Βεβαιώσεις του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, αλλά και του Οικουμενικού Πατριάρχη, σύμφωνα με τις οποίες η κυριότητα της λίμνης Βιστωνίδας άνηκε διαχρονικά στην Μονή Βατοπεδίου, προσκόμισαν στο δικαστήριο – Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, οι συνήγοροι υπεράσπισης στη δίκη για το αποκαλούμενο σκάνδαλο των «ιερών ανταλλαγών». Η δεύτερη ημέρα της δίκης συνεχίστηκε σε άλλη αίθουσα – στην αίθουσα πολλαπλών χρήσεων του Εφετείου- απόντος του ηγούμενου Εφραίμ, αλλά παρουσία πολλών εκπροσωπών του κλήρου στο ακροατήριο.
Ειδικότερα, η υπεράσπιση υποστήριξε ότι δεν υπάρχει ζημία για το ελληνικό δημόσιο από τις ανταλλαγές και ως εκ τούτου δεν θα πρέπει να παραστεί στην εν εξελίξει δίκη ως πολιτική αγωγή το ελληνικό δημόσιο. Μάλιστα, οι εκπρόσωποι της Μονής υποστήριξαν ότι η Ιερά Μονή έχει δικαιωθεί με 18 αποφάσεις που έχουν εκδοθεί από τα ελληνικά δικαστήρια για τις 28 αγωγές που έχει υποβάλλει το ελληνικό δημόσιο.
Επί 100 χρόνια η Μονή προσπαθούσε να επιλύσει την ιδιοκτησιακή διαφορά με το Δημόσιο με ειρηνικό και ωφέλιμο τρόπο και για τα δυο μέρη. «Η υπόθεση στράβωσε για άλλους λόγους και όχι για την ουσία της», ανέφεραν οι συνήγοροι και προσέθεσαν: «Το βούλευμα λέει ότι όλα έγιναν στοχευμένα για να ανταλλαγούν με ακίνητα φιλέτα. Η Μονή, όμως, είχε ένα όραμα να αξιοποιήσει το μετόχι της στη Λίμνη. Τα σχέδια αυτά προσέκρουσαν στους τοπικούς παράγοντες οι οποίοι έκαναν αγώνα, έκαναν λόμπινγκ, ήταν ανθρώπινο, και η Πολιτεία θέλησε να λύσει το πρόβλημα. Τότε, είπε η Πολιτεία χρησιμοποιώντας και τοπικούς βουλευτές, όπως τον κ. Κοντο, να τους διώξουμε. Πώς όμως; Να απαλλοτριώσουμε τη λίμνη; Δεν έχουμε λεφτά. Να τους δώσουμε άλλα και να φύγουν από εκεί. Από πρωτοβουλία της Πολιτείας ξεκίνησαν οι ανταλλαγές. Το λέει και ο Αλέξανδρος Κοντός που ήταν Βατοπεδομάχος τότε, ότι οι ανταλλαγές ήταν επινόηση της Πολιτείας για να λύσει το πρόβλημα».
Επικαλούμενοι όλα τα στοιχειά, αλλά και τις βεβαιώσεις που ανέφεραν στο δικαστήριο οι συνήγοροι τόνισαν ότι όσον αφορά στην απαίτηση σχεδόν 250 εκατομμυρίων ως ζημιά του Ελληνικού Δημοσίου (και 1,8 εκατ. για ηθική βλάβη) τόνισαν ότι «η παράσταση πολιτικής αγωγής στηρίζεται στην ψευδή παραδοχή του Δημοσίου ότι του ανήκει η λίμνη και οι παραλίμνιες εκτάσεις».
Από την πλευρά της η συμβολαιογράφος Αικατερίνη Πελέκη, δια της συνηγόρου της, υποστήριξε ότι «βάσει ειδικής δωσιδικίας για τους συμβολαιογράφους η μόνη οδός για το ελληνικό δημόσιο να προβάλλει αστικές αξιώσεις από εκείνη ήταν η αγωγή κακοδικίας για την οποία όμως έχει παρέλθει η αποσβεστική προθεσμία για την υποβολή της, άρα έχει χάσει το δικαίωμα για να εγείρει αξίωση απο την ίδια».
Η δίκη θα συνεχιστεί στις 31 Μαρτίου.