Γράφει ο Παναγιώτης Μαυροειδής
Το διαβάζουμε και το ακούμε τόσο συχνά που πλέον το συνηθίσαμε! Η κυβέρνηση κάνει λέει ‘‘προτάσεις προς την τρόικα’’ για χίλια δύο πράγματα.
Να ένα δείγμα: ‘‘Ενιαία ρύθμισηγια τα χρέη πολιτών, επαγγελματιών και επιχειρήσεων προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία προωθεί η κυβέρνηση, η οποία θα δίνει τη δυνατότητα αποπληρωμής των οφειλών σε 48 έως 100 δόσεις.
Το αίτημα για τη νέα ενιαία ρύθμιση στα χρέη πολιτών, επαγγελματιών και επιχειρήσεων προς την εφορία, θα το θέσουν τα υπουργεία Οικονομικών και Εργασίας στην Τρόικα, που έρχεται στην Αθήνα την ερχόμενη εβδομάδα’’.
Δεν είναι η πρώτη φορά. Άμα γυρίσουμε πίσω, θα δούμε αντίστοιχα ‘‘αιτήματα’’ και ‘‘προτάσεις’’ της κυβέρνησης προς την τρόικα, σε ότι αφορά τους πλειστηριασμούς κατοικίας, τις ρυθμίσεις για το ‘‘άνοιγμα επαγγελμάτων’’, την ‘‘απελευθέρωση’’ των απολύσεων, τις νέες ασφαλιστικές ρυθμίσεις και ο κατάλογος δεν τελειώνει.
Η εκλεγμένη λοιπόν κυβέρνηση μιας κυρίαρχης ανεξάρτητης χώρας, επιφορτισμένη υποτίθεται με μια λαϊκή εντολή, ζητάει άδεια από την τρόικα για τα πάντα. Ίσως και για το πότε θα βήξει ή θα ξυστεί ο κάθε υπουργίσκος της…
Ποιός είναι λοιπόν το αφεντικό στα κοινωνικά και πολιτικά πράγματα;
Θεωρητικά είναι ο ‘‘κυρίαρχος λαός’’, ο οποίος μέσω ελεύθερης επιλογής πολιτικής, έμμεσα, μέσω κομμάτων και κυβέρνησης, ορίζει την πορεία της χώρας και της κοινωνίας. Υποτίθεται μάλιστα, ότι αυτή η διαδικασία έχει τέτοια βαρύτητα και καθοριστικότητα, ώστε συχνά, ειδικά σε προεκλογικές περιόδους, τίθενται αγωνιώδη διλλήματα του τύπου: ‘‘τι θα διαλέξετε; Πορεία προς την Ευρώπη, τη δημοκρατία και την ανοιχτή οικονομία της αγοράς ή μετάβαση σε τριτοκοσμικές καταστάσεις, αυταρχικά καθεστώτα και κρατισμό της πείνας και της ακινησίας;’’
Η υπερηφάνεια του δήθεν καθορισμού της πορείας από τους ψηφοφόρους, κρατά μόλις λίγες ώρες μετά την κάλπη, στις οποίες συνήθως προσέρχεται με τρεμάμενα πόδια και αναποφάσιστο μυαλό. Αυτό που μένει μετά είναι η ωμή πραγματικότητα, άλλο αν θέλει κανείς να την αντικρύσει: Η εκάστοτε κυβέρνηση και γενικά το αστικό πολιτικό σύστημα, υφαρπάζει την ανοχή ή τη συναίνεση μέσα από μια τυπική και ελεγχόμενη εν πολλοίς διαδικασία, ώστε στη συνέχεια, να παίξει ένα ρόλο διαχείρισης μιας προαποφασισμένης πορείας.
Για λογαριασμό και με την ‘‘εντολή’’ τίνος;
Το εμφανές στην περίπτωσή μας, είναι ότι η κυβέρνηση λειτουργεί ως υποταγμένη εντεταλμένη της τρόικας, δηλαδή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ΕΚΤ. Με άλλα λόγια, δρα για λογαριασμό των οικονομικών, πολιτικών και γεωστρατηγικών συμφερόντων του ευρωπαϊκού πολυεθνικού κεφαλαίου, το οποίο λύνει και δένει, μεταξύ των άλλων, μέσω των υπερεθνικών θεσμών της ΕΕ. Μίλησε κανείς για δημοκρατία ή λαϊκή κυριαρχία; Στην πραγματικότητα δεν έχουμε τίποτα άλλο παρά μια σύγχρονη απολυταρχία του κεφαλαίου. Με ενισχυμένο μάλιστα ακριβώς το υπερεθνικό σκέλος, δηλαδή εκείνο που δεν μπορεί να επηρεαστεί από την λαϊκή δράση και πολύ περισσότερο από την ψήφο.
Το λιγότερο εμφανές, αλλά ακόμη πιο σημαντικό, είναι ότι η χούντα της ΕΕ και της καπιταλιστικής αγοράς, δεν μπορεί να οργανωθεί, επιβληθεί και εμπεδωθεί στην Ελλάδα, χωρίς το δραστήριο και πρωταγωνιστικό ρόλο των εγχώριων δυνάμεων του κεφαλαίου, που έχουν οικονομικό και πολιτικό συμφέρον από την καταιγιστική επίθεση στον κόσμο της εργασίας. Ας το θυμίσουμε: Ο ίδιος ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος, ανέφερε κάποια στιγμή ότι η δήθεν εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ που αφορούσε στο γάλα, το ψωμί, τα φάρμακα, τα βιβλία και εκατοντάδες άλλα θέματα, είχε στην πραγματικότητα εκπονηθεί και συνταχθεί από τον ΙΟΒΕ και από ιδιωτική εταιρεία συμβούλων στην οποία προΐστανται και εργάζονται σύμβουλοι του υπουργού. Επίσης, όλες σχεδόν οι αντεργατικές ρυθμίσεις και προβλέψεις των μνημονίων, ως προπλάσματα τουλάχιστον, διαμορφώθηκαν από ομάδες εργασίας του ΣΕΒ.
Να λοιπόν που ήρθαν έτσι τα πράγματα ώστε εκείνοι που ‘‘αρπάζουν το ψωμί από το τραπέζι και κηρύσσουν τη λιτότητα’’, όπως το έβλεπε ο Μπ. Μπρέχτ, να είναι ακριβώς οι ίδιοι ‘‘αυτοί που πουλάν μισοτιμή, πατρίδα λευτεριά, τιμή, αρκεί να πιάσουν την καλή’’, όπως θα έλεγε και ο μακαρίτης Πάνος Τζαβέλας.
Σε μια τέτοια λοιπόν στιγμή για τον κόσμο της εργασίας, δεν υπάρχει δίλλημα.
Ο αγώνας για δουλειά και ψωμί, ο αγώνας δηλαδή σε τελευταία ανάλυση ενάντια στην καπιταλιστική εκμετάλλευση, δεν μπορεί να είναι ισχυρός, αν ταυτόχρονα δεν είναι και αγώνας για δημοκρατία και λαϊκή κυριαρχία ενάντια στη σύγχρονη απολυταρχία του κεφαλαίου και ειδικότερα την φυλακή της ΕΕ.
Μα και αντίστροφα: Η διεκδίκηση της λαϊκής κυριαρχίας, του δικαιώματος κάθε λαού να διαλέγει το δρόμο του χωρίς προστάτες, θα είναι άσφαιρος και μάταιος, αν δεν στρέφεται με σαφήνεια ενάντια στον κόσμο του κεφαλαίου, μέσα στην ίδια την Ελλάδα. Πολύ περισσότερο, θα αποτελεί αυτοκτονία αν κανείς φαντάζεται πως μπορεί να υπάρχει δρόμος λύτρωσης από τους ‘‘ξένους’’, νοούμενους ως υπερ-ιστορικούς γύπες, σε ‘‘εθνική’’ συμμαχία με τα ντόπια αρπαχτικά της ελληνικής ολιγαρχίας.
Όλο και περισσότερο φαίνεται πως ‘‘ψωμί και δημοκρατία’’ πρέπει να πάνε μαζί. Διαφορετικά, στη μία γωνία περιμένει η σκύλα των μνημονίων και της κοινωνικής βαρβαρότητας και στην άλλη γωνία καρτερεί η Χάρυβδη του φασισμού. Όποιος άσκεφτα αντιπαραθέτει τον αντικαπιταλιστικό αγώνα με τη δημοκρατική, αντιϊμπεριαλιστική, αντι-ΕΕ πάλη, αντί να αναζητά τη συνάντηση αλληλο-εμπλουτισμού τους, υπονομεύει και τις δύο αναγκαίες πλευρές.
Όλο και σαφέστερα φωτίζεται ο δεσμός που υπάρχει ανάμεσα στο υπερεθνικό κεφάλαιο και τους ντόπιους δυνάστες. Ας το δούμε όμως καλύτερα: Δεν έχουμε να διαλέξουμε ανάμεσα σε μια αντικαπιταλιστική πάλη στην Ελλάδα και σε ένα γενικό αταξικό αντι-ΕΕ προσανατολισμό, ένα ας τον πούμε ‘‘αριστερό ευρωσκεπτικισμό’’. Οι πόλοι αυτοί νοηματοδοτούνται και εισχωρούν διαρκώς ο ένας στον άλλο. Η ΕΕ γενικά είναι μια μορφή κίνησης- όπως και γενικά οι καπιταλιστικές ολοκληρώσεις- του σύγχρονου καπιταλισμού. Και αντίστροφα: Η ελληνική αστική τάξη ζει και βασιλεύει ακριβώς λόγω της στήριξής της από την ΕΕ, έστω σε δεύτερο και τρίτο ρόλο.
Θα πει κανείς, πως έχουμε παραλείψει κάτι: Τα ΜΜΕ αναφέρονται συχνά και για ‘‘προτάσεις της τρόικας’’ προς την κυβέρνηση. Εδώ λιγότερο αγαναχτείς και περισσότερο γελάς. Αν οι προτάσεις του ελληνικού πολιτικού προσωπικού σήμερα για μνημονιακές ρυθμίσεις ή για ‘‘διαπραγμάτευση για το χρέος’’ αύριο, αποτελούν ευφημισμό της δουλοπρέπειας και της υποταγής, οι προτάσεις της Τρόικας προς τις ελληνικές κυβερνήσεις, δεν είναι τίποτα άλλο παρά διαταγές γραμμένες με καλλιγραφία.