Σήμερα δεν θα ασχοληθώ ούτε με την «υψηλή πολιτική», ούτε με τα «μεγάλα προβλήματα» της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Άλλωστε μην ανησυχείτε. Μπορώ να σας βεβαιώσω πως δεν έχει αλλάξει απολύτως τίποτα. Πάμε στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα πως στο τέλος κάτι θα γίνει και θα μας ξελασπώσουν αυτοί που ανησυχούν περισσότερο από μας για μας.
Σήμερα λοιπόν θέλω να σας μεταφέρω μια ιστορία της καθημερινότητας. Μια ιστορία της «διπλανής πόρτας». Στο απέναντι πεζοδρόμιο από τα γραφεία της εταιρείας μου, λειτουργεί ένα μαγαζάκι το οποίο πουλάει καφέ, σάντουιτς και τυρόπιτες. Φέρει δε την επωνυμία «Κονσέρτο Γεύσεων».
Επωνυμία που κέντρισε πολλές φορές το ενδιαφέρον μου κι έτσι προχθές άνοιξα συζήτηση με τον πάντα εξυπηρετικό και ευγενικό ιδιοκτήτη του, έναν άντρα γύρω στα 35 με 40 που δίνει όπως όλοι μας τη δύσκολη μάχη της επιβίωσης.
Έτσι έμαθα λοιπόν μια απλή ανθρώπινη ιστορία που μου έκανε μεγάλη εντύπωση.. Η σύζυγός του είναι βιολίστρια και μάλιστα αναγνωρισμένη και καταξιωμένη. Εξ ου και η επωνυμία του καταστήματος. Το σημαντικό όμως είναι αλλού. Η γυναίκα αυτή είχε μια σίγουρη θέση στη Συμφωνητική Ορχήστρα της ΕΡΤ. Κάτι που αποτελεί όνειρο ζωής για χιλιάδες μουσικούς καθώς «μήνας μπαίνει, μήνας βγαίνει ο μισθός πέφτει». Κι όμως αυτή η γυναίκα όταν αποφάσισαν ως ζευγάρι να κάνουν παιδιά παραιτήθηκε από αυτή την προνομιούχο θέση, διότι ήθελε μεν να αφοσιωθεί στην οικογένειά της αλλά δεν ήθελε να είναι αργόσχολη και να εκμεταλλεύεται διάφορα «παραθυράκια» για να μην πατάει ποτέ στη δουλειά της και να πηγαίνει μόνο να εισπράττει το μισθό. Κάτι που αποτελεί τον κανόνα για χιλιάδες γυναίκες δημοσίους υπαλλήλους, ειδικά δε στο χώρο των εκπαιδευτικών.
Η συγκεκριμένη γυναίκα έπραξε διαφορετικά. Η προσωπική ηθικής της, η κουλτούρα της, η αντίληψη που είχε για το τι είναι αξιοπρεπές και τι δεν είναι, την έκαναν να αφήσει μια θέση που άλλοι θα «σκότωναν» για να την έχουν. Είναι το ήθος , η κουλτούρα και η αίσθηση αξιοπρέπειας που δυστυχώς δεν διαθέτει ο βουλευτής που διορίζει τη γυναίκα του, ο υπουργός την κόρη του και ο συνδικαλιστής όλο το σόι του.
Αλλά η ιστορία δεν σταματάει εδώ. Όταν θέλησε να επιστρέψει στην αγάπη της για το βιολί, δεν σκέφτηκε κανέναν εύκολο και βολικό τρόπο. Το έκανε στηριζόμενη στις ικανότητές της και στη δημιουργικότητά της. Έτσι ξεκίνησε τη συγγραφή βιβλίων για την εκμάθηση βιολιού τα οποία εκδίδει ο Μουσικός Οίκος «Φίλιππος Νάκας». Δίνει δηλαδή τον αγώνα που δίνουμε όλοι όσοι επιλέξαμε το δρόμο της ιδιωτικής οικονομίας. Ζει το άγχος και την αγωνία του πώς να βελτιώνεται διαρκώς για να μπορεί να προσφέρει το καλύτερο ώστε να προσδοκά και το καλύτερο.
Ανήκει και αυτή στην κατηγορία των Ελλήνων που επί χρόνια ήταν σιωπηλοί. Έβαζαν το κεφάλι κάτω και δούλευαν σκληρά ώστε να μην περιμένουν τίποτα από κανέναν και να μην έχουν ανάγκη κανέναν. Να μη χρωστούν χάρες και εξυπηρετήσεις σε γραφεία και διαδρόμους.
Πιστεύω πως αργά ή γρήγορα αυτοί οι άνθρωποι που όλα αυτά τα χρόνια έμειναν σιωπηλοί κι έκαναν τη δουλειά τους με αξιοπρέπεια δεν θα μείνουν πολύ ακόμα σιωπηλοί. Ψυχανεμίζομαι πως θα βρούν τη φωνή τους. Και είναι αυτοί που μπορούν πραγματικά να αλλάξουν την Ελλάδα. Να δώσουν στη χώρα την αξιοπρέπεια που έχουν και οι ίδιοι ως πρόσωπα.
ΥΓ: Ο πολιτισμός μιας χώρας δεν κρίνεται από τα Μέγαρα Μουσικής. Κρίνεται από το κατά πόσο οι άνθρωποι που την κατοικούν πιστεύουν στα ταλέντα τους και στη δημιουργικότητά τους ή κατά πόσο είναι πρόθυμοι να πουλήσουν τα όνειρά τους για έναν « σίγουρο μισθό». Ευτυχώς, υπάρχουν ακόμη βιολιστές στη στέγη!