Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Η χώρα βγήκε επιτέλους στις αγορές. Ειλικρινά το λέω, μετά από πολύ καιρό, αυτό είναι ένα πραγματικά καλό νέο. Όπως ήταν ένα πραγματικά καλό νέο και την άνοιξη του 2014, όταν η τότε κυβέρνηση έβγαζε τη χώρα στις αγορές. Για μια χρεοκοπημένη χώρα, όποια κυβέρνηση και να τη βγάλει στις αγορές, σημαίνει πως έχει προηγηθεί μια σημαντική προεργασία και επίπονες θυσίες.
Το πρόβλημα είναι, όμως, το εξής: το τριετές διάλειμμα από την κανονικότητα, την οποία σήμερα διαφημίζει η κυβέρνηση, θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί. Αν υπήρχε συνέχεια στην προσπάθεια που ξεκίνησε το 2014, δεν θα πανηγυρίζαμε που πήραμε ένα σχεδόν πανομοιότυπο επιτόκιο. Διότι, δεν έπρεπε να χαθούν τρία χρόνια, να απομειωθεί κι άλλο η αξία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, να αυξηθούν κι άλλο οι φόροι και οι ασφαλιστικές εισφορές, για να μείνουμε στα ίδια. Φυσικά, υπήρχαν μνημονιακές ουρές, αλλά όλα είναι συνάρτηση των πραγμάτων εκείνη τη χρονική στιγμή που μιλάμε: άλλη η κατάσταση της οικονομίας το 2014, άλλη το 2015 και μάλιστα ριζικά. Εξ ου και η αδήριτη ανάγκη για το τρίτο και εξαιρετικά σκληρό μνημόνιο.
Με αυτά και με αυτά όμως, με κόπους και θυσίες, βγαίνουμε πάλι στο ξέφωτο. Κάνουμε προσπάθεια να δούμε φως, να επιστρέψουμε σε ένα καθεστώς ισορροπίας και σταθεροποίησης. Φυσικά, αυτό δεν μπορεί να είναι μόνο στα λόγια, απαιτούνται, όπως έχουμε ξαναγράψει σε αυτή τη στήλη, και οι κατάλληλες πολιτικές πρωτοβουλίες. Αλλά αυτό είναι άλλη συζήτηση.
Πώς μας βρήκε πολιτικά η έξοδος; Με το Μέγαρο Μαξίμου να μην μπορεί να κρύψει την αισιοδοξία του και τα χαμόγελα και τον Γιάνη Βαρουφάκη να λέει πως η κυβέρνηση δεν πρέπει να πανηγυρίζει ή, αν πανηγυρίζει, ας ζητήσει συγγνώμη από τον Σαμαρά και τον Στουρνάρα. Εγώ θα συμφωνήσω σε ένα με τον Γιάνη Βαρουφάκη: ότι η κυβέρνηση δεν πρέπει να πανηγυρίζει. Η ζημιά που έχουμε υποστεί είναι σημαντική και ο δρόμος μπροστά μας μακρύς. Αυτή τη στιγμή, έγινε το πρώτο βήμα. Ουσιαστικό μεν, αλλά πρώτο δε.
Τα πράγματα, όμως, δεν είναι απλά: κάποιοι έχουν σημαντικές πολιτικές ευθύνες για το γεγονός ότι η χώρα οπισθοδρόμησε τόσο πολύ, τόσο σημαντικά. Ο πρωθυπουργός, στη συνέντευξή του στον Guardian, παραδέχθηκε ότι έκανε μεγάλα λάθη, σημαντικά λάθη, κυρίως ως προς την επιλογή συνεργατών του. Ο κ. Τσίπρας παραδέχεται τα λάθη του κλιμακωτά. Πρώτα ήταν οι υπερβολές, μετά οι αυταπάτες, τώρα τα λάθη. Όπως πάμε, σε λίγο θα παραδεχτεί και την αδιέξοδη πολιτική του, η οποία το 2015 τον οδήγησε να αναζητήσει την πολιτική του σωτηρία δια του δημοψηφίσματος που δίχασε μια χώρα.
Ο κ. Βαρουφάκης όμως; Έχει εκφράσει μια λέξη αυτοκριτικής; Ή δεν μπορεί να τσαλακώσει τον τόσο υπέροχο εαυτό του; Ο κ. Βαρουφάκης έγραψε προ μερικών μηνών ένα εξαιρετικό βίπερ, ένα κανονικό πολιτικό άρλεκιν, με διαλόγους γραμμένους από σκριπτ της Λάμψης. Δεν αμφιβάλλω πολύ ότι αρκετά περιστατικά έγιναν όπως ακριβώς τα λέει. Αλλά, λίγο έλεος. Τα φαντεζί σχέδια του κ. Βαρουφάκη εφαρμόσαμε, αυτός σχεδίασε το ανόητο Plan X, το οποίο σε ρεαλιστικές συνθήκες θα διέλυε τη χώρα εις τα εξ ων συνετέθη και αυτός ήταν που σήκωνε το λάβαρο της αντίστασης έως το τέλος, αρνούμενος, μέσα στην τρομακτική του οίηση, να δεχθεί ότι ο Σόιμπλε θα μας έβγαζε από την Ευρωζώνη.
Ο κ. Βαρουφάκης δεν έχει βρει μια λέξη μετάνοιας. Κι όμως, οι ευθύνες του είναι βαρύτατες, γιατί αυτός παρουσιάστηκε ως οικονομικός γκουρού στους άσχετους περί τα οικονομικά κεντρικούς πολιτικούς του ΣΥΡΙΖΑ. Τα δικά του σπασμένα πληρώνουμε, σε πολύ μεγάλο βαθμό. Και αυτός επιλέγει να πολιτεύεται ως πολιτική κατίνα, ξεχνώντας όμως ότι σε μια παρέα, κανείς μπορεί να γελά με την κατίνα, αλλά ουδόλως τη συμπαθεί.