Την ορθότητα της πρόσκλησης για την επίσκεψη Ερντογάν σε αυτή τη χρονική στιγμή, επισημαίνει ο Νίκος Βούτσης, σε συνέντευξή του στο ρ/σ ΑΘΗΝΑ 9.84, τονίζοντας τη σημασία του γεγονότος ότι μίλησαν ανοικτά και τέθηκαν όλα τα ζητήματα κι από τις δύο πλευρές.
Ο πρόεδρος της Βουλής εξήγησε ότι «οι διπλωματικές σχέσεις με την Τουρκία δεν είναι γενικώς η διπλωματία με βάση την οποία κανείς μπορεί σε ορίζοντα χρόνου να κάνει με οποιαδήποτε χώρα του κόσμου». Αντίθετα, υπογράμμισε, «είναι κάτι πολύ πιο στενό, έχει σχέση με μια μεγάλη γείτονα χώρα και μάλιστα σε μια πολλαπλά αποσταθεροποιημένη περιοχή και με ζητήματα που θεωρούνται από διάφορες μεριές ως εκκρεμότητες».
Ο κ. Βούτσης ανέφερε ότι «έχει μεγάλη σημασία και είναι θετικό ότι μίλησαν ανοιχτά και τέθηκαν όλα τα ζητήματα κι από τις δύο πλευρές, δόθηκαν οι απαντήσεις, ενώ παρακινήθηκε και ο διεθνής παράγων». Τόνισε πως «είναι σημαντικό ότι διεθνώς υπήρξαν αντιδράσεις για το θέμα της Λοζάνης και σχετική αναδίπλωση» και επισήμανε ακόμη πως «το ότι υπήρξε ένα κεντράρισμα γύρω από το ζήτημα της μειονότητας της Θράκης, έδωσε τη δυνατότητα να διευκρινιστούν από πλευράς του Τούρκου Προέδρου μια σειρά από θέματα που μέχρι τώρα παρέμεναν θολά». Πρόσθεσε ότι το Κυπριακό για πρώτη φορά τέθηκε ανοιχτά, ότι είναι ώριμη και επιτακτική ανάγκη να επιλυθεί το ζήτημα.
Αναφέρθηκε μεταξύ άλλων και στις προωθούμενες αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο, στην πώληση λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ και στις διαδικασίες για την επιλογή του νέου επικεφαλής του γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής.
Ως προς τον συνδικαλιστικό νόμο, σχολίασε πως αυτό το στοιχείο της διαπραγμάτευσης θα πρέπει να συνυπολογιστεί με τις απαιτήσεις που είχε για χρόνια το ΔΝΤ στο ζήτημα των εργασιακών σχέσεων, και πως άρα «η αποτίμηση για αυτόν τον τομέα θα πρέπει να γίνει εν συνόλω, για το τι τελικά επετεύχθη με θετικό ή αρνητικό πρόσημο σε σχέση με αυτά που μας ζητούσαν και αφορούσαν τις εργασιακές συμβάσεις, τα δικαιώματα και τη σειρά των εργαζομένων στις πτωχευτικές διαδικασίες, αλλά και τη διαιτησία». Ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι «καλό είναι να αναπτυχθεί με όλων την ενθάρρυνση ένα ρωμαλέο, αυτόνομο και μαζικό συνδικαλιστικό κίνημα», ότι «θα πρέπει σε κάθε έκφανση του κοινωνικού και εργατικού κινήματος να υπάρξουν αυτές οι προσδοκίες και οι παρεμβάσεις εκ μέρους όλων μας, έτσι ώστε μελλοντικά αυτά να διευρύνουν πολύ περισσότερο και τα νομοθετικά πλαίσια».