Γράφει ο Κωνσταντίνος Ζέρβας / Αντιδήμαρχος Ποιότητας Ζωής Δήμου Θεσσαλονίκης
Η είδηση για την περαιτέρω αύξηση της δαπάνης των αρχαιολογικών δαπανών στο πλαίσιο της κατασκευής του μετρό Θεσσαλονίκης, κατά 42 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, είναι η καλύτερη απάντηση σε όσους διατείνονται ότι όσοι ενδιαφέρονται για την ολοκλήρωση του μετρό αδιαφορούν για τους αρχαιολογικούς θησαυρούς που έρχονται στο φως. Μέχρι σήμερα, οι αρχαιολογικές ανασκαφές εκτείνονται σε περίπου 35 στρέμματα, έχουν φέρει στην επιφάνεια σχεδόν 135.000 ευρήματα και θα διατεθούν γι” αυτές περίπου 140 εκατομμύρια ευρώ. Το ποσοστό των αποσπάσεων (δηλ. των ευρημάτων που συλλέγονται για να διασωθούν και να εκτεθούν μελλοντικά), κυμαίνεται περίπου στο 20% και είναι το μεγαλύτερο από οποιοδήποτε άλλο έργο. «Για να έχουμε μια τάξη μεγέθους, όλο το πρόγραμμα του Πολιτισμού που εκπονείται αυτήν τη στιγμή στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2007-2013 είναι 105 εκατομμύρια ευρώ και όλο το ΠΕΠ Αττικής είναι 108 εκατομμύρια ευρώ», σύμφωνα με τη γ.γ. του υπουργείου Πολιτισμού και αρχαιολόγο Λίνα Μενδώνη. Η σύγκριση είναι πολύ εύκολη.
Ολοι γνωρίζουμε ότι πρόκειται για το μεγαλύτερο σε ανασκαφές δημόσιο έργο στη χώρα (παρόλο που δεν πρόκειται για αρχαιολογικό έργο!), με περίπου το 15% του προϋπολογισμού να διατίθεται για ανασκαφές. Πρόκειται για ένα κολοσσιαίο νούμερο! Σημειωτέον ότι η απόφαση του ΚΑΣ συνεπάγεται 3 επιπλέον χρόνια αρχαιολογικών εργασιών (!) και προσλήψεις 630 ατόμων.
Και ποιος πιστεύετε ότι φρόντισε για την εξεύρεση αυτών των κονδυλίων και για τη διάθεσή τους; Η απάντηση είναι απλή: αυτοί που φροντίζουν για την κατασκευή και ολοκλήρωση του μετρό Θεσσαλονίκης. Και ασφαλώς όχι οι διάφοροι φωνασκούντες και διαμαρτυρόμενοι. Πολλοί εκ των οποίων μάλλον ίσως βρήκαν ευκαιρία για να εφαρμόσουν τη λαϊκή ρήση: «Τώρα που βρήκαμε τον παπά…».
Η πραγματικότητα, λοιπόν, για το συγκεκριμένο έργο δεν είναι κάποιο από τα δύο πολυακουσμένα κλισέ: «αρχαία ή μετρό» ή «αρχαία και μετρό», αλλά «ΑΡΧΑΙΑ ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟ». Πέρα από τις ουσιώδεις ενστάσεις στην κακή χάραξη του έργου (επιλογή όδευσης από την Εγνατία, μεγάλη πύκνωση των σταθμών, ειδικά στο κέντρο της πόλης), μπορούμε με ασφάλεια να πούμε ότι χάρη σ” αυτό πραγματοποιούνται στη Θεσσαλονίκη πρωτοφανούς έκτασης αρχαιολογικές ανασκαφές. Εργασίες που δεν θα γινόταν ποτέ!
Οι καθυστερήσεις ωστόσο λόγω των πολύπλοκων και χρονοβόρων αρχαιολογικών ανασκαφών δημιουργούν συν τοις άλλοις και σταλίες (καθυστερήσεις λόγω αεργίας μηχανημάτων και προσωπικού με οικονομικές επιβαρύνσεις του έργου), ενώ το υπόλοιπο κονδύλι για την κατασκευή του έργου καθυστερεί και μένει στις τράπεζες.
Βεβαίως, για να λέμε τα πράγματα με τ” όνομά τους, και επειδή τα χρονοδιαγράμματα σ” αυτήν τη χώρα σχεδόν ποτέ δεν τηρούνται, κάποιος θα πρέπει να εξηγήσει στους κατοίκους και τους επαγγελματίες που έχουν κλείσει σπίτια και δουλειές λόγω των καθυστερήσεων, τι πραγματικά συμβαίνει. Οταν το έργο έπρεπε να έχει παραδοθεί το 2012 αλλά ακόμη δεν έχει καν σαφή ορίζοντα αποπεράτωσης! Με κίνδυνο κοινωνικής απαξίας και αντίδρασης απέναντι στο έργο που θα αλλάξει τη ζωή της πόλης. Αλλά μήπως τελικά αυτό επιδιώκουν κάποιοι;
Και να μην αποσιωπούμε τα ήδη γνωστά: ότι κάθε μέρα χωρίς μετρό η Θεσσαλονίκη χάνει 3 εκατ. ευρώ μόνο από το κόστος μετακίνησης με το ΙΧ, χωρίς να συνυπολογίζεται η ζημιά των επιχειρήσεων και η απαξίωση των ιδιοκτησιών. Οτι, από την άλλη, κάθε μέρα λειτουργίας θα έχει πολλαπλά οικονομικά, περιβαλλοντικά και αισθητικά οφέλη για την πόλη και τους κατοίκους της. Οτι (στην περίοδο της ανεργίας του 27% και του 60% στους νέους) το έργο του μετρό, σε πλήρη εξέλιξη, θα απασχολεί περισσότερους από 2.500 εργαζομένους καθημερινά (χωρίς να υπολογίσουμε παρελκόμενα επαγγέλματα) – ίσως όχι, βέβαια, τόσους αρχαιολόγους.
«Ο κόσμος χρωστάει κάθε ορμή για πρόοδο σε ανήσυχους και ξεβολεμένους ανθρώπους», είχε πει ο Nathaniel Hawthorne. Η Θεσσαλονίκη δεν αντέχει άλλους λαϊκισμούς ούτε άλλους διχασμούς. Δεν θέλει άλλη εσωστρέφεια, γκρίνια και τελικά απραγία. Δεν μπορεί να υιοθετούμε από τη μια συντεχνιακές λογικές και νοοτροπίες μιας Ελλάδας που έκλεισε τον κύκλο της και από την άλλη να ζητάμε πρόοδο και μια πιο ανθρώπινη πόλη. Ολα απαιτούν θυσίες και όλοι πρέπει να συμβιβαζόμαστε μπροστά στο κοινό καλό. Αν πράγματι θέλουμε να φύγουμε μπροστά, να αλλάξουμε τα δεδομένα και τη μοίρα της πόλης, τουλάχιστον η δική μας γενιά οφείλει να κλείσει τους λογαριασμούς με το παρελθόν.
Ο Πειραιάς, όπως είπαμε την περασμένη εβδομάδα από αυτήν εδώ τη στήλη, είναι ένα θετικό εγχώριο παράδειγμα, όπου όλοι οι φορείς της πόλης συναινούν στα βασικά και ολοκληρώνουν τις υποδομές. Εμείς γιατί όχι;