Με μία ανάλυση-καταπέλτη κατά του Ενιαίου Φόρου Ακινήτων και την φορολογική πολιτική της κυβέρνησης, η Alpha Bank υπολογίζει σε 2% του ΑΕΠ την ύφεση που προκάλεσε το 2013 η πολιτική αυτή, ενώ διατυπώνει την εκτίμηση των δραματικών επιπτώσεων που θα έχει ο νέος φόρος στην οικονομία. Ειδικότερα η Alpha Bank επισημαίνει: «Το 2013 η Κυβέρνηση επέλεξε να επιβάλει ταυτόχρονα 5 διαφορετικούς φόρους στα ακίνητα και στην ακίνητη περιουσία των νοικοκυριών. Επέβαλε δηλαδή τον διπλό ετήσιο φόρο (ΕΕΤΑ 2013 και ΦΑΠ 2013) ταυτόχρονα με τους ΦΑΠ 2010, 2011, 2012, ενώ το2013 εισπράχθηκε και ένα μεγάλο μέρος του ΕΕΤΗΔΕ του 2012.
Από το σύνολο αυτών των φόρων η Κυβέρνηση εισέπραξε περί τα € 3,5 δις από όσους είχαν τη δυνατότητα, ή/και την ευαρέσκεια να πληρώσουν το σύνολο ή ένα μέρος των συνεπαγόμενων υπέρ διογκωμένων φορολογικών τους υποχρεώσεων, ενώ εάν εισέπραττε το σύνολο των βεβαιωμένων φόρων από τους ανωτέρω φόρους θα έπρεπε να εισπράξει άνω των € 5,8 δις (€3,0 δις από τους 4-ΦΑΠ και € 2,8 δις από τον ΕΕΤΑ 2013).
Ήδη στο 1ο 10μηνο 2013 οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις από φόρους περιουσίας αυξήθηκαν κατά € 433 εκατ., αλλά προφανώς θα αυξηθούν πολύ περισσότερο στους επόμενους μήνες. Αυτή η φορολογική πολιτική στον τομέα των ακινήτων αφαίρεσε τουλάχιστον 2,0 ποσοστιαίες μονάδες από το ΑΕΠ το 2013 (εκ των οποίων οι 1,7 π.μ. ήταν η άμεση αρνητική επίπτωση από την πτώση των επενδύσεων και των συναλλαγών σε ακίνητα) και είχε μεγάλη συμβολή στην αποτροπή μιας μεγαλύτερης αύξησης της απασχόλησης και στη διατήρηση της ανεργίας σε υψηλά επίπεδα και το 2013. Ειδικότερα, εισπράχθηκαν περί τα € 0,8 δις από τους επιπλέον ΦΑΠ το 2013, αλλά είναι βέβαιο ότι απωλέσθηκαν φορολογικά έσοδα άνω των € 1,0 δις από την συνεπαγόμενη πτώση του ΑΕΠ, την περαιτέρω αναίτια μείωση των εισοδημάτων και, το σπουδαιότερο, από την περαιτέρω επιδείνωση των συναλλακτικών ηθών.
Διότι αν επιβάλεις σε ένα νοικοκυριό με εισόδημα €100 χιλ. να πληρώσει φόρους € 150 χιλ. μέσα σε ένα έτος, είναι ευνόητο ότι το νοικοκυριό αυτό δικαιολογημένα θα ενταχθεί στην κατηγορία εκείνων που «δεν μπορούν να πληρώσουν». Δεν είναι τυχαίο, επομένως, ότι τα νοικοκυριά με ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις προς το κράτος αυξήθηκαν από τα 2,0 εκατ. στο τέλος Ιουν.2013 στα 2,7 εκατ. στο τέλος Οκτ.2013. Επίσης, τα νομικά πρόσωπα με ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις αυξήθηκαν από 150 χιλ στο τέλος Μαΐου 2013 στα 488 χιλ στο τέλος Οκτ.2013.
Η ανωτέρω πολιτική στη φορολογία των ακινήτων είχε δραματικά επώδυνες επιπτώσεις στην οικονομία το 2013. Υπήρχε ωστόσο η προοπτική ότι από το 2014 η πολιτική αυτή θα ανήκε στο παρελθόν, με την επιβολή ενός ενιαίου ανταποδοτικού φόρου σε όλα τα ακίνητα (αστικά ακίνητα, εντός σχεδίου πόλης οικόπεδα και μεγάλα αγροτεμάχια) με σχετικά χαμηλό συντελεστή που δεν θα είχε αρνητικές επιπτώσεις στην αγορά ακινήτων και στην οικονομία.
Ένας τέτοιος φόρος θα μπορούσε να είναι ο ΕΝΦΑ μετά από διόρθωση της μεγάλης σχετικά επιβάρυνσης που επέβαλε στα εντός σχεδίου πόλης οικόπεδα. Με τον ΕΝΦΑ περιοριζόταν, όπως ήταν αναγκαίο, η πολύ υψηλή φορολογική επιβάρυνση στα αστικά ακίνητα, από περίπου € 3,5 δις το 2013, σε περίπου € 2,0 δις με τον ΕΝΦΑ όπου θα υπήρχε συμβολή κατά € 600 εκατ. περίπου από τα εντός σχεδίου πόλης οικόπεδα και κατά € 300 εκατ. περίπου από μεγάλα και μεγάλης αξίας αγροκτήματα στο σύνολο της χώρας.
Οι αγορές ανέμεναν ότι στο νομοσχέδιο για τον ΕΝΦΙΑ θα συμπεριλαμβάνονταν και οι αναγκαίες ρυθμίσεις που θα απέτρεπαν τις δυσμενείς επιπτώσεις στην ελληνική κεφαλαιαγορά (που μόλις τώρα προσπαθεί να αναπνεύσει, ενώ λαμβάνει χώρα και η άσκηση των δικαιωμάτων για την αγορά των τραπεζικών μετοχών από τον ιδιωτικό τομέα) από μια εκτός χρόνου και τρόπου εφαρμογή των ανωτέρω φορολογικών επιβαρύνσεων».