Αν ήσαστε 29 ετών, φέρελπις επιστήμονας και καταδικαζόσασταν σε 13 χρόνια φυλάκιση χωρίς αναστολή για κάτι που είστε σίγουροι ότι δεν κάνατε, πώς θα αισθανόσασταν; Αδικία; Οργή; Μίσος; Απογοήτευση; Παραίτηση; Ή θα ελπίζατε ως το τέλος;
Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Αν πιστέψουμε την υπεράσπιση της 29χρονης Ηριάννας που έχει καταδικαστεί πρωτόδικα σε 13 χρόνια χωρίς αναστολή για Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτίας, με βάση-σύμφωνα με την υπεράσπιση και ειδικούς γενετιστές-ένα δείγμα DNA αμφιβόλου ισχύος, τότε η κοπέλα πρέπει να αισθάνεται κάτι από τα παραπάνω. Και, αν έχει δίκιο η υπεράσπιση, δεν έχει άδικο.
Η υπόθεση της Ηριάννας έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, παρεμβάσεις ακαδημαϊκών, καλλιτεχνών, πολιτικών και αθλητών. Άνθρωποι από όλο το φάσμα διατρανώνουν την αντίθεσή τους στην-κατά την άποψή τους-άδικη πρωτόδικη απόφαση. Και κάπως έτσι, η Ηριάννα οδηγήθηκε χθες στο Πενταμελές Εφετείο Αναστολών, προκειμένου να εκδικαστεί αίτησή της για αναστολή της εφαρμογής της ποινής της.
Η αίτηση για αναστολή της πρωτόδικης ποινής είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από το δευτεροβάθμια δικαστήριο επί της υπόθεσης. Και με εντελώς διαφορετικά κριτήρια λαμβάνεται η απόφαση. Ο εισαγγελέας του Πενταμελούς έγινε στόχος επιθέσεων, διότι εισηγήθηκε μη αναστολή της πρωτόδικης απόφασης, καθώς δεν συντρέχουν λόγοι που να λειτουργούν επιβαρυντικά για την Ηριάννα κατά την παραμονή της στη φυλακή, πέρα από την αυτονόητη στέρηση της ελευθερίας της. Για παράδειγμα, αν συνέτρεχαν λόγοι υγείας, τότε θα μπορούσαν για παράδειγμα να της έχουν επιβληθεί περιοριστικοί όροι και να αρθεί η ποινή του εγκλεισμού στον Κορυδαλλό.
Ανθρώπινα, έχω κάθε καλή διάθεση να πιστέψω ότι η κοπέλα είναι αθώα και ότι είναι θύμα δικαστικής πλάνης, όπως λέγεται στη νομική αργκό. Με άλλα λόγια, είναι εξαιρετικά πιθανό το δικαστήριο πρωτόδικα να έκανε λάθος. Και γι’ αυτό υπάρχει η ασφαλιστική δικλείδα του δεύτερου βαθμού, ώστε τέτοια λάθη να διορθώνονται, αν διαπιστώνονται. Συνεπώς, αν η αιτιολογία της καταδικαστικής απόφασης ήταν πλημμελώς τεκμηριωμένη, τότε το Εφετείο μπορεί να άρει την αδικία. Βέβαια, κανείς δεν θα δώσει πίσω στην Ηριάννα τα χαμένα χρόνια της και κανείς δεν θα μπορέσει να απαλείψει από την ψυχή και τη μνήμη της την εμπειρία της φυλακής.
Μέχρι εκεί όμως. Κατανοώ την κριτική στις αποφάσεις της δικαιοσύνης. Κανείς δεν είναι υπεράνω κριτικής σε αυτή τη ζωή, άλλωστε και οι κρίνοντες κρίνονται. Και κατανοώ την κριτική όταν γίνεται επί κάποιας συγκεκριμένης βάσης, η οποία πηγάζει είτε από γνώση της δικογραφίας είτε από γνώση αντίστοιχων δικονομικών διαδικασιών. Και, μπορεί η δημοσιότητα της υπόθεσης να τη βγάζει από τα στενά δικονομικά πλαίσια, αλλά ο ένθεν κακείθεν φανατισμός, δεν κάνει καλό. Δεν προσφέρει καμία απολύτως υπηρεσία, αντίθετα δυναμιτίζει το κλίμα ακόμα και για πράγματα που θα έπρεπε να είναι πεδία συναίνεσης, όπως για παράδειγμα η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης.
Είναι, όμως, εξοργιστικό κάποιο να μιλάνε για πραξικοπήματα. Σαν να λένε ότι οι δικαστές διάλεξαν την Ηριάννα για να τιμωρήσουν την τρομοκρατία στο πρόσωπό της. Γιατί αυτή; Τι θα προσέφερε; Τεκμηριωμένες απαντήσεις σε αυτά δεν υπάρχουν. Αλλά, δικάζοντας τους δικαστές, ορισμένοι νομίζουν ότι θα ξεσπάσουν την οργή τους για την απόφαση. Δεν πάει, ευτυχώς ή δυστυχώς, έτσι στις ευνομούμενες πολιτείες. Κι εγώ δεν βλέπω τη δικαιοσύνη ως «απέναντι». Θέλω να κάνει τη δουλειά της, όπως την έχει κάνει τόσες και τόσες φορές αυτά τα χρόνια, όταν στάθηκε ως ισχυρό θεσμικό ανάχωμα, προκειμένου να μην αποσυντεθεί ολοκληρωτικά η χώρα. Η δικαιοσύνη κάνει λάθη. Η δικαιοσύνη, όπως και όλοι οι κλάδοι σε αυτή τη χώρα, περνά κρίση, κρίση ευθυκρισίας και ταχύτητας. Αλλά, τα προβλήματά της δεν διορθώνονται με διάλυση και αναδόμησή της κατά τις βουλές της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας.
Οι ίδιοι οι δικαστικοι ξέρουν πολύ καλά τι πρέπει να κάνουν για να αποκαταστήσουν το κύρος της δικαιοσύνης. Δηλαδή, τη δουλειά τους. Όσο για τους δικαστές του καναπέ, κάποια στιγμή ας ξεμπερδέψουν τη θεμιτή κριτική από τις συνθηματολογικές παρόλες που απλά πολώνουν την κατάσταση.