Το γεγονός πως βαδίζουμε ολοταχώς προς ένα θερμό φθινόπωρο είναι προφανές. Όταν αστυνομικοί αποκλείουν δημόσια κτίρια όπως η σχολή των ΜΑΤ στο Γουδί, όταν πανεπιστημιακοί καθηγητές και δικαστικοί λειτουργοί κάνουν συνδικαλισμό με τρόπο που τους καθιστά ρέπλικες του Φωτόπουλου της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ, τότε δεν μπορούν να υπάρχουν και πολλά περιθώρια αισιοδοξίας.
Ο καθένας μπορεί να έχει την άποψή του και τα συμφέροντά του. Για να λειτουργήσει όμως μια κοινωνία και μην καταλήξει μια ώρα αρχύτερα στον γκρεμό, πρέπει να υπάρχει ένα μίνιμουμ συμφωνίας πάνω σε προφανή αυτονόητα.
Οι ασφαλισμένοι πρέπει να μπορούν να παίρνουν από το φαρμακείο τα φάρμακά τους. Σε ένα νοσοκομείο θα πρέπει να μπορεί να παρασχεθεί η στοιχειώδης περίθαλψη. Τις πρωινές ώρες κυκλοφοριακής αιχμής, ένας τροχονόμος πρέπει να ρυθμίζει την κυκλοφορία. Στα σχολεία πρέπει να υπάρχουν βιβλία και καθηγητές στην τάξη.
Δυστυχώς όλα αυτά τα αυτονόητα έχουν καταλήξει να είναι μεγάλα ζητούμενα. ‘Έχουμε φτάσει στο σημείο να απαιτούνται μάχες για να διασφαλιστούν. Όπως είπε πρόσφατα και ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος «δίνουμε τη μάχη του αυτονόητου». Τουλάχιστον ο εν λόγω Υπουργός φαίνεται πως την κερδίζει καθώς την Τρίτη που θα ανοίξουν τα σχολεία, όλα τα βιβλία θα είναι εκεί για τους μαθητές. Πράγμα, καθόλου δεδομένο μετά τις περσινές περιπέτειες. Ευτυχώς, βιβλία υπάρχουν.
Ωστόσο, σε λίγες μέρες οι συνδικαλιστές της εκπαίδευσης θα κάνουν κακό χαμό πάλι στα σχολεία. Τώρα που υπάρχουν βιβλία, θα ρίξουν όλο το βάρος τους στα περίφημα «κενά». Κανείς όμως από αυτούς δεν θα εξηγήσει ποτέ στην κοινωνία γιατί επί δεκαετίες χιλιάδες εκπαιδευτικοί δούλευαν μόνον έξι έως δέκα ώρες την εβδομάδα. Διότι η αλήθεια είναι πως με το να δουλεύουν λιγότερο, διορίζονταν κάθε χρόνο περισσότεροι. Και όσο πιο πολλοί διορίζονταν τόσο πιο πολλοί έπαιρναν αποσπάσεις είτε σε πολιτικά γραφεία, είτε απευθείας στο σπίτι τους και στις άλλες ασχολίες τους (ιδιαίτερα, φροντιστήρια, κλπ). Αν στην εκπαίδευση τηρούσαν το ωράριο που υπάρχει στον ιδιωτικό τομέα τότε ως δια μαγείας όχι μόνο δεν θα υπήρχαν «κενά», αλλά θα περίσσευαν κιόλας.
Γιατί έχουν εξελιχθεί τόσο άσχημα τα πράγματα; Διότι η κρίση και οι αναγκαστικές δημοσιονομικές περικοπές αποκάλυψαν μια μεγάλη αλήθεια. Για δεκαετίες τα προβλήματα δεν λύνονταν. Τα προβλήματα «ταΐζονταν» με δημόσιο χρήμα για να μην φαίνονται και να μπορεί ανενόχλητη η πολιτική τάξη να μιλάει για εκσυγχρονισμούς, να έχει μεγαλεπήβολα σχέδια και μεγαλοϊδεατισμούς παντός τύπου. Στην ουσία «ο βασιλιάς ήταν γυμνός», όπως λέει και το σοφό παραμύθι. Απλώς, αυτή τη γύμνια την σκέπαζαν τα εκατομμύρια ευρώ που εισέρεαν ως φτηνός δανεισμός κι έτσι ουδείς έμπαινε στον κόπο να επιλύσει πραγματικά τα προβλήματα. Αρκούσε μόνον τα ταΐζει.
ΥΓ: Αν η κυβέρνηση θέλει να κερδίσει τη μάχη του αυτονόητου, πρέπει να δίνει πρώτη το καλό παράδειγμα. Επαινετή η πρόσφατη πρωτοβουλία Σαμαρά να περικοπούν οι αμοιβές του πρωθυπουργού, του προέδρου της Βουλής, του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης και όλων των υπουργών. Πόσο αυτονόητο όμως είναι ο Πρόεδρος του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας να λαμβάνει περίπου 21.000 ευρώ το μήνα;