(Υπο)γράφει ο Αντώνης-Μάριος Παπαγιώτης
Follow @a_m_papagiotis
Ξέρεις τι είναι να κτυπά ξαφνικά το τηλέφωνο και να πετάγεσαι από τον ύπνο σου έντρομος, όταν από την άλλη γραμμή ακούς την φωνή του γνωστού σου Ιεράρχου να φωνάζει σχεδόν: «Κατελύθη το Αυτοκέφαλον της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ελλάδος. Χάνουμε τις Νέες Χώρες!». Ανοίγω την τηλεόραση να δω κανένα έκτακτο δελτίο, που να μου αποσαφηνίσει τον τρόμο του Ιεράρχου, και βλέπω το πρόγραμμα της τηλεοράσης να βρίσκεται στους κανονικούς του ρυθμούς. Ούτε τανκς, ούτε στρατός, ούτε εμβλήματα με φοίνικες υπήρχαν στην οθόνη.
Γνωρίζοντας πως τις ημέρες αυτές βρισκόταν στην Αθήνα ο Πατριάρχης, σκέφτηκα μήπως φεύγοντας πήρε, σαν σουβενίρ, μαζί του και το Αυτοκέφαλο ή τις Νέες Χώρες. Άλλοι επισκέπτες παίρνουν αναμνηστικές μπλούζες, άλλοι αντίγραφα αγαλμάτων –από μάρμαρο, γιατί τα σιωπηλά τα κρατάμε εδώ– άλλοι παίρνουν κανένα ντενεκέ τυρί, και είπα, μήπως και ο Πατριάρχης αντί άλλου σουβενίρ, διάλεξε να πάρει μαζί του … το Αυτοκέφαλο! Τελικά, κατάλαβα πως ο «φόβος» του φίλου μου, ήταν ένα φάντασμα του μυαλού του, αρκετό βέβαια για να τον κάνει να αντιδράσει σπασμωδικά, χωρίς να σκεφθεί, έτσι όπως αντέδρασαν κάποιοι άλλοι, στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, που νόμισαν πως η Ελλαδική Εκκλησία δεχόταν εισβολή… Φόβος –όχι αυθόρμητος, αλλά εξόφθαλμα υποκινούμενος– που αποδεικνύεται σύμμαχος εκείνων, που θέλουν να βλέπουν το Φανάρι, ως απειλή της δικής τους ασυδοσίας…
Πάραυτα όμως, δεν ησύχασα. Θέλησα να μάθω ποιος πραγματικά είναι ο λόγος αυτής της έντονης φημολογίας –που δεν μοιάζει τυχαία, αλλά μάλλον κατευθυνόμενη από ανίερα περιβάλλοντα– και η οποία προκάλεσε την ψυχολογική κατάρρευση του φίλου μου. Διαπίστωσα, λοιπόν, πως το θέμα ήταν μια κουβέντα, μεταξύ δύο αδελφών Επισκόπων. Του Οικουμενικού Πατριάρχου και του Αρχιεπισκόπου Αθηνών. Μια κουβέντα, ήταν αρκετή να ανάψει τέτοια φωτιά, που έγινε πυρκαγιά στα χείλη κάποιων, που με χαρά θα έβλεπαν το Φανάρι να καίγεται. Ξεχνούν βέβαια, πως ακόμα και αν καεί, πάλι από τις στάχτες του θα ξαναγίνει.
Διερωτήθηκα, πώς είναι δυνατόν μια παράκληση, να γίνει απειλή; Ξεκίνησα λοιπόν να διαβάζω ό,τι έχει γραφτεί στο διαδίκτυο για αυτήν την υπόθεση παρακλήσεως, που είπαμε, και βλέπω πως είναι πολύ απλά τα πράγματα. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, παρά το αναφαίρετο δικαίωμα του, επί των Μητροπόλεων του Θρόνου στην Ελλάδα, ουδέποτε «υπέδειξε» κάποιον υποψήφιο και αυτό κατά την γνώμη μου είναι μεγάλο λάθος και ζημία του, μιας και σε Μητροπόλεις των Νέων Χωρών, κατά το δη λεγόμενον, βρέθηκαν ενίοτε Μητροπολίτες, που τελικά φάνηκε πως το μόνο που δεν τους ενδιαφέρει είναι η πνευματική τους σχέση με την Μεγάλη Εκκλησία, σχέση που ίσως, αν δεν υποσκάπτουν, αφήνουν να ατονήσει. Βέβαια, αυτά off the record, μιας και ενώπιων του Πρώτου «κλίνομεν γόνυ εὐλαβῶς πρό τοῦ Ἁγίου Τόπου, ἔνθ’ ἀνευρέθη ἡ Πάνσεπτος Εἰκών τῆς Θεοτόκου» κατά μίαν επιγραφή υπάρχουσα σε μεγάλο Θεομητορικό Προσκύνημα της Πατρίδος μας. Είναι η πρώτη φορά, που παρακλητικά διατυπώνει την επιθυμία του το Πατριαρχείο υπέρ κάποιου εγγεγραμμένου στον κατάλογο εκλογίμων, ενός παραδοσιακού μοναχού, ο οποίος ζει σε μοναστήρι και όχι έξω από αυτό, κάτω από την προστασία κάποιου Επισκόπου, που αγαπά την λειτουργική ζωή και την βυζαντινή μουσική, και ασφαλώς όχι τα λαϊκά ακούσματα, ενώ είναι γνωστό τοις πάσι πως διακρίνεται για τα πνευματικά χαρίσματα, τις γνώσεις και τις ικανότητες του. Συμπτωματικά, ο εν λόγω μοναχός ιδιαιτέρως συνέδραμε στην εκλογή του Μακαριωτάτου ως Αρχιεπισκόπου Αθηνών, στάθηκε στο πλευρό του κατά την πρώτη περίοδο της Αρχιεπισκοπίας του, μέχρι την ημέρα που, πρόσωπα παρένθετα στην Αυλή της Αγίας Φιλοθέης, επιχείρησαν να τον απαξιώσουν, οδηγώντας τον να επιλέξει την ησυχία της Μονής της μετανοίας του, μακρυά από τις αδυσώπητες παρασκηνιακές μάχες για την χειραγώγηση της εξουσίας, διαφυλάσσοντας με τον τρόπο αυτό, σιωπηλά, την αξιοπρέπειά του και κυρίως τον σεβασμό και την αγάπη του για το πρόσωπο εκείνου, που πίστεψε και για τον οποίο εργάστηκε με όλες τις δυνάμεις του. Όλο αυτό το διάστημα, των έξι ετών που παρήλθαν, πολλοί ήταν αυτοί που ζητούσαν την αξιοποίηση του εν λόγω μοναχού. Και τελικά με διακριτικότητα και ευγένεια έδειξε το ενδιαφέρον του το Πατριαρχείο και μάλιστα για μια Μητρόπολη, που έχει την πνευματική επιστασία της, δίχως να αμφισβητεί –όπως κάποια εκκλησιαστικά «πτηνά» επιχειρούν να παρουσιάσουν– την παραχωρημένη από το ίδιο, στην Εκκλησία της Ελλάδος, αρμοδιότητα της εκλογής του νέου Ιεράρχη. Και ασφαλώς χωρίς να αμφισβητήσει ή να απειλήσει με ανατροπή της Πατριαρχικής και Συνοδικής Πράξης του 1928, όπως οψίμως διακινούν –προσπαθώντας να επηρεάσουν Ιεράρχες, κληρικούς, δημοσιογράφους και αναγνωστικό κοινό– κάποιοι εκκλησιαστικοί παραγοντίσκοι, αποσιωπώντας επιμελώς ότι το Πατριαρχείο είναι αυτό που επέμεινε και εξακολουθεί να επιμένει για τον σεβασμό της Πράξης, που αποτελεί το εκκλησιαστικό θεμέλιο της παραχώρησης των επαρχιών αυτών στην Ελλαδική Εκκλησία. Είναι οι ίδιοι παραγοντίσκοι, που, ως φαίνεται, νοστάλγησαν τον μόλις προ δεκαετίας σκοτεινό τους ρόλο, όταν ως νέοι Γκαίμπελς διοχέτευαν ψευδείς πληροφορίες λασπολογώντας κατά του Πατριάρχη, αλλά και του τότε Μητροπολίτη Θηβών…
Έτσι, κάπως μοιάζει να έχουν εξελιχθεί τα πράγματα, ενώ γράφτηκε κάπου πως ο «ιδιοτελής» στόχος του Πατριαρχείου, είναι η οικονομικά ισχυρή Μητρόπολη των Ιωαννίνων. Ναι, αλλά μέχρι τώρα κάποιοι άφηναν να κυκλοφορεί, δεξιά και αριστερά, πως έχει ναυαγήσει το καράβι σε απύθμενα χρέη και αυτό ανάγκασε –έλεγαν οι ίδιοι– τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών να γίνει Τοποτηρητής, να ενώσει την Αθήνα με τα Γιάννενα, παρά το γεγονός ότι Τοποτηρητής γίνεται ο αρχαιότερος εκ των ομόρων Αρχιερέων. Ξαφνικά, η χρεοκοπημένη ναύς έγινε πολυτελές γιοτ, που κάποιοι επιθυμούν να κατακτήσουν; Περίεργο μου φαίνεται. Βρήκα λοιπόν έναν κατάλογο ανάλογων παρακλήσεων, που εισακούσθηκαν από την Αθήνα και τον οποίο σας παραθέτω, έτσι για την ιστορία. Το πρώτο όνομα είναι του ευεργετημένου και ακολουθεί το όνομα εκείνου που παρακάλεσε για την ουσιαστική στήριξη του πρώτου:
Αλεξανδρουπόλεως (Θεσσαλονίκης) Άνθιμος Α΄ – Κοζάνης Διονύσιος
Νέας Κρήνης Προκόπιος – Πειραιώς Χρυσόστομος
Φιλίππων Προκόπιος – Κορίνθου Παντελεήμων
Ζιχνών Σπυρίδων – Μεσσηνίας Χρυσόστομος Θέμελης
Βεροίας Παντελεήμων – Θεσσαλονίκης Παντελεήμων Β΄
Ελασσώνος Βασίλειος – Ελασσώνος Σεβαστιανός
Φθιώτιδος Νικόλαος – Αλεξανδρουπόλεως (Θεσσαλονίκης) Άνθιμος Α΄
Κασσανδρείας Νικόδημος – Νέας Κρήνης Προκόπιος
Σιδηροκάστρου Μακάριος – Αλεξανδρουπόλεως (Θεσσαλονίκης) Άνθιμος Α΄
Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμος Β΄- Αλεξανδρουπόλεως (Θεσσαλονίκης) Άνθιμος Α΄
Αντίστοιχα, δεν πρέπει να θυμηθούμε την παράκληση του εκάστοτε Αρχιεπισκόπου για την επισκοποίηση των δικών του παιδιών; Ή, ακόμα περισσότερο, την διατυπωμένη επιθυμία κάποιων Γερόντων Αρχιερέων, που παραιτήθηκαν υπέρ συγκεκριμένων Κληρικών, οι οποίοι τελικά και τους διεδέχθησαν; Γιατί ξαφνικά μια αντίστοιχη παράκληση, αρχικά διαρρέεται στον Τύπο και έπειτα αναδεικνύεται, επίτηδες από κάποιους, ως “Casus belli” μεταξύ Αθήνας και Κωνσταντινουπόλεως;
Τι θα γίνει τις επόμενες ημέρες; Κάποιοι βιάστηκαν να ξιφουλκήσουν παραποιώντας την παράκληση και χαρακτηρίζοντάς την ως «υπόδειξη» ή ακόμα και ως «εντολή». Αν τελικά πλήττεται τόσο πολύ το Αυτοκέφαλο της Ελλαδικής Εκκλησίας από μια παράκληση, μήπως προστατεύεται καλύτερα με την πιστή εφαρμογή της Πράξης του 1928, που στον Ε’ Όρο της προβλέπει ότι ο κατάλογος υπόκειται σε … έγκριση –με την αυτονόητη δυνατότητα διαγραφής ονομάτων– και σε προσθήκες ονομάτων;
Οι επόμενες ημέρες θα γίνουν αιτία να πέσουν οι μάσκες. Και τότε ίσως και το Φανάρι καταλάβει τους αληθινούς φίλους του, αλλά και η Αθήνα τους πραγματικούς εχθρούς της.