Του Ιγνάσιο Ραμονέ*
Τους προηγούμενους μήνες, στη Βενεζουέλα, έγιναν τέσσερις εκλογές με αποφασιστική σημασία: δύο προεδρικές, οι εκλογές για τους κυβερνήτες και τέλος οι δημοτικές. Όλες κερδήθηκαν από το μέτωπο της μπολιβαριανής επανάστασης. Κανένα αποτέλεσμα δεν αμφισβητήθηκε από τις αποστολές των διεθνών παρατηρητών. Η πιο πρόσφατη ψηφοφορία έλαβε χώρα μόλις πριν δύο μήνες… Και έληξε με μια καθαρή νίκη –11,5% διαφορά – του κόμματος του Τσάβες. Από τότε που ο Ούγκο Τσάβες ανέλαβε την προεδρία το 1999, όλες οι εκλογικές αναμετρήσεις δείχνουν ότι, κοινωνιολογικά, η στήριξη στη μπολιβαριανή επανάσταση είναι πλειοψηφική.
Στη λατινική Αμερική, ο Τσάβες υπήρξε ο πρώτος προοδευτικός ηγέτης – από την εποχή του Σαλβαδόρ Αλιέντε – που επέλεξε το δημοκρατικό δρόμο για να φθάσει στην εξουσία. Δεν είναι δυνατό να κατανοήσουμε τον τσαβισμό αν δεν λάβουμε υπόψη τον βαθιά δημοκρατικό χαρακτήρα του.
Με στοίχημα το δημοκρατικό σοσιαλισμό
Το στοίχημα του Τσάβες χθες και του Νίκολας Μαδούρο σήμερα, είναι ο δημοκρατικός σοσιαλισμός. Μια δημοκρατία όχι μόνο εκλογική, αλλά και οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική… Σε 15 χρόνια ο τσαβισμός έδωσε σε εκατομμύρια ανθρώπους -οι οποίοι ως φτωχοί δεν είχαν ταυτότητα – το καθεστώς του πολίτη και τους επέτρεψε να ψηφίζουν. Διέθεσε πάνω από το 42% του προϋπολογισμού του Κράτους σε κοινωνικές επενδύσεις. Έβγαλε από τη φτώχεια 5 εκατομμύρια ανθρώπους. Μείωσε την παιδική θνησιμότητα. Ξερίζωσε τον αναλφαβητισμό. Πολλαπλασίασε επί πέντε τον αριθμό των δασκάλων του δημόσιου σχολείου (από 65.000 σε 350.000). Δημιούργησε 11 νέα πανεπιστήμια. Έδωσε συντάξεις γήρατος σε όλους τους εργαζομένους (συμπεριλαμβανομένων εκείνων του άτυπου τομέα απασχόλησης)… Αυτό εξηγεί τη λαϊκή στήριξη που είχε πάντα ο Τσάβες, και τις πρόσφατες εκλογικές νίκες του Νίκολας Μαδούρο.
Προς τι λοιπόν οι διαμαρτυρίες; Ας μην ξεχνάμε ότι η Βενεζουέλα της εποχής του Τσάβες – που διαφυλάσσει τα κύρια αποθέματα υδρογονανθράκων του πλανήτη – ήταν (και θα είναι) πάντα αντικείμενο προσπαθειών αποσταθεροποίησης και συστηματικά εχθρικών εκστρατειών των μέσων ενημέρωσης.
Πραξικόπημα αργής ανάφλεξης
Παρόλο που ενώθηκε υπό την ηγεσία του Ενρίκε Καπρίλες, η αντιπολίτευση έχασε τέσσερις εκλογές στη σειρά. Μπροστά σ’ αυτή την αποτυχία, το πιο δεξιό τμήμα της, που συνδέεται με τις Ηνωμένες Πολιτείες και καθοδηγείται από τον πραξικοπηματία Λεοπόλδο Λόπες, στοχεύει τώρα σε ένα πραξικόπημα αργής ανάφλεξης. Και εφαρμόζει τις τεχνικές του εγχειριδίου του Τζιν Σαρπ. Σε μια πρώτη φάση: να δημιουργήσει δυσφορία μέσω της μαζικής κερδοσκοπικής αποθεματοποίησης των προϊόντων πρώτης ανάγκης, να κάνει τον κόσμο να πιστέψει στην ανικανότητα της κυβέρνησης, να υποκινήσει διαδηλώσεις δυσαρέσκειας και να εντατικοποιήσει την καταδίωξη από τα μέσα ενημέρωσης.
Από τις 12 Φεβρουαρίου οι ακροδεξιοί πέρασαν στη δεύτερη φάση, που είναι πραγματικά εξεγερτική: να χρησιμοποιήσουν τη δυσαρέσκεια μιας κοινωνικής ομάδας (μιας μειοψηφίας φοιτητών) για να προκαλέσουν βίαιες διαμαρτυρίες και συλλήψεις. Να οργανώσουν διαδηλώσεις αλληλεγγύης με τους φυλακισμένους. Να βάλουν ανάμεσα στους διαδηλωτές πιστολάδες με στόχο να προξενήσουν θύματα και από τις δύο πλευρές (η βαλλιστική έρευνα έδειξε ότι οι πυροβολισμοί που σκότωσαν στο Καράκας στις 12 Φεβρουαρίου τον φοιτητή Μπάσιλ Αλεχάντρο Ντακόστα και το μέλος του κόμματος του Τσάβες Χουάν Μοντόγια προέρχονταν από το ίδιο πιστόλι, ένα Glock διαμετρήματος 9 χιλιοστών). Να αυξήσουν τις διαμαρτυρίες και το επίπεδο βίας σε αυτές. Να διπλασιάσουν την επίθεση από τα μέσα ενημέρωσης, με τη στήριξη των κοινωνικών δικτύων, ενάντια στην κυβερνητική καταστολή. Να φροντίσουν ώστε οι μεγάλοι ανθρωπιστικοί θεσμοί να καταδικάσουν την κυβέρνηση για άμετρη χρήση βίας. Να στοχεύσουν στη διατύπωση προειδοποιήσεων εκ μέρους των φιλικά προσκείμενων κυβερνήσεων προς τις τοπικές αρχές.…
Βρισκόμαστε σ’ αυτό το στάδιο και συνεπώς: κινδυνεύει η δημοκρατία στη Βενεζουέλα; Ναι, γιατί απειλείται, για άλλη μια φορά, από τους αιώνιους πραξικοπηματίες.
* Ο Ιγνάσιο Ραμονέ είναι πρώην διευθυντής της Le Monde diplomatique και καθηγητής Επικοινωνίας στο πανεπιστήμιο Paris VII. Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο Μανιφέστο.