Γράφει ο Κωνσταντίνος Παντελής
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και ο Ρώσος Πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, πρόκειται να συζητήσουν τετ-α-τετ για πρώτη φορά σήμερα Παρασκευή στην πολυαναμενόμενη συνάντησή τους στο περιθώριο της συνόδου κορυφής των G20.
Ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι επιθυμεί να βρει τρόπους να συνεργαστεί με τον Πούτιν, στόχος που έχει καταστεί πιο δύσκολος από τις έντονες διαφορές όσον αφορά τις ενέργειες της Ρωσίας στη Συρία και την Ουκρανία και τους ισχυρισμούς ότι η Μόσχα παρενέβη στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2016.
Αυτό σημαίνει ότι κάθε έκφραση του προσώπου και σωματική χειρονομία θα αναλυθούν όσο και οι κουβέντες που θα ανταλλάξουν οι δύο ηγέτες, καθώς ο κόσμος προσπαθεί να διαβάσει πόσο καλά ο Τραμπ μυστικές υπηρεσίες της Σοβιετικής Ένωσης.
Ο φόβος που πλανάται είναι ότι ο Ρεπουμπλικανός Πρόεδρος – πολιτικά αρχάριος – και η ομάδα του οποίου αναπτύσσει ακόμα τη Ρωσική πολιτική του, θα είναι λιγότερο προετοιμασμένοι από τον Πούτιν, ο οποίος έχει συνομιλίσει και διαπραγματευτεί με τους δύο προηγούμενους Προέδρους των ΗΠΑ, καθώς και πλείστους άλλους παγκόσμιους ηγέτες.
«Δεν υπάρχει τίποτα που θα ήθελε να δει περισσότερο το Κρεμλίνο από έναν Πρόεδρο που θα ευχαριστηθεί με μια χειρονομία και ένα χαμόγελο και θα αποχωρήσει από τη Σύνοδο ισχυριζόμενος ότι είχε μια υπέροχη συνάντηση με τον επικεφαλής του Κρεμλίνου», δήλωσε ο Δημοκρατικός εκπρόσωπος της Επιτροπής Πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων, Άνταμ Σιφ, σε συνέντευξή του στο MSNBC.
Καθώς οι έρευνες στις ΗΠΑ συνεχίζονται για την περίπτωση συμπαιγνίας μεταξύ της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ και της Ρωσίας, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ έχει πιεστεί να διατηρήσει σκληρή γραμμή εναντίον του Κρεμλίνου.
Η Μόσχα από την πλευρά της συνεχίζει να αρνείται κάθε παρέμβαση και ο Τραμπ διατείνεται ότι η εκστρατεία του δεν είχε καμία σχέση με τη Ρωσία.
Την Πέμπτη, ο Τραμπ έλαβε έπαινο από ορισμένους Ρεπουμπλικανούς στο αμερικανικό Κογκρέσο μετά την ομιλία του στη Βαρσοβία, όπου προέτρεψε τη Ρωσία να σταματήσει τις “αποσταθεροποιητικές” δραστηριότητές της και να διακόψει την υποστήριξή της στη Συρία και το Ιράν.
«Πρόκειται για μια σπουδαία αρχή σε μια σημαντική εβδομάδα για την αμερικανική εξωτερική πολιτική», δήλωσε ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκράχαμ, ο οποίος συχνά επικρίνει τον Τραμπ σε ζητήματα ασφαλείας.
Νωρίτερα όμως, ο Τραμπ αρνήθηκε να παραδεχθεί οριστικά ότι πιστεύει τους αξιωματούχους των ΗΠΑ που ισχυρίζονται με κάθε τρόπο ότι η Ρωσία παρενέβη στις εκλογές του 2016.
«Νομίζω ότι ήταν η Ρωσία, αλλά πιστεύω ότι επρόκειτο πιθανότατα για άλλους ανθρώπους μη κυβερνητικούς και / ή άλλες χώρες, και δεν βλέπω τίποτα λάθος σε αυτή τη δήλωση, κανείς δεν ξέρει πραγματικά», υπογράμμισε ο Τραμπ σε συνέντευξη Τύπου, προτού κατηγορήσει τον πρώην Πρόεδρο, Μπαράκ Ομπάμα, σχετικά με το ότι δεν έκανε περισσότερα για να σταματήσει τα φαινόμενα hacking.
Πηγές: Reuters, Wall Street Journal