Οι επιστήμονες προσπαθούν να βρουν τρόπους για να δημιουργήσουν ένα φάρμακο, που θα επιτρέπει στον εγκέφαλο ενός ενήλικα να επιστρέφει στα… πρώτα στάδια της ανάπτυξής του. Όπως τότε που ήταν παιδί.
Σύμφωνα με άρθρο της Olga Khazan στο The Atlantic, παρακάτω παρατίθενται οι λόγοι για τους οποίους αυτή η προσπάθεια δεν θα είναι καθόλου εύκολη υπόθεση.
Η Shannon είναι ένα 14χρονο κορίτσι που ζει στη Μασαχουσέτη των ΗΠΑ και πάσχει από αμβλυωπία, μια κατάσταση που ορισμένες φορές αποκαλείται και ως «το τεμπέλικο μάτι».
Αμβλυωπία είναι, σύμφωνα με τη Wikipedia, η ελαττωμένη οπτική οξύτητα του ενός ή και των δύο οφθαλμών παρά τη διόρθωση κάθε διαθλαστικής ανωμαλίας και την απουσία οργανικής βλάβης. Πρόκειται για στερητικό φαινόμενο και αποτέλεσμα της μη συνεχούς χρήσης της μίας ή και των δύο ωχρών κηλίδων για οπτική προσήλωση.
Η αμβλυωπία είναι πρόβλημα ανάπτυξης του εγκεφάλου και όχι ένα οργανικό νευρολογικό πρόβλημα του βολβού του οφθαλμού(αν και οργανικά προβλήματα μπορούν να οδηγήσουν σε αμβλυωπία η οποία ενδέχεται να παραμείνει ακόμη και μετά τη θεραπεία του προβλήματος) . Η περιοχή του εγκεφάλου που δέχεται εικόνες από το αμβλυωπικό μάτι δε διεγείρεται σωστά και δεν αναπτύσσει πλήρη οπτική ικανότητα, γεγονός που έχει επιβεβαιωθεί με άμεση εγκεφαλική εξέταση, σύμφωνα με την ίδια πηγή.
Κοιτάζοντας απλά τη Shannon δεν γίνεται αντιληπτό το πρόβλημά της. Σε αντίθεση με άλλους ασθενείς με αμβλυωπία, τα μάτια των οποίων κινούνται ακανόνιστα, η Shannon έχει απλά εξαιρετικά κακή όραση, αναφέρει η αρθρογράφος.
Οι ασθενείς με τη συγκεκριμένη πάθηση έχουν ελπίδες το πρόβλημά τους να διορθωθεί, προτού κλείσουν τα 8 τους χρόνια. Όσοι δεν λάβουν κατάλληλη θεραπεία έγκαιρα –ή σε όσους η θεραπεία δεν αποβεί αποτελεσματική- συνήθως ζουν με την πάθηση αυτή σε όλη τους τη ζωή.
Η Shannon είναι μία από αυτούς.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της φορά γυαλιά και ειδικούς φακούς στα μάτια. Όταν ήταν πιο μικρή, οι γονείς της προσπάθησαν να την αναγκάσουν να φορά θεραπευτικά «μπαλώματα» ματιών, όμως η μικρή Shannon τα έβγαζε.
Πριν από μερικούς μήνες η Shannon εγγράφηκε σε μια κλινική μελέτη του παιδιατρικού νοσοκομείου της Βοστόνης.
Στο πλαίσιο της έρευνας αυτής, οι γιατροί χορηγούν στη Shannon donepezil, ένα φάρμακο το οποίο συνήθως χρησιμοποιείται για τη θεραπεία των ασθενών με Αλτσχάιμερ.
Το συγκεκριμένο φάρμακο είναι ένας αναστολέας της χολινεστεράσης, που σημαίνει ότι αυξάνει την ποσότητα της ακετυλοχολίνης που κυκλοφορεί γύρω από τις νευρικές απολήξεις. Έχει αποδειχτεί ότι βελτιώνει τη λειτουργία της μνήμης σε κάποιους ασθενείς με άνοια.
Βέβαια, η Shannon δεν έχει προβλήματα μνήμης.
Η ομάδα γιατρών που έχει αναλάβει την 14χρονη χρησιμοποιεί τη συγκεκριμένη φαρμακευτική ουσία, προκειμένου να ενθαρρύνει τον εγκέφαλό της να μάθει νέες δεξιότητες, τόσο γρήγορα και εύστροφα όσο συμβαίνει με τα βρέφη.
«Οι γιατροί έχουν παρατηρήσει ότι η όραση της Shannon έχει βελτιωθεί σημαντικά τους τελευταίους τέσσερις μήνες», ανέφερε η μητέρα της στη δημοσιογράφο του The Atlantic σε τηλεφωνική συνέντευξη.
Ο Takao Hensch, καθηγητής κυτταρικής βιολογίας στο Χάρβαρντ, που συμμετέχει στην ομάδα που παρακολουθεί τη 14χρονη, έχει βρει ότι συμπεριφορικά φάρμακα όπως το donepezil μπορούν να βοηθήσουν στην «επιστροφή» της χημείας του εγκεφάλου στις λεγόμενες «κρίσιμες περιόδους» ανάπτυξής του –δηλαδή στην πρώιμη παιδική ηλικία, όταν ο εγκέφαλος αναπτύσσεται ταχύτατα.
Οι κρίσιμες αυτές περίοδοι εξηγούν γιατί τα μικρά παιδιά, ακόμη και κάτω των 7 ετών, μπορούν να κατακτούν νέες δεξιότητες -όπως ξένες γλώσσες, μουσική κ.ά.- πιο γρήγορα από τους ενήλικες.
Ο Hensch και οι συνεργάτες του έχουν ήδη βρει ότι το valproate, ένα φάρμακο που χρησιμοποιείται για την επιληψία, μπορεί να βοηθήσει τους παράφωνους ενήλικες να μάθουν να ξεχωρίζουν μουσικές νότες.
Σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Δεκέμβρη στο επιστημονικό περιοδικό Frontiers in Systems Neuroscience, μια ομάδα ερευνητών χορήγησε το συγκεκριμένο φάρμακο ή ένα ψευδοφάρμακο σε 24 άντρες που δεν είχαν καμία μουσική εμπειρία και γνώσεις και στη συνέχεια τους έμαθαν πώς να ξεχωρίζουν νότες. Όσοι έλαβαν τη φαρμακευτική ουσία κατάφεραν να αναγνωρίσουν κατά μέσο όρο 5,09 μουσικές νότες, ενώ εκείνοι που πήραν το ψευδοφάρμακο βρήκαν 3,5 νότες κατά μέσο όρο.
Βέβαια, όπως σχολιάζει η αρθρογράφος, η έρευνα είχε αρκετές ατέλειες, όπως για παράδειγμα ότι το δείγμα ήταν πολύ μικρό, ενώ είναι πιθανό ορισμένοι από τους συμμετέχοντες να είχαν γενετική προδιάθεση απέναντι στη μουσική.
Παρ’ όλα αυτά το μέγεθος της επίδρασης του φαρμάκου ήταν αρκετά ελπιδοφόρα, με αποτέλεσμα ο Hensch να δοκιμάσει κι άλλα πειράματα με διαφορετικά φάρμακα και διάφορα είδη χαρακτηριστικών.
Στην περίπτωση της Shannon το donepezil βοήθησε τον «ημι-καλωδιωμένο» της εγκέφαλο να μάθει πώς να επεξεργάζεται τα οπτικά ερεθίσματα από το αμβλυωπικό μάτι, όπως θα έκανε κι ένα νεογέννητο.
«Σκοπός μας και κύριο ενδιαφέρον μας δεν είναι τόσο να δημιουργήσουμε ‘υπερανθρώπους’ αλλά να βοηθήσουμε όσους πάσχουν από αναπτυξιακές διαταραχές ή εγκεφαλικές βλάβες στην ενήλικη ζωή τους» ανέφερε ο καθηγητής.
Μέχρι πριν από 20 χρόνια οι επιστήμονες πίστευαν, ότι όταν ένας άνθρωπος έφτανε στην εφηβεία του η δομή του εγκεφάλου του κατά κάποιο τρόπο «πάγωνε».
Πιο πρόσφατες μελέτες αναφέρουν, ότι ο εγκέφαλος συνεχίζει να μετασχηματίζεται καθόλη τη διάρκεια της ζωής ενός ατόμου, αν και όχι στον ίδιο βαθμό με τον οποίο συνέβαινε όταν ήταν παιδί.
Ο Hensch ελπίζει να καταφέρει να προκαλέσει ένα «ταξίδι στο χρόνο» στον ανθρώπινο εγκέφαλο, και να τον κάνει να επιστρέψει στα εξαιρετικά ευέλικτα νεανικά του χρόνια.
«Ο εγκέφαλός μας δε χάνει την πλαστικότητά του για πάντα καθώς μεγαλώνουμε» εξήγησε ο ίδιος.
Είναι πολύ νωρίς για να γνωρίζει κανείς αν τα πειράματα του Hensch θα διαδοθούν ευρέως, καθώς για να συμβεί αυτό τα οφέλη της θεραπείας θα πρέπει να υπερβαίνουν το κόστος της.
Είναι αμφισβητήσιμο κατά πόσο όσοι πάσχουν από σοβαρές ασθένειες θα θελήσουν να πάρουν τόσο βαριά φάρμακα, καταλήγει η αρθρογράφος. Όμως ο Hensch δηλώνει ότι έχει λάβει ήδη emails από ασθενείς με εγκεφαλικό και άλλους που είναι πρόθυμοι να δοκιμάσουν οτιδήποτε θα μπορούσε να δώσει στον εγκέφαλό τους μια… «δεύτερη ευκαιρία».