Τελικά αποδείχτηκε ότι δεν είναι τόσο εύκολο να επιστρέψει η τρόικα στην Αθήνα – δεν έχει οριστικοποιηθεί καν η ημερομηνία επανόδου της. Υπάρχουν τρεις βασικοί λόγοι γι’ αυτό: Πρώτο, ότι αυτή τη φορά τα αντικείμενα της συζήτησης είναι όχι απλώς «καυτά» αλλά… υπαρξιακής φύσεως: νέα μεταρρύθμιση στο ασφαλιστικό, χρηματοδοτικό κενό, αλλά και ένα «βουνό» από καθυστερημένες δανειακές δόσεις. Επομένως και η προετοιμασία για την επάνοδό της είναι πολύ πιο απαιτητική σε σχέση με άλλες φορές. Δεύτερο, έχουμε μπει σε κάποιου είδους «τελική ευθεία» προς τις πιο κρίσιμες ευρωεκλογές της ευρωπαϊκής ιστορίας με την Ελλάδα να έχει την τιμητική να προεδρεύει στο κρίσιμο προεκλογικό εξάμηνο – άρα, και η πολιτική διαχείριση σε σχέση με την Ελλάδα είναι πολύ λεπτή υπόθεση… Τρίτο, στους επόμενους λίγους μήνες θα ξεκαθαρίσει οριστικά η περαιτέρω συμμετοχή ή μη του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα.
Με τέτοια συσσώρευση κορυφαίων ζητημάτων, που μάλιστα πρέπει ουσιαστικά να διευθετηθούν ή να κλείσουν οι βασικές κατευθύνσεις της διευθέτησής τους (με τον ένα ή τον άλλο, θετικό ή αρνητικό τρόπο) μέσα στο επόμενο τρίμηνο, είναι φανερό ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για σπατάλη χρόνου και για δημόσιες «κόντρες» μεταξύ κυβέρνησης και τρόικας. Τώρα, όλοι οι εμπλεκόμενοι παράγοντες πρέπει να πάρουν τις τελικές του αποφάσεις. Η επάνοδος της τρόικας στην Αθήνα είτε θα προετοιμαστεί από μια στιβαρή καταρχήν συμφωνία με την ελληνική κυβέρνηση είτε θα λειτουργήσει αποσταθεροποιητικά. Γι’ αυτό η τρόικα μελετάει με τόση… εμβρίθεια τα στοιχεία που της απέστειλε το υπουργείο Οικονομικών. Και είναι βέβαιο ότι όταν απαντήσει θέτοντας τους όρους της, η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να πάρει και αυτή τις δικές της σκληρές αποφάσεις – δεν υπάρχουν περιθώρια χρονικής μετάθεσης των εκκρεμοτήτων…
Πρώτα απ’ όλα, η τρόικα επιμένει στις λεγόμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, με έμφαση στο δημόσιο τομέα και το ασφαλιστικό. Θέλει «ονόματα και διευθύνσεις» για τη νέα φάση κινητικότητας στο δημόσιο τομέα, απαιτεί μείωση των εργοδοτικών εισφορών κατά 3,9% (εκτιμώντας ότι αυτό θα επιφέρει μείωση εσόδων για τα ασφαλιστικά ταμεία κατά 850 εκατ. ευρώ), εκτιμά την απώλεια εσόδων από το μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ στην εστίαση σε 230 εκατ. ευρώ και περιμένει τα ισοδύναμα μέτρα της κυβέρνησης στα ζητήματα που νομοθέτησε μονομερώς (όπως π.χ. οι πλειστηριασμοί). Όλα αυτά αφενός ανεβάζουν το ύψος του δημοσιονομικού κενού για το 2014 και αφετέρου θέτουν ζήτημα ενός νέου, «σκληρού» ασφαλιστικού, αφού η νέα «τρύπα» από τη μείωση των εργοδοτικών εισφορών έρχεται να προστεθεί στις προϋπάρχουσες «τρύπες» που η τρόικα πιστεύει ότι δεν έχουν κλείσει.
Αφού υπάρξει συμφωνία γι’ αυτά και επί τη βάσει αυτής της συμφωνίας, θα συζητηθεί το δημοσιονομικό κενό του 2014 – 2015, ώστε σε αυτή τη βάση να καταρτιστεί το νέο Μεσοπρόθεσμο πλαίσιο 2014-2017, που θα είναι στην πραγματικότητα το τρίτο μνημόνιο με άλλο όνομα… Η όλη υπόθεση θα πρέπει να λήξει μέχρι τα μέσα Μαρτίου, αφού αμέσως μετά παίρνει σειρά η συζήτηση για το χρηματοδοτικό κενό – όσο για το χρέος, καμία ουσιαστική συζήτηση δεν πρόκειται να γίνει πριν από τις ευρωεκλογές…
Όσον αφορά τώρα την εκταμίευση των δανειακών δόσεων, το κρίσιμο ζήτημα είναι η στάση πληρωμών του ΔΝΤ (για την οποία έχουμε ξαναγράψει), που όλες οι πληροφορίες λένε ότι θα συνεχιστεί μέχρι να υπάρξει ικανοποιητική λύση για το χρηματοδοτικό κενό και τη βιωσιμότητα του χρέους!
Έτσι, η ελληνική προεδρία έμελλε να αποτελέσει ταυτόχρονα την πιο κρίσιμη περίοδο διαπραγμάτευσης με την τρόικα, με όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά και με τις πολιτικές εξελίξεις σε θερμοκρασία… βρασμού!