Γράφει ο συγγραφέας Βαγγέλης Νάστος
Σκέφτομαι τι έχουμε να ζήσουμε προσεχώς, καθώς η μέρα των εκλογών πλησιάζει και με πιάνει σύγκρυο. Χαμογελαστά πρόσωπα, χειραψίες, αγκαλιές. Η αγάπη θα πλανιέται στον αέρα. Κι εγώ, φύσει αντιδραστικό άτομο, θα τρώγομαι με τις σάρκες μου. Γιατί, δυστυχώς, αδυνατώ να δω το ποτήρι μισογεμάτο. Να χαρώ ,βρε αδερφέ, που μέσα στη μιζέρια των ημερών, τα χαμόγελα των υποψηφίων θα αντηχούν στα μαγαζιά και τις πλατείες και θα δημιουργούν στο απαίδευτο μάτι, των παιδιών ή των εξωγήινων, ευχάριστη διάθεση. Διάθεση που θα προέρχεται από την ψευδαίσθηση ότι κάτι καλό πρόκειται να συμβεί. Από μια έστω και κραυγαλέα εθελοτυφλία, ότι ξαφνικά εξοβελίσαμε τις διαφορές μας, κρατήσαμε μόνο αυτά που μας ενώνουν και πλέον σαν μια γροθιά ετοιμαζόμαστε να πιάσουμε το μέλλον από το λαιμό και να απαιτήσουμε καλύτερες μέρες.
Ξαφνικά όλοι θέλουν το καλό σου. Ο υπάλληλος που σε διαολόστειλε επειδή τόλμησες να πλησιάσεις το γραφείο του στη 1 το μεσημέρι, ενώ σε μόλις 2 ώρες το ωράριό του τελείωνε, θα μεταλλαχθεί σε φίλο παλιό κι αγαπημένο. Ο ΕΠ.ΟΠ που σε έτρεχε χωρίς έλεος στον στρατό, θα θυμηθεί τις όμορφες μέρες της θητείας σου και κάποιες μικροεξυπηρετήσεις που αυτός, ως πατριωτάκι σου, μεσολάβησε για να πραγματοποιηθούν, λες και αν είχε βίσμα θα υπηρετούσε μαζί σου στον Έβρο. Η προηγούμενη δημοτική αρχή θα διαρρηγνύει τα ιμάτιά της πως έμαθε από τα λάθη της και πλέον τίποτα δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στους υψηλούς της στόχους, ενώ η νυν θα επικαλείται έλλειψη χρόνου και πως όλα τα έργα είναι στο παρατσάκ, και το μόνο που χρειάζεται είναι να ανανεωθεί η λαϊκή εντολή, ώστε η κωμόπολή σου να μετατραπεί ξαφνικά σε μικρή Εδέμ.
Εκτός από το καλό μας, θέλουν και το καλό του τόπου. Το δικό τους καλό τους αφήνει παγερά αδιάφορους. Θυσιάζουν τα πάντα. Οικογένεια, δουλειά, προσωπικό χρόνο, όλα στον βωμό της ανιδιοτελούς προσφοράς στον πολίτη. Και το χειρότερο; Υπάρχει κόσμος που τους πιστεύει. Ή ακόμα κι αν δεν τους πιστεύει τους συμπονά, εκτιμάει την προσπάθεια για αλλαγή, συμπάσχει με το δράμα τους να πλάσουν μια νέα εικόνα άφθαρτη, στη θέση της ευτελούς παλιάς τους. “Υπάρχουν άραγε στις μέρες μας τόσο ευκολόπιστοι;” θα σκέφτεστε και απαντώ ευθαρσώς. Υπάρχουν .. Με πρώτο και καλύτερο, ΕΜΕΝΑ:
Αληθινό περιστατικό. Φοιτητής στη Θεσσαλονίκη. Γυρίζω κατάκοπος από ένα εργαστήριο (ή από τον Κιάμο, η μνήμη δεν συγκρατεί τις ασήμαντες λεπτομέρειες) και συναντάω στην είσοδο της πολυκατοικίας μου τον μοναδικό άνθρωπο που απέφευγα συστηματικά. Ο διαχειριστής της πολυκατοικίας μου, πιο μουρτζούφλης και σκληρόκαρδος από τον σφραγιδοφύλακα του Φαραώ, με υποδέχεται με ένα χαμόγελο που μου παγώνει το αίμα. Θέλεις το ότι είχε να χαμογελάσει από την πρώτη φορά που κατάφερε να μην βρέξει για ένα ολόκληρο βράδυ το κρεβάτι του, θέλεις γιατί ήταν πρωί και ήμουν άυπνος, η εικόνα του μου ‘φερε στο μυαλό αιμοβόρο ζόμπι που μόλις ξεπήδησε από ταινία τρόμου β΄ διαλογής. Εκτός των άλλων, φήμες έλεγαν ότι ήταν και κομμάτι χαζούλης. Τι χαζούλης δηλαδή που λίγο πιο χαζός να ήταν και θα ‘πρεπε να τον ποτίζουμε. Το διαπίστωνες, άλλωστε, από την πρώτη κιόλας προσπάθεια καταβολής των κοινοχρήστων, που αν δεν είχες τα λεφτά ακριβώς, χρειαζόταν κομπιουτεράκι για μια αφαίρεση δημοτικού. Η συζήτηση που ακολούθησε επικών διαστάσεων και σας την παραθέτω. «Καλημέρα..εε..εε…φίλε..
ΥΓ: Ας οπλιστούμε με υπομονή, ας φορέσουμε το πιο γλυκό μας χαμόγελο κι ας απολαύσουμε τις μέρες που ‘ρχονται. Και ας βράζουμε από μέσα μας με τις εξόφθαλμα προσποιητές συμπεριφορές. Τέλος, ας μην κατηγορούμε συνανθρώπους για την αφέλειά τους να παρασυρθούν και να πιστέψουν μεγαλόστομες υποσχέσεις. Δεν υπάρχουν ανεξήγητες επιλογές. Ούτε υποσχέσεις οι οποίες ίσως να μη φτάσουν ποτέ στα αφτιά μας. Η καχυποψία είναι κακός σύμβουλος. Ας έχουμε κάπου στην άκρη του μυαλού μας, το ενδεχόμενο, οι υποψήφιοι να άγγιξαν ευαίσθητες χορδές ρομαντικών ανθρώπων και να εκμαίευσαν κατά αυτόν τον τρόπο την ψήφο τους. Χωρίς εξαγορές, χωρίς δωροδοκίες, χωρίς οποιουδήποτε είδους ανταλλάγματα. Αν ειρωνεύομαι; Ο χρόνος θα δείξει…