Γράφει ο Γεράσιμος Ταυρωπός
Σε τριπλή «παγίδα» στασιμότητας – ύφεσης, χαμηλού πληθωρισμού – αποπληθωρισμού και κρατικών – τραπεζικών χρεών βρίσκεται η Ευρωπαϊκή Ένωση και ιδιαίτερα η Ευρωζώνη. Ο φόβος αυτός επιβεβαιώνεται διαρκώς, ύστερα από τη δημοσίευση των επίσημων στοιχείων – όπως πολύ πρόσφατα τα στοιχεία για το ΑΕΠ του δεύτερου τριμήνου, που έδειξαν ύφεση για τη Γερμανία, στασιμότητα για τη Γαλλία και ύφεση συνολικά για την Ευρωζώνη.
Και όταν τα ευρωπαϊκά αδιέξοδα επιβεβαιώνονται, όλοι στρέφουν το βλέμμα προς την Γερμανία. Τον «ηγεμόνα», που μόνο αυτός μπορεί να δώσει τη λύση.
Ωστόσο, όλα δείχνουν ότι ο ηγεμόνας είναι… ανάπηρος. Είτε δεν μπορεί είτε δεν ξέρει πώς να γίνει πραγματικός ηγεμόνας. Και το γεγονός αυτό θέτει άμεσα ένα οξύ ερώτημα: η προσωρινή και σχετική σταθεροποίηση της Ευρωζώνης θα γίνει εφαλτήριο για πραγματική έξοδο από την κρίση ή θα αποτελέσει απλώς μια ανάπαυλα πριν μια νέα, σοβαρή υποτροπή της κρίσης; Το ερώτημα αυτό σκιάζει όλη τη διαδικασία μιας ευρωπαϊκής Μεταπολίτευσης, υπό την ηγεσία Γιούνκερ, που θα αφήσει πίσω τα «μολυβένια χρόνια» και τα «βρόμικα μέσα» των εθνικών μνημονίων.
Επί 4 χρόνια, από το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης την άνοιξη του 2010 μέχρι σήμερα, η Γερμανία σπαταλάει συστηματικά μια μοναδική ιστορική ευκαιρία για την ανάδειξή της σε ευρωπαϊκό ηγεμόνα. Η Μέρκελ και ο Σόιμπλε σίγουρα δεν διάβασαν τον «Ηγεμόνα» Μακιαβέλι, γιατί τότε θα ήξεραν ότι ο ηγεμόνας δεν αρκεί να κυριαρχεί, πρέπει και να ηγεμονεύει. Αμείλικτος με τους αντιπάλους του και όταν πρέπει, ο ηγεμόνας δεν πρέπει να βασίζεται μόνο στα όπλα της επιβολής, αλλά να οργανώνει και συναινέσεις, να έχει ένα σχέδιο και μια αφήγηση για το «κοινό συμφέρον». Αλλιώς, ακόμη και αν, ευνοημένος από συγκυρίες, κυριαρχήσει για λίγο, η κυριαρχία του θα είναι σαθρή, προσωρινή και αβέβαιη.
Η ηγεσία Μέρκελ και Σόιμπλε συμπεριφέρθηκε μέχρι τώρα σαν κυρίαρχος και όχι σαν ηγεμόνας. Πίστεψε ότι η Ιστορία της πρόσφερε τις ιδεώδεις συνθήκες για να κυριαρχήσει άκοπα με το όπλο του οικονομικού καταναγκασμού. Ξέχασε ότι εκτός από την οικονομία, υπάρχει και η πολιτική και η γεωπολιτική. Ότι μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία και η Ιταλία, δεν πρό0κειται να «υποταχτούν» με μέσα οικονομικού καταναγκασμού. Ότι είναι μεν ο αδιαμφισβήτητος ευρωπαίος οικονομικός «γίγαντας», αλλά στο στρατιωτικό, διπλωματικό και γεωστρατηγικό τομέα δεν ισχύει καθόλου το ίδιο. Και ότι αν προσπαθήσει να χρηματοδοτήσει γενναία τη γεωστρατηγική και στρατιωτική της αναβάθμιση, αυτό θα κοστίσει πολλά – και όχι μόνο οικονομικά.
Στο πρώτο εξάμηνο του 2014, δύο σημαντικές εξελίξεις ήρθαν να υπογραμμίσουν αυτά της τα ελλείμματα: Η απομάκρυνση των άμεσων πιέσεων της κρίσης από την Ισπανία και την Ιταλία, αλλά και η ουκρανική κρίση.
Η πρώτη εξέλιξη, αδυνατίζει το όπλο του οικονομικού καταναγκασμού, που μέχρι τώρα κρατούσαν σαν ρομφαία στα χέρια τους οι Μέρκελ και Σόιμπλε. Έτσι, οι Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία μπορούν τώρα να αντιδράσουν -και σίγουρα θα το πράξουν- στη γερμανική κυριαρχία απαιτώντας χαλάρωση της δημοσιονομικής ορθοδοξίας και μεγαλύτερο πλουραλισμό στην «ευρωπαϊκή διακυβέρνηση»…
Η δεύτερη εξέλιξη υπογράμμισε τα γεωστρατηγικά και στρατιωτικά ελλείμματα του ανάπηρου Γερμανού «ηγεμόνα». Οι ΗΠΑ βρήκαν περισσότερους συμμάχους στην Ε.Ε. για την κλιμάκωση της επιθετικότητας της Δύσης στην Ουκρανία και το βάθεμα της ρήξης με τη Ρωσία, παρά η Γερμανία για να υποστηρίξει μια πολιτική «συνεννόησης» με τη Ρωσία, που είναι προς το συμφέρον της.
Χρησιμοποιώντας την οικονομική κρίση σαν όπλο υπέρ της και εναντίον όλων των άλλων, η Γερμανία βλέπει τώρα ότι τα κέρδη της από μια τέτοια πολιτική είναι εντελώς πρόσκαιρα και αβέβαια. Έτσι, καθόλου τυχαία, η πολιτική και επιχειρηματική της ελίτ διχάζεται. Να αλλάξει ευρωπαϊκή πολιτική ή να αφήσει την Ευρωζώνη στην τύχη της, εξακολουθώντας να χρησιμοποιεί το όπλο του οικονομικού καταναγκασμού; Να χρηματοδοτήσει γενναία τη στρατιωτική και γεωστρατηγική της αναβάθμιση, παίρνοντας όλα τα ρίσκα των επιπτώσεων που θα έχει κάτι τέτοιο; Να ακολουθήσει ανεξάρτητη πολιτική για την Ουκρανία, ρισκάροντας την ευρωπαϊκή της απομόνωση; Και, εν τέλει: να αρκεστεί σε ένα πιο στενό ιμπέριουμ με τις φίλιες δυνάμεις, επιταχύνοντας τις διαλυτικές τάσεις στην Ε.Ε. και την Ευρωζώνη, ή να παίξει το «χαρτί» του ευρωπαϊκού ηγεμόνα αλλάζοντας και η ίδια προφίλ και μεθόδους;
Πάντως, με την ανισόμετρη ανάπτυξη των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία) να δημιουργεί διαρκώς τετελεσμένα υπέρ της Γερμανίας την ίδια στιγμή που αυτή γίνεται όλο και περισσότερο «αντιδημοφιλής», αλλά και με τις ΗΠΑ να επισπεύδουν τις γεωστρατηγικές εξελίξεις και να οξύνουν τα «υπαρξιακά» διλήμματα της Γερμανίας, η ανάδειξη της Γερμανίας σε ευρωπαϊκό ηγεμόνα είναι ένα πλέον ένα εγχείρημα εξαιρετικά δύσκολο. Και από τη στιγμή που ο πάλαι ποτέ κραταιός γαλλο-γερμανικός «άξονας» έχει γίνει τόσο ετεροβαρής, η αποτυχία της Γερμανίας να αναδειχτεί σε ευρωπαϊκό ηγεμόνα, δεν είναι καλό νέο για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης.
Η Μέρκελ και ο Σόιμπλε ίσως είναι πλέον αργά για να διαβάσουν Μακιαβέλι…