Οι πληροφορίες λένε ότι η κυβέρνηση ετοιμάζει νέα έξοδο στις αγορές, μέσα στον Ιούλιο. Το σχέδιο προβλέπει έκδοση 7ετούς ομολόγου (λιγότερες πιθανότητες έχει η έκδοση τριετούς) με το οποίο η κυβέρνηση θα «ζητήσει» από τις αγορές περί τα 3 δισ. ευρώ. Και όλες οι πληροφορίες λένε ότι οι αγηορές είναι έτοιμες να υποδεχτούν ευνοϊκά μια τέτοια έκδοση.
Ωστόσο, το εγχείρημα μόνο απλό και αυτονόητο δεν είναι. Το πρόβλημα δεν είναι τεχνικό, αλλά πολιτικό: οι σχέσεις με την τρόικα και ιδιαίτερα με το ευρωπαϊκό της σκέλος.
Το Δεκέμβρη του 2012, για να συμφωνήσει το ΔΝΤ με το δεύτερο χρημνατοδοτικό πρόγραμμα προς την Ελλάδα, απαίτησε να διατεθούν 11 δισ. ευρώ του πακέτου χρηματοδότησης για την επαναγορά ελληνικού κρατικού χρέους. Οι Ευρωπαίοι εταίροι είχαν τότε ατύπως δεσμευτεί ότι αν η Ελλάδα υλοποιήσει τους στόχους και τις δεσμεύσεις του δεύτερου μνημονίου, θα καλύψουν αυτά τα 11 δισ. ευρώ στο μέλλον.
Πότε θεωρούν οι Ευρωπαίοι της τρόικας ότι θα έχει κριθεί πως η Ελλάδα υλοποιεί τις δεσμεύσεις της; Ύστερα και από την επόμενη, 6η αξιολόγηση, που θα αρχίσει το Σεπτέμβριο. Μέχρι τότε, για να επιδείξει «καλή διαγωγή», η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να υλοποπιήσει τα 6 + 6 προαπαιτούμενα που εκκρεμούν από την προηγούμενη αξιολόγηση.
Η λογική σειρά των πραγμάτων, λοιπόν, είναι η εξής: Υλοποίηση μέσα στο καλοκαίρι των 6 + 6 προαπαιτούμενων, έλευση της τρόικας το Σεπτέμβριο, ολοκλήρωση της 6ης Αξιολόγησης του προγράμματος και ύστερα συζήτηση όλου του «πακέτου» των εκκρεμών ζητημάτων: χρηματοδοτικό κενό, νέα αναδιάρθρωση χρέους κ.λπ. Αν η κυβέρνηση «συμμορφωθεί προς τας υποδείξεις», μπορεί να απαιτήσει και να ελπίζει ότι θα ενεργοποιηθεί η παλιά άτυπη δέσμευση του Δεκέμβρη του 2012 για κάλυψη των 11 δισ. ευρώ του χρηματοδοτικού κενού. Αν βγει στις αγορές για να καλύψει μέρος του χρηματοδοτικού κενού, μπορεί η τρόικα να την ανταμείψει με επίδειξη αδιαφορίας
Αυτή η «ορθόδοξη» πορεία όμως, προσκρούει σε πολιτικούς σχεδιασμούς της κυβέρνησης. Η οποία, όπως έχουμε ήδη γράψει, σταθμίζει πολύ σοβαρά το ενδεχόμενο να γίνει η προεδρική εκλογή τον Οκτώβριο. Σε αυτή την περίπτωση, μέχρι τότε είναι αναγκασμένη να κρατήσει όλα τα μεγάλα θέματα σε εκκρεμότητα για να συντηρήσει το κλίμα για «τέλος των μνημονίων» και «όχι άλλα μέτρα». Η άμεση έξοδος στις αγορές είναι συμβατή με ένα τέτοιο σχέδιο, αλλά μπορεί να «διαταράξει» τις σχέσεις με την τρόικα και να δυσκολέψει εξαιρετικά τις συζητήσεις για τα μεγάλα θέματα: χρηματοδοτικό κενό, νέα αναδιάρθρωση χρέους κ.λπ.
Ίσως, λοιπόν, δεν είναι τυχαίο που εντελώς πρόσφατα η Standard & Poors (S&P), διά του επικεφαλής της σε Ευρώπη, Αφρική και Μ. Ανατολή κ. Μόριτζ Κρέμερ, υπενθύμισε με νόημα: «Η Ελλάδα και η Κύπρος απέχουν αρκετά από το να μπορούν να χρηματοδοτηθούν από μόνες τους με διατηρήσιμο τρόπο. Αυτό που είναι πιο σημαντικό (…) είναι το πώς θα βελτιωθεί το προφίλ του ελληνικού χρέους από την πολύ σημαντική επέκταση της λήξης των δανείων του επίσημου τομέα».
Και με λίγα λόγια: Αφήστε την έξοδο στις αγορές και κοιτάξτε να συμφωνήσετε με την τρόικα για τη νέα αναδιάρθρωση του χρέους…