Γράφει ο Σωτήρης Κατσέλος
Η πρόσφατη περιοδεία του Τραμπ προς την Ευρώπη είχε ένα σαφές μήνυμα, «αναλάβετε το κόστος της άμυνας σας»! Μπορεί κατά τα άλλα η περιοδεία του Προέδρου να χαρακτηρίστηκε ως «καταστροφή» για πολλούς αναλυτές, ωστόσο η συγκεκριμένη θέση δεν αποτελούσε κάποια παραξενιά του Τραμπ αλλά, ουσιαστικά αποτέλεσε απλώς την ακραία έκφραση μιας παγιωμένης τα τελευταία χρόνια επιδίωξης των ΗΠΑ που έχουν κουραστεί να χρηματοδοτούν την άμυνα και εμμέσως την οικονομία της Ευρώπης και κυρίως της Γερμανίας την οποία μετά καλείται να ανταγωνιστεί στη παγκόσμια αγορά.
Προς την ίδια κατεύθυνση άλλωστε υπάρχουν και φωνές και εντός της Ευρώπης, ειδικά σε θέματα έρευνας και ανάπτυξης καθώς και παραγωγής οπλικών συστημάτων. Είναι αντικειμενικά τεράστιο το κόστος για μια ενιαία, υποτίθεται, οικονομία το να μην μπορεί να συγκεράσει τους πόρους της σε οικονομίες κλίμακας και αντ’ αυτού να αναπτύσσει παράλληλα ομοειδή συστήματα.
Θεωρητικά και η Μέρκελ και ο Μακρόν έδειξαν τη βούληση για να προχωρήσουν στην δημιουργία της «Ευρωπαϊκής Άμυνας» ενώ στις 07/06 η Κομισιόν παρουσίασε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα για την ευρωπαϊκή άμυνα ύψους 500 δις ευρώ. Το οποίο θα αφορά όμως κυρίως την ανάπτυξη και την αγορά οπλικών συστημάτων.
Φυσικά προκύπτουν εύλογα ερωτήματα, ως προς το τι σημαίνει «Ευρωπαϊκή Άμυνα» γενικά, διότι αν μιλάμε για αμυντική πολιτική, τότε θα πρέπει να καθοριστεί και η εξωτερική πολιτική βάσει της οποίας αυτή θα εκπορεύεται. Ως γνωστόν η εξωτερική πολιτική της Ένωσης είναι αυτή τη στιγμή ανύπαρκτη ή ακόμα και αντιφατική. Επίσης είναι σαφές ότι εφόσον προχωρήσουν αυτά τα σχέδια το μέλλον του ΝΑΤΟ φαντάζει μάλλον δυσοίωνο και φαίνεται ότι θα εξασθενίσει η σημασία του, κάτι που δεν θα έχει ευκαταφρόνητες γεωπολιτικές συνέπειες.
Φυσικά εγείρονται εύλογα ερωτήματα σε σχέση με τη πολιτική της Ένωσης προς τη Ρωσία την μεγάλη στρατιωτική δύναμη της Ευρασιατικής Ηπείρου, με την οποία αυτή τη στιγμή η κεντροευρωπαϊκές δυνάμεις έχουν κάκιστες σχέσεις. Επίσης ερωτήματα εγείρονται για το αν θα δημιουργηθούν ανάγκες για εξωτερικές παρεμβάσεις είτε στα πλαίσια του ΟΗΕ είτε προς αντιμετώπιση άλλων ασύμμετρων απειλών στο πλαίσιο μιας πιο δυναμικής πολιτικής της ισχύος και της ασφάλειας.
Ειδικά δε για την Ελλάδα θα πρέπει πραγματικά να δούμε τι σημαίνει «Ευρωπαϊκή άμυνα». Θα εγγυηθεί των συνόρων μας και της ασφάλειας μας απέναντι στη Τουρκία; Και με ποιον πρακτικό τρόπο; Η χώρα πώς θα αντιμετωπίσει μια πιθανή «αντιρωσική» στάση της Ε.Ε.; Επίσης ας μην αποκλείουμε και πιθανή αμερικάνικη εμπλοκή καθώς αν και «αποτραβιούνται » γενικώς οι ΗΠΑ από την ανατολική μεσόγειο είναι σίγουρο ότι θα διατηρήσουν ισχυρά προπύργια και σφαίρες επιρροής.
Παρόλα αυτά θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι σχηματοποιούνται και ορισμένες πιθανές ευκαιρίες. Η δυνατότητα συμπαραγωγών ευρωπαϊκών οπλικών συστημάτων στην Ελλάδα και η πιθανότητα πολύ πιο οικονομικών αμυντικών προμηθειών δεν έχουν αμελητέα αξία σε μια χώρα που είναι αναγκασμένη να δαπανά μεγάλο μέρος του ΑΕΠ της στην άμυνα, αντιθέτως, ίσως αυτό να σημαίνει και μια έμμεση «επιστροφή» των δαπανών στην ελληνική οικονομία. Επίσης η Ελλάδα είναι πολύ πιο σημαντικό μέγεθος ως στρατιωτική δύναμη στην Ε.Ε. από ότι είναι ως οικονομική, αυτό το δεδομένο ίσως της δώσει χώρο για μια δυναμικότερη χωροθέτηση στα πράγματα της ηπείρου διεκδικώντας οφέλη και σε άλλους τομείς. Φυσικά όλα τα πιθανά οφέλη έχουν ως προϋπόθεση την δική μας ορθή στρατηγική και την συγκρότηση συγκεκριμένων στόχων και επιδιώξεων.
Σε κάθε περίπτωση και εφόσον όντως υλοποιηθεί η αμυντική αποδέσμευση από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρισκόμαστε μπροστά σε νέες γεωπολιτικές αναταράξεις και προκλήσεις, οι οποίες θα πρέπει να αξιολογηθούν με σύνεση, από το πολιτικό και επιστημονικό προσωπικό της χώρας μας.