Υπήρξε μια περίοδος που ο Βλαντίμιρ Πούτιν έλεγε ότι δεν φοβόταν την επέκταση του ΝΑΤΟ, μια εποχή που η Κίνα ήταν ανοιχτή στο διάλογο με τη Δύση και το Ηνωμένο Βασίλειο είχε επικεφαλής έναν πρωθυπουργό που ήθελε περισσότερη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Αρχεία της βρετανικής κυβέρνησης που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα και καλύπτουν την περίοδο 2000-2002, σκιαγραφούν μια εποχή που φαίνεται να ανήκει στο παρελθόν, μια εποχή που ο Τόνι Μπλερ βρισκόταν στο απόγειό του στην Ντάουνινγκ Στριτ.
Εκείνη την εποχή, ο ακροδεξιός υποψήφιος Ζαν-Μαρί Λεπέν είχε μόλις φτάσει στον δεύτερο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών (Απρίλιος 2002) και, ως εκ τούτου, ο πρωθυπουργός των Εργατικών ανησυχούσε ότι οι Βρετανοί θα ένιωθαν περιθωροποιημένοι από την παγκοσμιοποίηση.
Σε ένα χειρόγραφο σημείωμα, ο Μπλερ γράφει ότι «σε έναν κόσμο που αλλάζει, οι άνθρωποι θέλουν κάποια επαναβεβαίωση των παραδοσιακών αξιών» και ότι η κυβέρνησή του έχει δίκιο να αντιμετωπίζει τις ανησυχίες των εργατικών τάξεων για τη μετανάστευση. Αυτές οι συζητήσεις θα επανέλθουν στην επιφάνεια τη στιγμή του δημοψηφίσματος για το Brexit το 2016.
Αυτά τα κυβερνητικά έγγραφα, που δόθηκαν στη δημοσιότητα όπως προβλέπει η νομοθεσία από τα Αρχεία του Κράτους 20 χρόνια αργότερα, καλύπτουν επίσης την εκλογή του προέδρου Τζορτζ Ουόκερ Μπους στις ΗΠΑ, τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, την εισβολή στο Αφγανιστάν και την προετοιμασία για εκείνη του Ιράκ.
Το Λονδίνο είχε εργαστεί τότε για να εξασφαλίσει ότι ο Τόνι Μπλερ θα προσκληθεί το συντομότερο δυνατό στην Ουάσινγκτον για να συναντήσει τον Μπους και την ομάδα του και να ενισχύσει τη σχέση μεταξύ των δύο συμμάχων.
Διαφορετικά, «η ακροδεξιά και η άκρα αριστερά θα εργαζόντουσαν για να αποξενώσουν το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ, όπως θα έκαναν άλλες χώρες όπως η Ρωσία και η Γαλλία», αναφέρει σε διπλωματικά τηλεγραφήματα ο Βρετανός πρεσβευτής στην Ουάσινγκτον, Κρίστοφερ Μάγιερ, μετά τη συνάντηση με τον αντιπρόεδρο Ντικ Τσένι τον Ιανουάριο του 2001. «Ο πρωθυπουργός (Μπλερ) ήταν αποφασισμένος να αποτρέψει κάτι τέτοιο».
Στη συνέχεια, ο Τόνι Μπλερ θα εμπλέξει τη χώρα του στην εισβολή στο Αφγανιστάν το 2001 μαζί με τις ΗΠΑ και σε αυτή του Ιράκ το 2003, μια απόφαση που θα αποδειχθεί μοιραία για την ενότητα του Εργατικού Κόμματος.
Τα αρχεία δείχνουν επίσης Βρετανούς υπουργούς και επιχειρηματίες πρόθυμους να επωφεληθούν από την υιοθέτηση εμπορικών μεταρρυθμίσεων από τους κομμουνιστές ηγέτες της Κίνας.
Τον Απρίλιο του 2001, ο Τόνι Μπλερ έγραψε στον τότε Κινέζο πρόεδρο Τζιάνγκ Ζεμίν να μεσολαβήσει για την τύχη του πληρώματος ενός αμερικανικού κατασκοπευτικού αεροπλάνου που κρατήθηκε από το Πεκίνο μετά από σύγκρουση με κινεζικό αεροπλάνο.
Ο πρόεδρος Μπους θα ευχαριστούσε αργότερα τον Τόνι Μπλερ σε ένα χειρόγραφο σημείωμα για τη βοήθειά του στην υπόθεση.
Παρά αυτό το περιστατικό, οι σχέσεις Κίνας-Δύσης φαινόταν σε γενικές γραμμές πολύ πιο θερμές πριν από 20 χρόνια σε σύγκριση με τις τωρινές.
Όσον αφορά τις σχέσεις Κίνας-Ηνωμένου Βασιλείου, σήμερα πολύ τεταμένες, «η σύντομη απάντηση είναι ότι είναι πολύ καλές, και η Κίνα πιστεύει το ίδιο πράγμα», επιβεβαιώνει η διπλωματική ομάδα του Τόνι Μπλερ τον Νοέμβριο του 2002.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός είχε συναντηθεί με τον Κινέζο ομόλογό του Ζου Ρονγκτζί τον Σεπτέμβριο του 2002 σε μια σύνοδο κορυφής του ΟΗΕ στη Νότια Αφρική. «Ο Ζου αστειεύτηκε ότι, αν και η δουλειά του ήταν δύσκολη, είχε ένα πλεονέκτημα έναντι του πρωθυπουργού», ανέφερε ένα σημείωμα από την Ντάουνινγκ Στριτ. «Δεν είχε να αντιμετωπίσει κόμμα της αντιπολίτευσης».