Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Το saga της Ευρωζώνης τα τελευταία χρόνια χαρακτηρίζεται από μία και μόνο λέξη: κρίση. Κρίση ελλείμματος, κρίση χρέους, κρίση στις τράπεζες. Εν προκειμένω, έφτασε η ώρα της κρίσεως και για την Ιταλία, η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη με τον μεγαλύτερο εφιάλτη της: τις τράπεζές της.
Είναι αλήθεια πως τα προηγούμενα χρόνια, η Ιταλία εφάρμοσε αποσπασπασματικά τους ευρωπαϊκούς κανόνες για την εξυγίανση των τραπεζικών ιδρυμάτων. Τα κόκκινα, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, δεν μειώθηκαν, οι ΑΜΚ που έγιναν δεν έφεραν αποτέλεσμα, το ίδιο και οι κρατικές εγγυήσεις. Οι τράπεζες έχουν σημαντικό ζήτημα λειτουργίας και, όσο δεν μειώνονται τα κόκκινα δάνεια, προοπτική δεν φαίνεται, προκειμένου να επανέλθουν οι ιταλικές τράπεζες σε ισορροπία. Το σκηνικό γκριζάρουν και οι προειδοποιήσεις της ΕΚΤ, η οποία έχει αποστείλει ρητές προειδοπήσεις στις μεγάλες, συστημικές ιταλικές τράπεζες να κάνουν επιτέλους κάτι με τα κόκκινα δάνεια που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους και να κάνουν γενναία βήματα προς την σταθεροποίησή τους.
Αυτό όμως μόνο εύκολο δεν είναι!
Η βούληση της ιταλικής κυβέρνησης να στηρίζει με ζεστό χρήμα, 40 δις, τα ιταλικά τραπεζικά ιδρύματα και να εγγράψει τη ζημία έρχεται σε αντίθεση με τη βούληση της Γερμανίας και άλλων θεσμικών παιχτών, όπως του προέδρου του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ, οι οποίοι επιμένουν να εφαρμοστούν οι κοινοί κανόνες που έχουν τεθεί και αφορούν και το bail in. Φυσικά, η διαδικασία του bail in έχει μια πρότερη διαδικασία, πριν φτάσει στους καταθέτες, καθώς πρώτα θα επηρεαστούν ομολογιούχοι και μέτοχοι, πλην όμως ο κ. Ρέντσι θέλει να αποφύγει κάτι τέτοιο για πολλούς λόγους, μεταξύ των οποίων οι ζημιές που θα υποστεί το ιταλικό κράτος και τα ιταλικά ασφαλιστικά ταμεία, αλλά και η πρόκληση αποσταθεροποίησης ευρύτερα στην ιταλική οικονομία. Και κάτι ακόμα: το ιταλικό κράτος εμφανίζεται να έχει πουλήσει ομόλογα, χωρίς επαρκείς προειδοποιήσεις για το ρίσκο, ΚΑΙ σε απλούς καταθέτες.
Και, φυσικά, τα οικονομικά τεκταινόμενα δεν πρέπει να αποσυνδεθούν από το πολιτικό γίγνεσθαι. Τον Οκτώβριο θα λάβει χώρα δημοψήφισμα για τη συνταγματική μεταρρύθμιση. Αν το χάσει, ο κ. Ρέντσι έχει εξαγγείλει πως θα παραιτηθεί και η χώρα πιθανότατα θα οδηγηθεί στις κάλπες, κάτι που όμως μόνο καλά μαντάτα δεν θα σημάνει για το ευρωιερατείο, μιας και το λαϊκίστικό Κίνημα 5 Αστέρων του Μπέμπε Γκρίλο έχει πάρει κεφάλι στις δημοσκοπήσεις, ενώ η ξενοφοβική Λέγκα του Βορρά έχει ξεφύγει από το περιθώριο υπό την ηγεσία του Ματέο Σαλβίνι, έχει γίνει mainstream και πιάνει διψήφια ποσοστά.
Το ζήτημα, βέβαια, έγκειται στο μέγεθος της ιταλικής οικονομίας και των ιταλικών τραπεζών, οι οποίες είναι too big to fail. Και αυτό το εργαλειοποιεί ο Ματέο Ρέντσι, ο οποίος σε συνέντευξη Τύπου την Πέμπτη ανέφερε πως «αν τα NPLs των ιταλικών τραπεζών είναι 1, τότε τα παράγωγα των γερμανικών τραπεζών είναι 100. Αυτή είναι η αναλογία, 1 προς 100». Τι λέει, με άλλα λογια; Πως , αν πιεστεί να εφαρμόσει τους κανόνες του bail in, τότε οι συνέπειες που θα ακολουθήσουν θα έχουν τον χαρακτήρα του ντόμινο και θα επηρεαστούν σημαντικά και γερμανικές τράπεζες, όπως η Deutsche Bank, της οποίας τα ασφάλιστρα κινδύνου έφτασαν χθες σε επίπεδα που δεν είχαν φτάσει ούτε την εποχή της κατάρρευσης της Lehman Brothers.
Το ερώτημα είναι το εξής: πώς θα κινηθούν οι τρεις παίκτες κλειδιά ως προς το ζήτημα αυτό; Εννοούμε, δηλαδή, τον διοικητή της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν-Κλωντ Γιούνκερ και τον Γερμανό ΥΠΟΙΚ Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Θα βρεθεί μια ενδιάμεση λύση ή θα επικρατήσει ο κανόνας του Σόιμπλε-με απρόβλεπετες πολιτικές συνέπειες; Άλλωστε, το ζήτημα δεν είναι άσχετο με τη συγκυρία: λαμβάνει χώρα την επαύριο του Brexit, με τους επενδυτές να βρίσκονται σε κατάσταση νευρικής κρίσης, κάτι που έχει χτυπήσει τις μετοχές των ιταλικών τραπεζών.
Το βασικό στοίχημα για την Ε.Ε. είναι το εξής: να καταλάβει πως σε ορισμένες περιπτωσεις απαιτείται πολιτική ευελιξία, η οποία θα υπερβαίνει τον βασικό οικονομικό κανόνα. Άλλωστε, η περίοδος, την οποία διάγουμε, δεν είναι μια normal περίοδος, αλλά μια περίοδος damage control αμέσως μετά το Brexit. Τι θα σήμαινε άραγε για την πολιτική ενότητα της Ένωσης μια απόφαση για bail in ενόψει και σημαντικών πολιτικών εξελίξεων, τόσο στην Ιταλία, όσο και πανευρωπαϊκά, με την αλματώδη άνοδο λαϊκιστικών κομμάτων;
Αυτή είναι η ισορροπία που πρέπει να σκεφτούν πολύ προσεκτικά σε Βρυξέλλες, Βερολίνο και Φρανκφούρτη. Και το πρόβλημα είναι το εξής: ο πιο «πολιτικά σκεπτόμενος» μοιάζει να είναι ο Ευρωπαίος κεντρικός τραπεζίτης. Οι Βρυξέλλες είναι αδύναμες και το Βερολίνο προσηλωμένο σε μια ordoliberal συνταγή, η οποία εφαρμόζεται ως πασπαρτού.
Δύσκολοι καιροί για πολιτικούς…