Και όλα αυτά συμβαίνουν σε μια εποχή που η γειτονιά μας, εγγύτερη και ευρύτερη, φλέγεται. Η υπέροχη κατάσταση δεν διαφαίνεται ακόμα, υπό αυτές τις συνθήκες. Ό, τι κοντινότερο έχουμε σε κάτι τέτοιο αυτή την εποχή είναι καμιά εξόρμηση σε παραλία ή σε κανένα νησί, μπας και ξεφύγουμε λίγο από την αναταραχή.
Γιατί και με τα δύο σκέλη της ρήσης του Μάο πακέτο, δεν μας βλέπω να τα καταφέρνουμε…