Τα οικονομικά στοιχεία που δημοσιεύθηκαν την περασμένη εβδομάδα επιβεβαιώνουν την ανάκαμψη των καταναλωτικών δαπανών και τη βελτίωση της επιχειρηματικής εμπιστοσύνης στην Ελλάδα. Αυτή είναι η πρώτη εποικοδομητική δέσμη δεδομένων που δημοσιεύθηκαν φέτος, όπως τονίζει η Wood, η οποία και την οδηγεί να διατηρήσει την προσεκτική της στάση σχετικά με τις προοπτικές ανάπτυξης του τρέχοντος έτους, που ενδέχεται να είναι χαμηλότερες των προσδοκιών της, όπως τονίζει.
Δεν είναι ακόμη ξεκάθαρο εάν η ανάπτυξη στην Ελλάδα φέτος θα κινηθεί στο 2-3% ή… κάτω του 1%, σημειώνει χαρακτηριστικά. Οι έρευνες καταναλωτικής εμπιστοσύνης υπογραμμίζουν ότι η αγοραστική δύναμη παραμένει περιορισμένη και φαίνεται να είναι πιο σοβαρό πρόβλημα από ό,τι στις περισσότερες άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως επισημαίνει ο οίκος.
Πιο αναλυτικά, όπως σημειώνει η Wood σε νέα της έκθεση για την Ελλάδα, ο δείκτης οικονομικού κλίματος που υπολογίζεται μηνιαίως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαμορφώθηκε στις 110 μονάδες τον Μάιο, από 108 τον Απρίλιο, με τον δείκτη διάθεσης για προσλήψεις να παραμένει αμετάβλητος, στο 122,6. Και οι δύο δείκτες έχουν πλέον ανακάμψει και έχουν επιστρέψει στην κορυφή του Απριλίου 2023, με τη διάθεση για προσλήψεις να βρίσκεται σε ιστορικό υψηλό ενώ, το οικονομικό κλίμα συνολικά, είναι κοντά στα ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Όπως επισημαίνει η Wood, η εμπιστοσύνη στον κλάδο της βιομηχανίας και των υπηρεσιών εκτινάχθηκε τον Μάιο. Στον βιομηχανικό τομέα, φαίνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος της επιβράδυνσης που ήταν ορατή από τον Ιούλιο του 2023 έως τον Φεβρουάριο του 2024 έχει τελειώσει. Τα επίπεδα παραγωγής επιταχύνθηκαν και οι αναμενόμενες παραγγελίες ανέκαμψαν τους τελευταίους τρεις μήνες, γεγονός που φαίνεται να δείχνει ότι η ζήτηση ανακάμπτει πραγματικά. Οι προθέσεις τιμολόγησης επίσης σταθεροποιήθηκαν και τα αποθέματα μειώθηκαν. Στις υπηρεσίες, ο όγκος της δραστηριότητας και των παραγγελιών αυξήθηκε σημαντικά τον Μάιο, ωθώντας τις προθέσεις τιμολόγησης και τα σχέδια προσλήψεων προς τα πάνω.
Ο κατασκευαστικός τομέας, σύμφωνα με τις έρευνες εμπιστοσύνης, έχει ιδιαίτερη “κινητικότητα” από τις αρχές του 2023, αλλά τείνει να παρουσιάζει έντονες διακυμάνσεις στο κλίμα από τον ένα μήνα στον άλλο. Τούτου λεχθέντος, οι προθέσεις τιμολόγησης ήταν σταθερά υψηλές πρόσφατα, εκτός από μια απροσδόκητη μείωση τον Απρίλιο. Ένα σημαντικό μέρος αυτής της μείωσης ανακτήθηκε τον Μάιο και θα μπορούσε να σχετίζεται με τα σημεία συμφόρησης στην αναμενόμενη ζήτηση, καθώς η κυβέρνηση αυστηροποιεί τους κανόνες για τις πληρωμές σε μετρητά για στέγαση (που αντιπροσώπευαν το 80% των συναλλαγών), σε μια εποχή που τα στεγαστικά δάνεια παραμένουν υποτονικά.
Συνολικά, η ανάκαμψη του επιχειρηματικού κλίματος ενισχύει την άποψη της Wood ότι το πρώτο τρίμηνο η πτώση ήταν προσωρινό φαινόμενο, λόγω της ασθενούς παγκόσμιας ζήτησης και του υψηλού κόστους δανεισμού. Τον Μάιο, το κλίμα φαίνεται να ομαλοποιήθηκε, αλλά δεν υπάρχουν ακόμη αρκετά στοιχεία για να φανεί εάν οι επενδύσεις θα αρχίσουν να επανεκκινούνται αρκετά γρήγορα ώστε η οικονομική δραστηριότητα να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του οίκου για αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ στο 2-3% φέτος.
Η εμπιστοσύνη του κλάδου λιανικής βελτιώθηκε απότομα τον Μάιο και οι τουριστικές κρατήσεις υποδηλώνουν ότι η τουριστική περίοδος θα είναι ισχυρή φέτος. Ωστόσο, η εμπιστοσύνη των καταναλωτών δείχνει ότι τα περισσότερα ελληνικά νοικοκυριά αντιμετωπίζουν περιορισμένη αγοραστική δύναμη, η οποία είναι πολύ πιο βαθιά από ό,τι φαίνεται από την ισχυρή αγορά εργασίας. Το ποσοστό ανεργίας διαμορφώθηκε στο 10,8% τον Απρίλιο, φαινομενικά κολλημένο μεταξύ 10,5% και 11% από τα τέλη του περασμένου καλοκαιριού. Μέρος της εξήγησης θα μπορούσε να είναι ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να ενισχύσει τη συμμετοχή στην εργασία και αυτό αρχίζει να λειτουργεί, τουλάχιστον για τους εργαζόμενους μεγαλύτερης ηλικίας. Σημειώνεται επίσης κάποια εισροή ξένων εργατών, ειδικά για να μετριαστεί η έλλειψη εργατών στις κατασκευές.
Τα στοιχεία των μισθολογικών συμφωνιών, που αναφέρει η Τράπεζα της Ελλάδος, δείχνουν ότι η συντριπτική πλειονότητα των ανανεωμένων συμβάσεων συνεχίζει να υπογράφεται χωρίς αυξήσεις μισθών, πράγμα που σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι χάνουν αγοραστική δύναμη τα τελευταία χρόνια, αν παραμείνουν στην ίδια δουλειά, τονίζει η Wood, κάτι που είχε επισημάνει και σε πρόσφατη ανάλυσή της. Μισθολογικά κέρδη σημειώνονται σε ορισμένους κλάδους, ωστόσο, οι έρευνες καταναλωτών, ουσιαστικά, δείχνουν έντονα ότι αυτές οι βελτιώσεις υπολείπονται της αύξησης του κόστους διαβίωσης.
Όπως σημειώνει η ΤτΕ, “τον Ιανουάριο-Απρίλιο 2024 υπογράφηκαν 87 νέες συμβάσεις εταιρικού επιπέδου που καλύπτουν 57.396 εργαζόμενους. Από αυτές, 31 συμφωνίες προέβλεπαν μισθολογικές αυξήσεις, ενώ στις υπόλοιπες δεν προβλεπόταν καμία μισθολογική μεταβολή. Το 2023, υπογράφηκαν 209 νέες συμφωνίες σε εταιρικό επίπεδο, που κάλυπταν 137.179 εργαζόμενους. Από αυτές, οι 59 συμφωνίες προέβλεπαν μισθολογικές αυξήσεις, ενώ στις υπόλοιπες δεν προβλεπόταν καμία μισθολογική μεταβολή. Το 2022, είχαν υπογραφεί 217 νέες συμφωνίες σε εταιρικό επίπεδο, που κάλυπταν 168.472 υπαλλήλους. Οι 80 προέβλεπαν μισθολογικές αυξήσεις, ενώ στις υπόλοιπες δεν προβλεπόταν καμία μισθολογική μεταβολή”, αναφέρει ο οίκος.
Στα θετικά, επισημαίνει η Wood, τα στοιχεία λιανικών πωλήσεων που δημοσιεύθηκαν για τον Μάρτιο έδειξαν άλμα στην αύξηση του όγκου, στο 5,2% σε ετήσια βάση, από τους δύο πολύ αδύναμους προηγούμενους μήνες -9,5% και -9,3% σε ετήσια βάση. H πρόσφατη αδυναμία οφειλόταν εν μέρει στις καθυστερημένες διακοπές του Πάσχα φέτος, το οποίο επέτεινε τα προβλήματα αγοραστικής δύναμης. Η ανάλυση των δαπανών του Μαρτίου δείχνει ισχυρές δαπάνες που σχετίζονται με τα τρόφιμα, κάτι που αναμένεται και στο ξεκίνημα της ανάκαμψης των δαπανών, και ορισμένους τομείς ισχυρών δαπανών σε μη βασικά αγαθά, όπως είδη ένδυσης/υποδήματα και φαρμακευτικά προϊόντα.
Η Ελλάδα δημοσιοποιεί τα μακροοικονομικά της στοιχεία αργότερα από ό,τι οι περισσότεροι από τους Ευρωπαίους ομολόγους της. Ως εκ τούτου, δεν έχει ακόμη αποκαλύψει την εκτίμηση του ΑΕΠ για το α’ τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Σύμφωνα με κυβερνητικά στελέχη και δηλώσεις της ΤτΕ, η κυβέρνηση σημειώνει πρόοδο στην απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης (ποσοστό απορρόφησης 41% μέχρι στιγμής), αλλά οι εκταμιεύσεις προς τον ιδιωτικό τομέα υστερούν ιδιαίτερα στον τομέα της ψηφιοποίησης. Η Wood θεωρεί ότι οι καθυστερήσεις στην ανάκαμψη των επενδυτικών δαπανών αποτελούν κύριο εμπόδιο που θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά μεταξύ της αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ με υψηλό ρυθμό 2-3%, ή μιας υποτονικής απόδοσης της αύξησης του ΑΕΠ, κάτω του 1%, που είναι αυτό που πιθανότατα εκτυλίχθηκε τους πρώτους μήνες του έτους.
Όπως τονίζει η Wood, είναι ενθαρρυντικό το ότι υπάρχει σαφής επέκταση του επιχειρηματικού τομέα. Σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, καταγράφηκε μεγάλη επιτάχυνση στις νέες επιχειρήσεις το α’ τρίμηνο (αύξηση 14% σε ετήσια βάση), σε μια περίοδο που ο αριθμός των πτωχεύσεων ήταν αμελητέος. Μέρος αυτής της επιτάχυνσης ήταν μια ομαλοποίηση μετά τη διαταραχή της COVID-19, αλλά έχει ήδη επεκταθεί αρκετά ώστε ο αριθμός των εταιρειών είναι 2,7% υψηλότερος από το 2021. Τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν πάντως ότι ένας μεγάλος αριθμός από αυτές τις εταιρείες παραμένουν πολύ μικρές, στη γεωργία και στα ακίνητα.
Τέλος, ο πληθωρισμός κινήθηκε στο 3,1% σε ετήσια βάση τον Απρίλιο, με τον πληθωρισμό των τροφίμων να έχει μετριαστεί, αλλά να εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει σχεδόν το ήμισυ του συνολικού πληθωρισμού. Μια προσεκτική προσδοκία, δεδομένων των πρόσφατων ανοδικών κινδύνων για τον πληθωρισμό των τροφίμων παγκοσμίως, υποδηλώνει ότι ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να κινείται γύρω από τον τρέχοντα ρυθμό στο επόμενο 12μηνο, υποχωρώντας στο 2% μόνο εάν ο πληθωρισμός των τροφίμων επιβραδυνθεί στο μέλλον.
Ελευθερία Κούρταλη
Πηγή capital.gr