Νέες εξελίξεις βλέπουν το φως της δημοσιότητας για την υπόθεση του Δημήτρη Λιγνάδη, καθώς όπως αποκαλύφθηκε από ρεπορτάζ του news 247 η αστυνομία κατέσχεσε επιστολή εντός φακέλου από το γραφείο του «Προέδρου» της «Εν Αθήναις Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας», με παραλήπτη τον «Κύριον Δημήτρη Λιγνάδη» και την ένδειξη “Ι.Α.Χ.” (“Ιδίαις Αυτού Χερσίν”). Η κατάσχεση έγινε στις αρχές Μαρτίου, στο σπίτι του τέως καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου.
Ο φάκελος περιλαμβάνει, ιδιόγραφη επιστολή, χωρίς ημερομηνία, που απευθύνεται προς τον «Κο Πρόεδρο», και καταγγέλλει «ερωτικές ιστορίες» του Δημήτρη Λιγνάδη με μαθήτριες στη διάρκεια της απασχόλησής του στο Αρσάκειο.
Το περιεχόμενο της επιστολής – καταγγελίας προς τον Γιώργο Μπαμπινιώτη είναι αποκαλυπτικό και αναφέρει τα παρακάτω:
«Κε Πρόεδρε,
Ξέρω ότι λόγω πολύπλευρης δραστηριότητας δεν παρακολουθείτε στενά τα σχολικά δρώμενα. Ως Πανεπιστημιακός δάσκαλος όμως έχετε υποχρέωση να γνωρίζετε τα θέματα που έχουν σχέση με τις ηθικές αρχές του σχολείου. Σας μιλώ για το Δ. Λιγνάδη που βρίσκεται εκεί με την ανοχή σας και μερικών άλλων και διευθύνει το θεατρικό τμήμα. Ο άνθρωπος αυτός θα έπρεπε ήδη να είχε απομακρυνθεί για να μην παρασύρει και άλλες μαθήτριες σε ερωτικές ιστορίες. Το ξέρουν γονείς, μαθητές, καθηγητές αλλά σιωπούν. Συστηματικά το άτομο αυτό μεταφέρει στο σπίτι του μαθήτριες με όλες τις οδυνηρές συνέπειες. Δώστε δυναμική λύση για να μην συνεχίσουν αυτά τα οδυνηρά περιστατικά. Για τη φήμη τη δική σας και του σχολείου μας».
Το όλο ζήτημα είναι σοβαρό, ενώ θέτει και ένα σοβαρό ερώτημα προς τον Πρόεδρο της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας Γιώργο Μπαμπινιώτη πώς ένας φάκελος από το γραφείο του με μία τόσο εξαιρετικά σοβαρή καταγγελία εναντίον του Δημήτρη Λιγνάδη, βρέθηκε στα χέρια του ιδίου του καταγγελλόμενου.
Διαψεύδει ο Γ. Μπαμπινιώτης πως γνώριζε για την επιστολή
Ερωτηθείς σχετικά ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης επέμεινε στην απάντησή του προς το news 247 ότι «ουδέποτε περιήλθε εις γνώση μου έγγραφη ή προφορική καταγγελία που να αφορά στον Δ. Λιγνάδη. Ως εκ τούτου, προφανώς αγνοώ την ύπαρξη της επιστολής».
«Επαναλαμβάνω και εμμένω στη δήλωσή μου ότι ουδέποτε περιήλθε εις γνώση μου έγγραφη ή προφορική καταγγελία που να αφορά στον Δ. Λιγνάδη. Ως εκ τούτου, προφανώς αγνοώ την ύπαρξη της επιστολής στην οποία αναφέρεστε. Σημειώνω ότι κατά τα λεγόμενά σας είναι μια επιστολή άγνωστου συντάκτη, συνταχθείσα σε άγνωστο χρόνο αφού δεν φέρει ούτε υπογραφή, ούτε ονοματεπώνυμο, ούτε ημερομηνία. Επιχειρείτε την σύνδεση αυτής με εμένα στη βάση του ότι, όπως αναφέρετε, βρέθηκε εντός φακέλου της Φ.Ε. με αποδέκτη τον Δ. Λιγνάδη.
Αντιλαμβάνεσθε προφανώς ότι ως εκ της αλληλογραφίας του Δ. Λιγνάδη με το Γραφείο Προέδρου της Φ.Ε. δεν αποκλείεται εκείνος να είχε στην κατοχή του τέτοιους φακέλους. Αυτό που προκύπτει ως αυθαίρετο συμπέρασμα είναι ότι η συγκεκριμένη επιστολή, εφόσον υφίσταται, εστάλη σε εκείνον μέσω του συγκεκριμένου φακέλου από εμένα και αφότου εγώ είχα γίνει αποδέκτης αυτής. Τα συμπεράσματα αυτά είναι απολύτως αναληθή και έωλα.
Εκτιμώντας ότι τηρείτε την δημοσιογραφική δεοντολογία σημειώνω περαιτέρω τα εξής:
(α) Θα ήταν ανόητο εκ μέρους μου όχι μόνον να κάνω την ως άνω αρχική δήλωση άγνοιας καταγγελιών αλλά και να εξακολουθώ να εμμένω σε αυτήν μέχρι και σήμερα, γνωρίζοντας ότι ανά πάσα στιγμή δύναται να εμφανιστεί λ.χ. ο συντάκτης μιας τέτοιας φερόμενης επιστολής ή οποιοσδήποτε τρίτος και να δηλώσει ότι με είχε καταστήσει κοινωνό τέτοιων περιστατικών.
(β) Εάν υπήρχε οποιαδήποτε γνώση και πρόθεση συγκάλυψης, προφανώς τα κρίσιμα έγγραφα δεν θα διαβιβάζονταν τυπικά μέσω επίσημων φακέλων με τον λογότυπο της Φ.Ε.
(γ) Το απλούστερο για εμένα θα ήταν, αντί να δηλώσω επισήμως και σε όλους τους τόνους ότι ουδέποτε περιήλθε σε γνώση μου έγγραφη ή προφορική καταγγελία που να αφορά στον Δ. Λιγνάδη (όπως είναι η αλήθεια), να πράξω ακριβώς το αντίθετο: να ισχυριστώ δηλαδή, υιοθετώντας ανυπόστατες φήμες, ότι υπήρξε όντως σχετική καταγγελία και για τον λόγο αυτόν τον απέπεμψα από την Φ.Ε. Κάτι τέτοιο όμως δεν ισχύει και γι’ αυτό, όσο και αν θα ήταν προτιμότερο για εμένα, δεν το υποστήριξα ποτέ.
Κλείνοντας αναφέρω ότι, αν είχε όντως περιέλθει εις γνώση μου μια τέτοια επιστολή, θα είχα πράξει τα αυτονόητα, τα οποία και εσείς με ρωτάτε αν έλαβαν χώρα. Αυτό όμως δεν συνέβη ποτέ
Σύμφωνα με τα ανωτέρω σάς ενημερώνω πως η σύνδεση την οποία επιχειρείτε να κάνετε είναι ΠΑΝΤΕΛΩΣ ΑΝΑΛΗΘΗΣ και ―ενόψει των νομικών ενεργειών στις οποίες άμεσα θα προβώ, όπως έκανα αποδεδειγμένα και μέχρι σήμερα― επιφυλάσσομαι ρητώς παντός νομίμου δικαιώματός μου.
Με αγανάκτηση για την προσπάθεια συνδέσεως του ονόματός μου με μια υπόθεση με την οποία ΟΥΔΕΜΙΑ σχέση έχω».
Γ. Μπαμπινιώτης