Η κυβέρνηση έλαβε οριστικά την πολιτική απόφαση να υποχωρήσει προκειμένου να λυθεί το θέμα των κόκκινων δανείων και της προστασίας της κύριας κατοικίας χωρίς να ανοίξει «μέτωπο» με τις τράπεζες, την ΕΚΤ αλλά και τις αγορές .
Έτσι, οι διαπραγματεύσεις εξελίσσονται ταχύτατα στην κατεύθυνση εξεύρεσης των «τεχνικών προδιαγραφών» που θα διασφαλίσουν και την προστασία των δανειοληπτών αλλά και τις οικονομικές συνέπειες για τους ισολογισμούς των τραπεζών. Και αυτό γιατί το υπουργείο Οικονομικών θα ήθελε η συμφωνία να κλείσει και να ανακοινωθεί πριν τη δημοσίευση των εκθέσεων για την ελληνική και την παγκόσμια οικονομία έως το πρώτο δεκαήμερο του Μαρτίου.
Σε τεχνικό επίπεδο, τα τελευταία 24ωρα συζητείται μια εναλλακτική πρόταση που υπό προϋποθέσεις μπορεί να ικανοποιήσει όλες τις πλευρές. Προβλέπει ότι το κριτήριο ένταξης στο πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας δεν θα είναι η αξία του ακινήτου αλλά το ύψος του δανείου. Αυτό φαίνεται να ορίζεται περίπου στις 100-120.000 ευρώ ενώ σε συνδυασμό με τη θέσπιση εισοδηματικού κριτηρίου (σ.σ εκτιμάται περίπου στα 20.000 ευρώ) εκτιμάται ότι θα καλύπτει μεγάλο μέρος των μικροοφειλετών με τα κόκκινα δάνεια. Από εκεί και πέρα, εκτιμάται ότι θα υπάρξει και όριο αξίας του ακινήτου το οποίο θα μπορεί να είναι και υψηλότερο (σ.σ να φτάνει μέχρι και τις 200.000 ευρώ) για ουσιαστικούς αλλά και επικοινωνιακούς λόγους.
Η βασική απόφαση πάντως είναι πολιτική και φαίνεται να έχει ήδη ληφθεί. Η απόφαση είναι να επικρατήσουν οι ήπιες φωνές στους κόλπους της κυβέρνησης και να μην υπάρξει διολίσθηση σε μονομερείς ενέργειες που θα δημιουργούσαν προβλήματα στις σχέσεις με τις αγορές. Έγινε αντιληπτό ότι οι μονομερείς ενέργειες σε θέματα που σχετίζονται με τις τράπεζες δεν θα είχαν αντίστοιχο αντίκτυπο όπως μια ενέργεια στον κατώτατο μισθό ή στον ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου, ή ακόμη και στο «μέτωπο» της ρύθμισης των οφειλών.
Ρόλο σε αυτή την απόφαση φαίνεται να έπαιξαν και οι προειδοποιήσεις από την πλευρά των δανειστών ότι η μη υλοποίηση των συμφωνηθέντων θα μπορούσε να δημιουργήσει προβλήματα και στη διαδικασία εκταμίευσης της δόσης του ενός δις. ευρώ (με την αναστολή αύξησης επιτοκίου και τα κέρδη από τα ANFAs και τα SMPs).