Γράφαμε πριν μερικές μέρες, για την «αναταραχή» στο ηλεκτρικό σύστημα της χώρας, με την πρωτοφανή παραγωγή μονάδων ΑΠΕ, ως αποτέλεσμα της ηλιοφάνειας και των ισχυρών ανέμων. Το γεγονός είχε άμεσο αντίκτυπο στην παραγωγή των συμβατικών μονάδων και κυρίως των λιγνιτικών, η οποία μειώθηκε, προκειμένου να απορροφηθούν οι ΑΠΕ. Από την περασμένη Παρασκευή, μπήκαν στο χορό και τα υδροηλεκτρικά, αφού οι έντονες βροχοπτώσεις γέμισαν τις τεχνητές λίμνες. Οπότε, για να μην πάει το νερό χαμένο από τις υπερχειλίσεις, η ΔΕΗ αύξησε και την παραγωγή των υδροηλεκτρικών.
Θα πρέπει λοιπόν να είμαστε ευχαριστημένοι από τη στιγμή που ένα σημαντικό ποσοστό της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλίσκουμε, προέρχεται από μη ρυπαίνουσες μονάδες. Μέχρι εδώ καλά, έστω και αν χρειαστεί να πληρώσουμε και κάτι παραπάνω στο λογαριασμό ηλεκτρικού, αφού οι «πράσινες» κιλοβατώρες κοστίζουν ακριβότερα από τις συμβατικές.
Όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Οι ΑΠΕ παράγουν ενέργεια, μόνο όταν το επιτρέπουν οι καιρικές συνθήκες. Δεν προσφέρουν δηλαδή καμία εγγύηση ότι θα έχουμε την ενέργεια όποτε τη χρειαζόμαστε, στην ποσότητα και ποιότητα που την χρειαζόμαστε. Κάποιες άλλες μονάδες θα πρέπει να βρίσκονται σε ετοιμότητα να μας προσφέρουν την ισχύ, όταν θα συννεφιάσει, ή όταν ο άνεμος δεν θα γυρίζει τα πτερύγια των ανεμογεννητριών.
Στις περισσότερες χώρες, όπου η διείσδυση των ΑΠΕ έχει αυξηθεί, μελετούν από τώρα τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν στις υποδομές των δικτύων και της παραγωγής, ώστε ΑΠΕ και συμβατικές μονάδες να συνεργάζονται, προσφέροντας το μέγιστο όφελος. Κυρίως όμως, μελετούν πώς δεν θα χρειαστεί να κλείσουν μονάδες που πρέπει να λειτουργούν συνεχώς, προσφέρουν ασφάλεια στο σύστημα και φθηνή ενέργεια στη βιομηχανία.
Τέτοιες μονάδες είναι συνήθως αυτές που χρησιμοποιούν στερεά καύσιμα και χαρακτηρίζονται ως μονάδες βάσης.
Στην Ελλάδα, όλα αυτά τα αφήσαμε στην τύχη. Αφού καταφέραμε να δημιουργήσουμε μια νέα κατηγορία επιχειρηματιών, αυτών που επενδύουν στις ΑΠΕ, και επιχειρούν χωρίς ρίσκο, βλέπουμε ότι το μοντέλο της «πράσινης» ενεργειακής ανάπτυξης κάπου μπάζει και προκαλεί παρενέργειες. Ως συνήθως, όταν το πράγμα φτάσει στο απροχώρητο, θα αντιμετωπίσουμε τις παρενέργειες με μπαλώματα, με συμψηφισμούς πολιτικού κόστους, αλλά εν τέλει με πολύ υψηλό κόστος για το σύνολο της κοινωνίας και της οικονομίας.
Με την ευκαιρία να μεταφέρουμε τα όσα είπε ένας πολύ ειδικός στα θέματα αυτά, σε εκδήλωση του Γαλλικού Ινστιτούτου τον περσινό Οκτώβρη. Ο Patrick Criqui, διευθυντής του εργαστηρίου οικονομίας της βιώσιμης ανάπτυξης και της ενέργειας (EDDEN-CNRS) στο Πανεπιστήμιο της Grenoble, τόνισε ότι για την οικονομική διείσδυση των ΑΠΕ σε ένα σύστημα, είναι απαραίτητο να εκπληρώνεται ο κανόνας των 3 S. Δηλαδή, Super Grids (ισχυρά δίκτυα), Smart Grids (έξυπνα δίκτυα), Storage (αποθήκευση ενέργειας). Επειδή ο ηλεκτρισμός υπόκειται στους νόμους της φυσικής, ενώ πρέπει να καταναλίσκεται τη στιγμή που παράγεται, θα πρέπει τα δίκτυα να είναι ικανά να την απορροφούν και να μην την απορρίπτουν, να τη διοχετεύσουν εκεί που υπάρχει ζήτηση και να αποθηκεύεται σε άλλη μορφή (άντληση νερού σε υδροηλεκτρικά) για να χρησιμοποιηθεί όταν υπάρξει ζήτηση.
Όχι ότι κάποια χώρα έχει φτάσει στο επίπεδο αυτό. Ωστόσο ΕΕ και πολλές χώρες κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση. Εμείς;